Skip to main content

Ο φαρμακευτικός κλάδος συνεισφέρει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία της χώρας – Χρήστος Μπούκης

Oι ασθενείς στην Ελλάδα έχουν πλήρη πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες. Και σε αυτό έχει συμβάλει τα μέγιστα η φαρμακοβιομηχανία.

Συνέντευξη της Ανθής Αγγελοπούλου.

Κύριε Μπούκη με αφορμή της μεγάλης συζήτησης των ημερών για τον προϋπολογισμό για το φάρμακο, ο οποίος δεν φαίνεται να ακολουθεί τις ανάγκες της εποχής, ποιες θα ήταν οι προτάσεις σας αναφορικά με το θέμα;

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μία διαρκής συζήτηση γύρω από τον κρατικό προϋπολογισμού για το φάρμακο και κατά πόσο αυτός επαρκεί για να καλύψει τις υγειονομικές ανάγκες του πληθυσμού της χώρας. Παρότι υπάρχουν σαφείς ενδείξεις υποχρηματοδότησης, όπως καταδεικνύουν συγκρίσεις με χώρες παρόμοιου πληθυσμιακού ή/και οικονομικού προφίλ, η ανυπαρξία συστηματικής καταγραφής των υγειονομικών αναγκών της χώρας στερεί από χρήσιμες αποδείξεις. Αναμφίβολα,  επιπρόσθετες ενδείξεις υποχρηματοδότησης αποτελούν αφενός η μεγάλη συμμετοχή των ασθενών στην φαρμακευτική δαπάνη και αφετέρου τα υπέρογκα ποσά επιστροφών που επιβάλλονται στις φαρμακευτικές εταιρίες, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις αγγίζουν το 70%!

Για να εξορθολογήσουμε αυτή την κατάσταση, δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε πάλι τον τροχό, καθώς υπάρχει πληθώρα προτάσεων. Μάλιστα οι περισσότερες από αυτές έχουν διατυπωθεί ήδη από την περίοδο των μνημονίων. Αυτό που πρέπει όμως να γίνει είναι να καταγράψουμε τις υγειονομικές ανάγκες μας, να τις αποτιμήσουμε, και εν συνεχεία να προσαρμόσουμε αντιστοίχως τον προϋπολογισμό μας. Ταυτόχρονα χρειάζεται να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε ένα ρεαλιστικό τρόπο παρακολούθησης της κατανάλωσης και της φαρμακευτικής δαπάνης σε πραγματικό χρόνο, επεκτείνοντας την ψηφιοποίηση του συστήματος μας πέραν της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης. Σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια είναι η ανάπτυξη θεραπευτικών πρωτοκόλλων.

Τέλος σημαντικό ρόλο για την ορθή χρήση του προϋπολογισμού μας είναι η αναβάθμιση της επιτροπής αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας, καθώς η αποτίμηση της καινοτομίας που επιφέρει κάθε θεραπεία αποτελεί κομβική διαδικασία στην ορθή διαχείριση του προϋπολογισμού.

Με ποιες χώρες μπορεί να συγκριθεί η Ελλάδα στο κομμάτι αυτό;

Πανομοιότυπο μέτρο σύγκρισης δεν υπάρχει, γιατί όλες οι χώρες έχουν τις ιδιαιτερότητές τους. Αλλά για τον συγκεκριμένο σκοπό μπορούμε υπό προϋποθέσεις να συγκρίνουμε τη χώρα μας με άλλες παρόμοιου επιδημιολογικού προφίλ. Για παράδειγμα ο ΣΦΕΕ στις αναλύσεις του στην ετήσια έκδοση του Δεδομένα και Γεγονότα συγκρίνει τις κατά κεφαλήν δαπάνες υγείας στην Ελλάδα με αυτές των νοτίων χωρών της Ευρώπης.

