Skip to main content

Σχέδιο στήριξης του ΔΑΑ λόγω πανδημίας

Από την έντυπη έκδοση

Του Φάνη Ζώη
[email protected]

Μέτρα στήριξης, στα οποία περιλαμβάνεται η μείωση του ετήσιου ανταλλάγματος για τη χρήση υποδομών του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελ. Βενιζέλος», προβλέπει το μοντέλο αποζημίωσης που υιοθετεί η κυβέρνηση για το πρώτο αεροδρόμιο της χώρας, το οποίο, λόγω της πανδημίας, κατέγραψε μείωση της επιβατικής κίνησης κατά 68,4% τη χρονιά που πέρασε, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα και τη δραματική μείωση των εσόδων της εταιρείας. Μετά τη Fraport Greece και την Aegean, με σκοπό να απαλύνει τις βαθιές πληγές της πανδημίας και του lockdown, που έχουν εξαφανίσει την επιβατική κίνηση από τα αεροδρόμια και έχουν καθηλώσει τον στόλο των αεροπλάνων, ο Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών (ΔΑΑ), που διαχειρίζεται το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος», αναμένεται να λάβει κρατική στήριξη, με τις λεπτομέρειες να ανακοινώνονται τις επόμενες ημέρες.

Με δεδομένο ότι το Δημόσιο διατηρεί σήμερα το 55% του ΔΑΑ, η όποια οικονομική στήριξη έχει συμφωνηθεί υπολογίζεται πως θα έχει μικρότερη πραγματική βαρύτητα για τα κρατικά ταμεία από την αντίστοιχη της Fraport.

Η συμφωνία με τη Fraport

Υπενθυμίζεται ότι στα μέσα του περασμένου Σεπτεμβρίου επετεύχθη αμοιβαία επωφελής συμβιβασμός με τη Fraport Greece αναφορικά με τη συμβατική υποχρέωση που έχει το Δημόσιο έναντι της παραχωρησιούχου των 14 περιφερειακών αεροδρομίων για τη ζημία που αυτή υπέστη από το lockdown. Ανάλογη ρήτρα έχει και η σύμβαση παραχώρησης του αεροδρομίου «Ελ. Βενιζέλος». Η αναθεώρηση της σύμβασης παραχώρησης των 14 περιφερειακών αεροδρομίων αναμένεται να έρθει προς ψήφιση στη Βουλή, όπως θα γίνει και με τον ΔΑΑ.

Η συμφωνία με τη Fraport Greece έχει αποτυπωθεί και στον κρατικό προϋπολογισμό του 2021, όπου στο σκέλος των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις έχουν μετατεθεί οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση παραχώρησης κατά τρία έτη. Αυτό σημαίνει ότι έως το 2022 το Δημόσιο δεν περιμένει έσοδα από την εταιρεία. Οι υποχρεώσεις της Fraport αφορούν τόσο το ετήσιο τίμημα παραχώρησης ύψους 22,9 εκατ. ευρώ όσο και ποσοστό επί των λειτουργικών κερδών, το οποίο αντιστοιχεί σε 28% των EBITDA και έχει μετατεθεί για το 2023 και το 2024 αντί του αρχικού σχεδιασμού, που ήταν για την περίοδο 2022/2023 και θα καταβαλλόταν με την ολοκλήρωση των έργων, δηλαδή από το 2020. Η συμφωνία, ωστόσο, για την τροποποίηση της σύμβασης δεν έχει οριστικοποιηθεί, καθώς εκκρεμούν λεπτομέρειες που ενδέχεται να τροποποιήσουν κάποιες παραμέτρους.

Να σημειωθεί, επίσης, ότι για τα περιφερειακά αεροδρόμια εκκρεμούν και κάποια έργα αναβάθμισης συστημάτων, που αποτελούν υποχρέωση του Δημοσίου και τα οποία το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών φέρεται να σχεδιάζει να υλοποιήσει με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αντίστοιχη μείωση του ετήσιου ανταλλάγματος που καταβάλλει ο ΔΑΑ στο Δημόσιο για την παραχώρηση του «Ελ. Βενιζέλος» όχι μόνο μπορεί να στηρίξει ισχυρά την εταιρεία, αλλά παράλληλα μπορεί και να επαυξήσει την αξία της εν όψει του υπό εξέλιξη διαγωνισμού πώλησης ποσοστού του τάξης του 30% που ελέγχει το ΤΑΙΠΕΔ.

