Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
Αρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, καθώς σήμερα το απόγευμα θα αποσταλεί η τελική πρόταση της κυβέρνησης προς τους εκπροσώπους των θεσμών.
Από τις 11 το πρωί ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος θα έχει στη Βουλή διαδοχικές συναντήσεις με τους αρχηγούς των πολιτικών κομμάτων, τους οποίους θα ενημερώσει για το περιεχόμενο της ελληνικής πρότασης για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος.
Ο κύκλος των επαφών του κ. Κατρούγκαλου θα ολοκληρωθεί στις 6 το απόγευμα όταν θα επισκεφθεί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, για να του παρουσιάσει τους βασικούς άξονες του σχεδίου για το ασφαλιστικό, εν όψει της τελικής κρίσιμης διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους των πιστωτών, η οποία εκτιμάται ότι θα ξεκινήσει την ερχόμενη Δευτέρα 11 Ιανουαρίου.
Τη δημοσιονομική και κοινωνική κρισιμότητα της οριστικής επίλυσης του ασφαλιστικού επεσήμανε με δηλώσεις του ο γ.γ. του υπουργείου Εργασίας Βασίλης Νεφελούδης, ο οποίος μιλώντας χθες στον τηλεοπτικό σταθμό Μega τόνισε ότι «αν δεν λύσουμε το ασφαλιστικό δεν θα μπορούμε σε ένα χρόνο να δώσουμε συντάξεις».
Ο κ. Νεφελούδης επανέλαβε για μία ακόμη φορά τον βασικό στόχο της κυβέρνησης που είναι να μην υπάρξουν ξανά νέες μειώσεις στις κύριες συντάξεις, αλλά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο φόρου στις τραπεζικές συναλλαγές, εξηγώντας ότι δεν καθορίζει τη βιωσιμότητα ως προς τις κύριες συντάξεις, αλλά αφορά τη διαδικασία σταθεροποίησης του συστήματος εις το διηνεκές.
Ηδη, η διαπραγμάτευση για το ασφαλιστικό έχει υπερβεί κατά πολύ (δύο μήνες) όλον τον αρχικό σχεδιασμό της κυβέρνησης και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Εργασίας το σχετικό νομοσχέδιο θα κατατεθεί στη Βουλή την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου, ώστε να ψηφιστεί στις αρχές του επόμενου μήνα. Σύμφωνα με την τελική επεξεργασία του σχεδίου πρότασης για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση που θα αποσταλεί στους εκπροσώπους των θεσμών, οι βασικοί άξονες γύρω από τους οποίους θα υπάρξει σκληρή διαπραγμάτευση είναι:
1 Εθνική σύνταξη 384 ευρώ για ασφαλισμένους που έχουν από 4.500 έως 6.000 ημέρες ασφάλισης (15-20 έτη). Η σύνταξη θα απονέμεται με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας του ασφαλισμένου. Η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο αυτή η σύνταξη να χορηγείται μετά το 2019 ακόμη και για όσους δεν έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος, αλλά με εισοδηματικά κριτήρια.
2 Τα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων. Οι πιστωτές θέλουν ειδικά για την κύρια σύνταξη το ποσοστό να μην υπερβαίνει το 50% του συντάξιμου μισθού. Το τελικό ποσοστό αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων θα αποτελεί συνάρτηση και του ποσοστού αναπλήρωσης των επικουρικών συντάξεων, έτσι ώστε στο σύνολό τους κύρια και επικουρική σύνταξη να μην υπερβαίνουν το 65%-70% του συντάξιμου μισθού.
3 Αύξηση ασφαλιστικών εισφορών. Η τελική πρόταση προς τους δανειστές προβλέπει αύξηση των εργοδοτικών εισφορών μόνο στις επικουρικές κατά 1,5% (1% εργοδότες + 0,5% εργαζόμενοι). Εκτιμάται ότι το μέτρο αυτό θα αποφέρει ετήσια έσοδα ύψους 525 εκατ. ευρώ. Μέχρι σήμερα οι δανειστές εκφράζουν την αντίθεσή τους με το ενδεχόμενο αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά άφησαν ανοιχτό το θέμα αυτό αναμένοντας την ολοκληρωμένη πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης.
4 Συμφωνία για ενοποίηση όλων των ταμείων κύριας ασφάλισης (ΙΚΑ, ΟΑΕΕ,ΟΓΑ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ-ΜΜΕ). Τα πέντε ταμεία κύριας ασφάλισης που λειτουργούν σήμερα θα συγχωνευθούν σε έναν φορέα κύριας ασφάλισης με ενοποίηση των κανόνων παροχών των συντάξεων και είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών. Ηδη, το υπουργείο Εργασίας έχει δώσει εντολή για να ενσωματωθούν στο νέο υπερ-ταμείο και όλα τα ταμεία που σήμερα χορηγούν το εφάπαξ.
5 Μειώσεις επικουρικών συντάξεων. Θεωρούνται δεδομένες καθώς το ΕΤΕΑ στη διετία 2015-2016 θα έχει έλλειμμα 730 εκατ. ευρώ, εξαιτίας της μη εφαρμογής της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος. Τα σενάρια για το ύψος των μειώσεων των επικουρικών διαδέχονται το ένα το άλλο, από 8% έως και 15%. Το μείζον πρόβλημα αυτού του ταμείου, εκτός από τα ελλείμματα, είναι η μεγάλη δυσαρμονία που υπάρχει στο ποσοστό αναπλήρωσης των επικουρικών, καθώς αυτό ξεκινά από 20% και προσεγγίζει ακόμη και το 40% σε ορισμένους τομείς του. Το πιο πιθανό είναι για μία ακόμη φορά να υπάρξουν κλιμακωτές μειώσεις από 4% στις χαμηλές επικουρικές έως και 30% στις υψηλές επικουρικές (κυρίως στα ειδικά ταμεία).