Σήμερα για να φτιαχτεί ένα νέο σκεύασμα οι χρόνοι χουν μειωθεί σημαντικά με αποτέλεσμα πολλά νέα φάρμακα να περιμένουν να εισαχθούν στην Ελληνική αγορά. Έχει πιέσει το σύστημα υγείας κατά τη γνώμη σας η εισαγωγή νέων καινοτόμων φαρμάκων; Θα μπορούσε η δαπάνη του φαρμάκου να έχει εκτιναχθεί από αυτό και μόνο;

Η αλήθεια είναι ότι είμαστε σε μια εποχή που αναπτύσσονται πολλές νέες θεραπείες παγκοσμίως και αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη σύγχρονη υπολογιστική επιστήμη, στην τεχνητή νοημοσύνη και στους έξυπνους αλγόριθμους επιπλέον των εξελίξεων στην επιστήμη της ιατρικής και της βιοτεχνολογίας. Τρανό παράδειγμα αποτελούν τα φάρμακα κατά της νόσου Covid19 που χρειάστηκαν μόλις λίγες εβδομάδες για να αναπτυχθούν. Ακόμα και στις ΗΠΑ που έχουν την μεγαλύτερη κατά κεφαλήν δαπάνη στην Υγεία η αύξηση των δαπανών που συνδέεται με την ανάπτυξη νέων θεραπειών αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό. Είναι προφανές πως τα συστήματα υγείας θα πρέπει να αναθεωρήσουν τον τρόπο με τον οποίο αξιολογούν τη φαρμακευτική δαπάνη.

Στην Ελλάδα, όλο αυτό το «κύμα» μας βρίσκει μετά από μια 10ετή οικονομική κρίση, η οποία περιόρισε αρκετά τους διαθέσιμους πόρους για την υγεία και πολύ περισσότερο τις φαρμακευτικές δαπάνες του κράτους. Άρα, υπό αυτό το πρίσμα, ναι η εισχώρηση νέων θεραπειών ασκεί  επιπλέον πίεση στο σύστημα υγείας.

Η λύση σε αυτή την πίεση εναπόκειται στην αποτίμηση και αξιολόγηση της προστιθέμενης αξίας που επιφέρει κάθε νέα θεραπεία. Πλέον, τα πιο εξελιγμένα συστήματα υγείας αντιμετωπίζουν αυτή την οικονομική «πίεση» απαντώντας 2 βασικά ερωτήματα κάθε φορά που καλούνται να αξιολογήσουν μία νέα θεραπευτική επιλογή: «Ποια η προστιθέμενη θεραπευτική αξία που επιφέρει;» και «τι χαρακτηριστικά έχουν οι ασθενείς που θα επωφεληθούν από τη νέα αυτή θεραπεία περισσότερο;»

Προς αυτή την κατεύθυνση βέβαια, και ακολουθώντας τις διεθνείς τάσεις, ο ΕΟΠΥΥ από το 2022 ξεκίνησε να αναπτύσσει ένα horizon scanning system ώστε να γνωρίζει ποιές θεραπείες αναμένονται και ποια θα είναι η επίπτωση τους στον προϋπολογισμό του Οργανισμού.

Εσείς ως εταιρείες γνωρίζετε τον πληθυσμό των ασθενών οι οποίοι ενδεχομένως να επωφελούνται από τα προϊόντα σας;

Δυστυχώς στις περισσότερες θεραπευτικές κατηγορίες δεν υπάρχουν διαθέσιμα επιδημιολογικά στοιχεία για την χώρα μας. Όμως κάθε φορά που θέλουμε να εισάγουμε μία νέα θεραπεία στη χώρα μας – και καθώς ο νόμος απαιτεί την αποτίμηση της επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού – κάνουμε μία εκτίμηση του πληθυσμού των ασθενών που θα επωφελούνται από αυτή. Συνεπώς ναι, έχουμε μία εικόνα των ασθενών που δυνητικά  θα επωφεληθούν από την κάθε νέα θεραπεία μας.

Για να κάνετε αυτή την αναλυτική εκτίμηση τα στοιχεία από που τα λαμβάνετε;

Πλην των ελαχίστων περιπτώσεων που υπάρχουν δημοσιευμένα στοιχεία για τη χώρα μας, η προσεγγιστική αποτύπωση του πληθυσμού των ασθενών που δυνητικά επωφελούνται από την κάθε θεραπεία βασίζεται σε εκτιμήσεις των ειδικών, σε δημοσιευμένα επιδημιολογικά στοιχεία άλλων ευρωπαϊκών χωρών και στις τοπικές παραμέτρους

Ποια κατά τη γνώμη σας θα ήταν ενδεδειγμένη λύση έτσι ώστε ο ασθενής στην Ελλάδα να μην στερηθεί ένα νέο καινοτόμο φάρμακο;

Μέχρι σήμερα, έστω και με καθυστερήσεις, οι ασθενείς στην Ελλάδα έχουν πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες. Σε αυτό έχει συμβάλει τα μέγιστα η φαρμακοβιομηχανία καθώς φρόντισε να διαφυλάξει την πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες παρά την υπερφορολόγηση που της επιβλήθηκε -λόγω μνημονίων- την προηγούμενη δεκαετία και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Όμως αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ αόριστον, ειδικά καθώς τα ποσοστά υποχρεωτικών επιστροφών συνεχίζουν να αυξάνονται ανεξέλεγκτα.