Τόσο ο ΔΑΑ όσο και η Fraport έχουν νομικό έρεισμα για τις τροποποιήσεις των συμβάσεων παραχώρησης. Ειδικότερα, στην περίπτωση της Fraport Greece η σύμβαση παραχώρησης που έχει υπογράψει με το ελληνικό Δημόσιο για τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια της παρείχε το δικαίωμα να διεκδικήσει τα διαφυγόντα έσοδά της, αλλά η εταιρεία επέλεξε να επιδιώξει λύση χωρίς να χρειαστεί να προσφύγει στις πρόνοιες της διαιτησίας και των άλλων έννομων μέσων που προβλέπονται, καθώς δεν επιθυμούσε να έρθει σε αντιπαράθεση με το ελληνικό Δημόσιο. Έτσι πραγματοποιήθηκαν αλλεπάλληλες παρουσιάσεις σε υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών, στο πλαίσιο διαδικασίας που προβλέπεται από τις πρόνοιες κατανομής κινδύνων, όπως αυτού της πανδημίας, στη σύμβαση παραχώρησης. Η κατανομή κινδύνων που προβλέπει η σύμβαση παραχώρησης προκύπτει μέσα από τη σχετική αναφορά της σύμβασης σε γεγονότα ανωτέρας βίας. Πρόκειται για πολύ συγκεκριμένη διαδικασία, που αποσκοπεί στο να βρεθεί μια κοινώς αποδεκτή λύση που θα ρυθμίζει τις συνέπειες της πανδημίας Covid-19 στην εκτέλεση της σύμβασης. Με βάση τα όσα αυτή αναφέρει, «γεγονός ανωτέρας βίας σημαίνει: α) όλα εκείνα τα γεγονότα ή τα περιστατικά ή τις συνέπειές τους που δεν υπόκεινται στον έλεγχο ή στην επιρροή των μερών και που δεν θα μπορούσαν να προβλεφθούν ή να αποτραπούν ή να παρεμποδιστούν ακόμη και αν τα μέρη είχαν επιδείξει ιδιαίτερη σύνεση και β) κάθε συμβάν ή περιστατικό για την επέλευση του οποίου κανένα μέρος δεν είναι υπόλογο».

Η περίπτωση της Aegean

Διαφορετική περίπτωση είναι αυτή της Aegean, η οποία εγκρίθηκε να λάβει αποζημίωση της τάξης των 120 εκατ. ευρώ υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει συμμετοχή των μετόχων και ειδικότερα κατ’ ελάχιστον 60 εκατ. ευρώ, ήτοι 50% της κρατικής στήριξης. Επιπλέον, μάλιστα, το Δημόσιο θα λάβει warrants, εξασφαλίζοντας τη δυνατότητα να αποκτήσει στο μέλλον μετοχές σε ελκυστική αποτίμηση. Παράλληλα, κι άλλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις αερομεταφορές διερευνούν τώρα το κατά πόσο μπορούν να αξιοποιήσουν τον εν λόγω διακανονισμό, αλλά η ρήτρα εύρωστης συμμετοχής των ιδιωτών εκτιμάται πως λειτουργεί αποτρεπτικά.

Η «βουτιά» του 2020

Τον Δεκέμβριο του 2020 η επιβατική κίνηση στον ΔΑΑ παρουσίασε μείωση της τάξης του 85,6%, καθώς και κατά τον τελευταίο μήνα του περσινού έτους η πανδημική κρίση ήταν κυρίαρχη. Συνολικά, η επιβατική κίνηση του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών κατά τη διάρκεια του 2020 ανήλθε σε 8,08 εκατ. επιβάτες, σημειώνοντας πτώση της τάξης του 68,4% σε σχέση τα επίπεδα του 2019, λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας κατά την περίοδο Μαρτίου – Δεκεμβρίου. Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με στοιχεία του ΔΑΑ, η επιβατική κίνηση του αεροδρομίου τον Δεκέμβριο ανήλθε περίπου στις 236 χιλιάδες επιβάτες. Τον τελευταίο μήνα του προηγούμενου έτους, τόσο οι επιβάτες των πτήσεων εσωτερικού όσο και αυτοί των διεθνών πτήσεων κατέγραψαν μείωση κατά 80,1% και 87,7% αντίστοιχα. Σε επίπεδο έτους, τέλος, η διεθνής κίνηση μειώθηκε κατά 71,6%, ενώ οι επιβάτες εσωτερικού παρουσίασαν πτώση της τάξης του 61,1%.