Skip to main content

Μ. Παναγιωτάκης: Απροθυμία των ευρωπαϊκών εταιρειών για το 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ

Απρόθυμες εμφανίζονται οι ευρωπαϊκές εταιρείες ηλεκτρισμού στην προοπτική διεκδίκησης του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, όπως δήλωσε πριν από λίγο ο πρόεδρος της επιχείρησης Μανώλης Παναγιωτάκης, στο περιθώριο του συνεδρίου του Economist.

Σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτάκη, αντίθετη είναι η στάση εταιρειών από την Κίνα, την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ. Επομένως, ενδέχεται να παίξουν ρόλο – κλειδί στην έκβαση του επικείμενου διαγωνισμού για το λιγνιτικό χαρτοφυλάκιο της Δημόσιας Επιχείρησης.

Στον ομιλία του στο συνέδριο, ο πρόεδρος της ΔΕΗ αναφέρθηκε σε δύο προοπτικές – προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα μας στον τομέα των ηλεκτρικών διασυνδέσεων. Όπως σημείωσε, η πρώτη αφορά στις διασυνδέσεις με τις άλλες χώρες της Βαλκανικής χερσονήσου, άλλες από τις οποίες είναι ενταγμένες στην Ε.Ε., άλλες έχουν προοπτική ένταξης, όλες ωστόσο θα αποτελέσουν μέρος της περιφερειακής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην προοπτική της ευρωπαϊκής ενεργειακής ολοκλήρωσης.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρόεδρος της ΔΕΗ έκανε ιδιαίτερη μνεία στην ανάγκη ενίσχυσης των διασυνδέσεών μας ανατολικά – Τουρκία, και δυτικά – Ιταλία, με τις οποίες θα προκύψουν πολλαπλά οφέλη όλων των πλευρών. Επιπλέον ειδικότερα η διασύνδεση με την Τουρκία θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για αξιοποίηση ευκαιριών, π.χ. φθηνή προμήθεια ηλεκτρική ενέργεια από άλλες χώρες (π.χ. Ιράν, με το ΦΑ, ή Γεωργία με τους υδάτινους πόρους).

Όπως ανέφερε στην ομιλία του, η δεύτερη προοπτική – πρόκληση για την Ελλάδα αφορά στη διασύνδεσή της με την Κύπρο και το Ισραήλ, το γνωστό πρότζεκτ Eurasia Interconnection, το οποίο θα αναβαθμίσει την χώρα μας σε ρόλο ενεργειακού κόμβου. Επίσης, αναφέρθηκε και στις εγχώριες διασυνδέσεις, σημειώνοντας ότι έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος για διασυνδέσεις όπως της Κρήτης και των Κυκλάδων.

«Η εθνική οικονομία και οι καταναλωτές έχουν χάσει αρκετά. Μεγάλος όμως χαμένος είναι και η ίδια η ΔΕΗ, η οποία έχει υποβληθεί σε τεράστιες δαπάνες όλα αυτά τα χρόνια, σε δαπάνες τόσο επενδύσεων, όσο και λειτουργίας. Δαπάνες, τις οποίες είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν τις ανακτήσει», σημείωσε.

Όσον αφορά τη ΔΕΗ, η ανάπτυξη των διασυνδέσεων και η συνεπαγόμενη ανάπτυξη των αγορών θέτουν την επιχείρηση μπροστά σε νέες σοβαρές προκλήσεις. Κι αυτό γιατί η ΔΕΗ, ως εμβληματική για τη χώρα μας και δεσπόζουσα στον τομέα του ηλεκτρισμού εταιρεία, θα είναι στο κοντινό μέλλον μια από τις εκατοντάδες εταιρείες ηλεκτρισμού στην Ευρώπη.

«Αυτή την περίοδο επεξεργαζόμαστε το στρατηγικό και επιχειρησιακό μας σχέδιο, με ορίζοντα το 2030 το οποίο προφανώς θα λαμβάνει υπ’ όψιν αυτή την πραγματικότητα. Είμαστε αισιόδοξοι ότι θα τα καταφέρουμε. Όχι μόνο να επιβιώσουμε στον ανταγωνισμό αλλά και να αναπτυχθούμε, να γίνουμε μεγαλύτερη και ισχυρότερη επιχείρηση», σημείωσε.

Στο εσωτερικό, η ΔΕΗ θα επιχειρήσει να αντισταθμίσει μέρος της απώλειας του μεριδίου από τη λιανική αγορά ηλεκτρισμού, με τη διαρκώς διευρυνόμενη αγορά των ενεργειακών υπηρεσιών. Στο εξωτερικό και ειδικότερα στην περιφερειακή αγορά της Βαλκανικής η ΔΕΗ έχει όλες τις προϋποθέσεις να γίνει leader, όπως ανέφερε.

Στην κατεύθυνση αυτή, η εταιρεία σχεδιάζει επενδύσεις σε προσοδοφόρα έργα παραγωγής ΗΕ, κυρίως υδροηλεκτρικά και άλλες ανανεώσιμες πηγές, αλλά και σε θερμικούς σταθμούς. Επίσης, αναζητά ευκαιρίες για δραστηριοποίηση και σε άλλους τομείς του ηλεκτρισμού, όπως τα δίκτυα, ενώ θα επιδιώξει να εντάξει τις κατάλληλες επιχειρηματικές συνεργασίες με ελληνικές, κινεζικές στο πλαίσιο του «One Belt One Road» και άλλες εταιρείες, τόσο των γειτονικών μας χωρών όσο και άλλων. «Το παράδειγμα της συνεργασίας μας με την Ελβετική Alpiq στη Βουλγαρία είναι χαρακτηριστικό», κατέληξε.