Για την επίλυση του ομολογουμένως δύσκολου αυτού προβλήματος απαιτείται:

  • συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων, με απώτερο σκοπό την διαμόρφωση και υλοποίηση ενός κοινά αποδεκτού μακροχρόνιου σχέδιου δράσης
  • διαφάνεια η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την διασφάλιση πρόσβασης όλων των εμπλεκόμενων στα απαραίτητα δεδομένα
  • ουσιαστική αξιολόγηση της καινοτομίας που επιφέρει η κάθε νέα φαρμακευτική παρέμβαση
  • έλεγχος της συνταγογράφησης μέσω της ανάπτυξης δεσμευτικών θεραπευτικών πρωτοκόλλων
  • αναπροσαρμογή του κρατικού προϋπολογισμού στα επίπεδα που υποδεικνύουν οι ανάγκες του πληθυσμού

Προς αυτή την κατεύθυνση μπορούν να συμβάλουν και εργαλεία όπως οι συμφωνίες επιμερισμού κινδύνου (risk sharing agreements) που έχουν αρχίσει να αποκτούν μεγάλη απήχηση στα συστήματα υγείας. Βασική τους αρχή είναι πως αποζημιώνουν τα φάρμακα βάσει της αποτελεσματικότητας τους και έτσι μπορούν εμμέσως να συνδέσουν την τιμή τους με την αξία που αποδίδουν για τους ασθενείς.

Παρακινδυνευμένο δεν είναι κάτι τέτοιο;

Είναι, έχετε δίκιο, και για να εφαρμοστούν χρειάζεται να αναπτυχθούν και οι αντίστοιχες υποδομές. Χρειάζονται αρχεία ασθενών (registries) στα οποία θα καταγράφονται όλα τα δεδομένα, οι διαγνωστικές εξετάσεις και οι βιοδείκτες που θα επιτρέπουν την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εκάστοτε θεραπευτικής παρέμβασης. Και πιθανόν να μην είναι δυνατόν να εφαρμοστούν σε όλες τις θεραπευτικές κατηγορίες. Όμως, εάν και εφόσον αναπτυχθούν, θα μας δίνεται η δυνατότητα να αποτιμούμε αντικειμενικά την αξία κάθε θεραπευτικής παρέμβασης σε κάθε ασθενή

Ποια είναι η θέση της Amgen στον Ελλαδικό χώρο;

Η AMGEN είναι ουσιαστικά μια biotech εταιρεία, μια “startup” που ξεκίνησε στην Καλιφόρνια τη δεκαετία του ’80. Η αρχή έγινε από κάποιους ερευνητές στον τομέα της βιοτεχνολογίας οι οποίοι κατάφεραν να  αναπτύξουν ένα μόριο που ξεχώρισε Στο πέρασμα των χρόνων η Amgen δεν εξαγοράστηκε από κανέναν, μεγάλωσε και σήμερα είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες βιοτεχνολογίας παγκοσμίως. Σαν αποστολή της έχει, να μετατρέπει τα επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας και της επιστήμης σε θεραπείες που δίνουν λύσεις σε σοβαρές παθήσεις. Ως εταιρεία, η Amgen έχει πάντα στο επίκεντρο τον ασθενή και την έρευνα και αυτά τα δύο θέλει να τα φέρει όσο το δυνατόν πιο κοντά.

Στην Ελλάδα δραστηριοποιούμαστε τα τελευταία 15 χρόνια και σε αυτό το διάστημα η εταιρεία έχει καταφέρει να εξελιχθεί σε έναν έμπιστο συνεργάτη του ελληνικού συστήματος υγείας, συνεισφέροντας στην βελτίωση της υγείας αλλά και της ποιότητας ζωής των ασθενών  τόσο με τα προϊόντα της, όσο και με την τεχνογνωσία που έχει η  εξαιτίας της παρουσίας της σε 100 χώρες παγκοσμίως.

Πόσα σκευάσματα διαθέτει στην Ελλάδα και πόσες μελέτες τρέχει η εταιρεία αυτή τη στιγμή;

Αυτή τη στιγμή διαθέτουμε στην Ελλάδα περίπου 15 σκευάσματα, ενώ ταυτόχρονα συνεχίζουμε την προσπάθεια μας να αναπτύξουμε νέες θεραπείες. Η εταιρεία διεξάγει μελέτες στις θεραπευτικές κατηγορίες της Ογκολογίας, της Αιματολογίας, της Νεφρολογίας, των καρδιαγγειακών νοσημάτων, των αυτοάνοσων και των νόσων των οστών. Στην Ελλάδα πιο συγκεκριμένα το 2022 διεξάχθηκαν 31 κλινικές μελέτες στις οποίες ενεπλάκην 217 ερευνητικά κέντρα.

Για να κατανοήσει ο κόσμος κύριε Μπούκη είναι αλήθεια ότι μια εταιρεία μπορεί να επενδύσει πολλά εκατομμύρια σε 100 μόρια (δραστικές ουσίες) και στο τέλος να μην καταφέρει κανένα από αυτά να δώσει αποτελέσματα και να προχωρήσει για να γίνει κάποια θεραπεία;

Αυτή η ερώτηση πραγματικά μου αρέσει και θα την πάω και λίγο παρά πέρα. Όλες οι καινοτόμες εταιρείες της αγοράς εστιάζουμε στην ανάπτυξη νέων λύσεων. Και με τον όρο αυτό εννοούμε την ανάπτυξη νέων θεραπειών για νόσους που έχουν περιορισμένες ή και καθόλου θεραπευτικές επιλογές. Αυτό χρειάζεται μια ουσιαστική επένδυση σε έρευνα και ανάπτυξη. Γι αυτό ο κλάδος του φαρμάκου είναι αυτός με τη μεγαλύτερη R&D επένδυση φτάνοντας το 20% τις δύο τελευταίες δεκαετίες, με αυξητικές τάσεις ενώ ο μέσος όρος της βιομηχανίας παγκοσμίως είναι κάτω του 5% μεσοσταθμικά.

Όμως, αυτό ενέχει και μεγάλο ρίσκο καθώς τα ποσοστά αποτυχίας των ερευνών κυμαίνονται σε επίπεδα άνω του 95%. Μάλιστα υπάρχουν θεραπευτικές περιοχές στις οποίες ξεπερνούν το 99%!!!. Έχουμε δει πολλά υποσχόμενες ουσίες να μην φέρνουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα και να μη φτάνουν στο τελικό στάδιο της αδειοδότησης από τις ρυθμιστικές αρχές.

Και επειδή είναι μικρά αυτά τα ποσοστά επιτυχίας εκεί έρχεται και η πατέντα, η οποία θα προστατεύει το σκεύασμα για να βγάλει κάποια από τα έξοδα του;

Ακριβώς. Η πατέντα είναι ένα κίνητρο που δίνει στις εταιρείες ο νομοθέτης για να επενδύσουν στην καινοτομία. Από τα έσοδα αυτών των προϊόντων που αναπτύσσονται  προκύπτουν οι νέες επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη που ευελπιστούμε να οδηγήσουν στα καινοτόμα προϊόντα του αύριο.

Για να κάνει απόσβεση ένα προϊόν πόσα χρόνια χρειάζονται;

Σε αυτή την ερώτηση δεν μπορώ να σας απαντήσω με ακρίβεια, καθώς η απάντηση είναι πολυπαραγοντική. Η απόσβεση επηρεάζεται μεταξύ άλλων από τα έξοδα που έχουν γίνει για τη μελέτη του φαρμάκου, από την τιμή που θα λάβει σε κάθε χώρα και από άλλους κατά περίπτωση παράγοντες.

Πώς καθορίζεται η τιμή ενός νέου φαρμάκου; Έχει σχέση ο πληθυσμός των ασθενών;

Όσον αφορά στην Ελλάδα  εφαρμόζεται ένα σύστημα αναφοράς, σύμφωνα με το οποίο η τιμή κάθε προϊόντος ορίζεται ως ο μέσος όρος των δύο χαμηλότερων τιμών εντός ευρωζώνης. Υπάρχουν όμως χώρες στις οποίες  η τιμή των προϊόντων ορίζεται βάση της επιπρόσθετης αξίας που φέρνουν στους ασθενείς.

Σε πιο προσωπικό επίπεδο ποιος είναι ο Χρήστος Μπούκης;

Είμαι πατέρας 3 παιδιών και σύζυγος. Ασχολούμαι εντατικά με τον αθλητισμό, και με γοητεύουν οι τεχνολογικές εξελίξεις καθώς στις σπουδές μου και στα πρώτα επαγγελματικά μου βήματα ασχολήθηκα με την τεχνητή νοημοσύνη και τις εφαρμογές της τόσο στην βελτίωση της καθημερινότητας όσο και της ιατρικής.

Αναφερθήκατε στις νέες τεχνολογίες που μπαίνουν δυναμική πλέον στο χώρο της Υγείας. Η Amgen είναι ένας από τους εταίρους του Optima Oncology; Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε τι ακριβώς είναι to Optima Oncology και που προσβλέπει;

Η AMGEN εμφορείται από τη φιλοσοφία «Η κατάλληλη θεραπεία στον κατάλληλο ασθενή». Για το λόγο αυτό έχει ενταχθεί στο Optima Oncology, το οποίο, είναι ένας συνασπισμός από διάφορες φαρμακευτικές όπως οι: AbbVie, Amgen, AstraZeneca, Bayer, Roche, Pfizer, πανεπιστήμια και εταιρείες τεχνολογίας που όλοι μαζί έχουν ενωθεί με ένα κοινό όραμα «Ο κάθε ασθενής να έχει πρόσβαση στις πιο σύγχρονες εξατομικευμένες και καινοτόμες θεραπείες».

Ενισχύοντας την κοινή λήψη αποφάσεων μέσω δυναμικών ερμηνεύσιμων από υπολογιστή κατευθυντήριων γραμμών (CIG), καινοτόμου πρόσβασης σε ευρεία σύνολα δεδομένων και τεχνολογιών που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη, τα μέλη του Optima Oncology οραματίζονται την επανάσταση στην ογκολογική φροντίδα στην Ευρώπη.

Πρόκειται για την εφαρμογή ενός τεράστιου ενιαίου και κεντρικού δικτύου ευρωπαϊκών παρόχων δεδομένων που θα δώσει απαντήσεις σε μεγάλα ερευνητικά ερωτήματα που αφορούν τον καρκίνο του προστάτη, του μαστού και του πνεύμονα, ειδικά όπου τα υπάρχοντα στοιχεία που στηρίζουν τις κατευθυντήριες γραμμές κλινικής πρακτικής είναι αδύναμα ή λείπουν. Παράλληλα, θα γίνει ανάπτυξη και εφαρμογή σε κλινικά περιβάλλοντα ολοκληρωμένων κατευθυντήριων οδηγιών για την καλύτερη υποστήριξη της κοινής λήψης αποφάσεων από κλινικούς γιατρούς και ασθενείς.

Κλείνοντας δεν θα μπορούσα να μην σας ρωτήσω για το καυτό θέμα των ημερών, για την συζήτηση που γίνεται στην ΕΕ αναφορικά με την επαναφορά της παραγωγής φαρμάκου στην Ευρώπη. Ποια είναι η γνώμη σας;

Η επαρκής τροφοδοσία της αγοράς αποτελεί προτεραιότητα. Ποιο το νόημα άλλωστε της καινοτομίας αλλά και του κάθε φαρμακευτικού σκευάσματος αν δεν μπορεί να το προμηθευτούν αυτοί που το χρειάζονται; Και αυτή αποτελεί μία από τις βασικές αρχές μας στην Amgen, που την υπηρετούμε με την επαρκή παραγωγή αλλά και με την αξιόπιστη εφοδιαστική αλυσίδα .

Η μεταφορά μέρους της παραγωγής φαρμάκου στην Ευρώπη, πιθανόν να διασφαλίσει επάρκεια σε  βασικές κατηγορίες φαρμάκων στην Ευρώπη. Δεν είναι όμως μία απλή άσκηση, καθώς ενδέχεται να έχει επιπλέον προεκτάσεις που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας, όπως για παράδειγμα οι αυξήσεις του κόστους παραγωγής και κατά συνέπεια των τιμών των προϊόντων αυτών.

GRC-NP-0523-80008