Skip to main content

Πολλαπλή Σκλήρυνση: Κι όμως μπορεί να υπάρξει βελτίωση της αναπηρίας

Σημαντικές νίκες μετά από δεκαετίες μαχών φαίνεται να καταφέρνουν σταθερά οι επιστήμονες που ερευνούν μία από τις πλέον «ύπουλες» νόσους, την Πολλαπλή Σκλήρυνση. Η ιατρική κοινότητα σε ερευνητικό επίπεδο, αλλά ακόμη περισσότερο σε επίπεδο αποτελεσματικότητας, διαπιστώνει πλέον πως μετά τη χορήγηση καινοτόμων θεραπειών μπορεί να κερδίσει το διπλό στοίχημα που έχει θέσει ως αρχικό της στόχο: από τη μια να αποφεύγονται οι υποτροπές που κάνουν βασανιστική την καθημερινότητα των ασθενών λόγω των ιδιαίτερα έντονων συμπτωμάτων και από την άλλη να σταματά η εξέλιξη της αναπηρίας.

Η Πολλαπλή Σκλήρυνση είναι η νόσος που παρεμβαίνει στη φυσιολογική λειτουργικότητα του εγκεφάλου, αλλά και των οπτικών νεύρων και του νωτιαίου μυελού μέσω της ανάπτυξης φλεγμονής και της απώλειας ιστού. Με την πάροδο των χρόνων οι αναπηρίες, λειτουργικές ή γνωσιακές, συσσωρεύονται. Περίπου 2,5 εκατομμύρια άτομα νοσούν διεθνώς, κυρίως άνθρωποι παραγωγικής ηλικίας, δηλαδή 20 με 40 ετών, ενώ η πάθηση φαίνεται να «προτιμά» τις γυναίκες, αφού δύο στους τρεις ασθενείς είναι γυναίκες. 

Η νόσος εκφράζεται διαφορετικά στον κάθε ασθενή, με αποτέλεσμα η θεραπευτική προσέγγιση να απαιτεί σαφή εξατομίκευση. Ως πρώτης γραμμής θεραπεία έχουν καθιερωθεί οι ιντερφερόνες, ενώ την τελευταία δεκαετία η ανάπτυξη και ένταξη στη θεραπευτική φαρέτρα νέων φαρμάκων κατάφερε να βελτιώσει περαιτέρω τη διαχείριση της Πολλαπλής Σκλήρυνσης και των υποτροπών της.

Το επόμενο θεραπευτικό βήμα σίγουρα φάνταζε δυσπρόσιτο μερικά χρόνια πριν, ιδιαιτέρως για τους πάσχοντες με Πολλαπλή Σκλήρυνση, αφού στόχευε όχι απλά στην αναστολή της εξέλιξης της αναπηρίας, αλλά στην αναστροφή της. Κι αυτό είναι πλέον δυνατό μέσω ενός καινοτόμου φαρμάκου το οποίο ανήκει στην κατηγορία των μονοκλονικών αντισωμάτων. 

Το alemtuzumab, που κυκλοφορεί ήδη από το 2015, είναι μια ενδοφλέβια, ιδιαιτέρως δραστική θεραπεία, η οποία απευθύνεται σε ασθενείς με ενεργή νόσο. Η χορήγησή του γίνεται στο νοσοκομείο και συνοδεύεται από πρόγραμμα παρακολούθησης. Χορηγείται σε δύο ετήσιες συνεδρίες, στην πρώτη συνεδρία εγχέεται σε πέντε διαδοχικές ημέρες και στη δεύτερη συνεδρία, 12 μήνες μετά, σε τρεις διαδοχικές μέρες.    

Όπως τονίστηκε στο 28ο Πανελλήνιο Συνέδριο Νευρολογίας, που έγινε πρόσφατα, το φάρμακο οδηγεί σε ανασύσταση του ανοσοποιητικού συστήματος επιτυγχάνοντας βελτίωση της προϋπάρχουσας αναπηρίας.

Ωστόσο, κρίσιμος παράγοντας είναι και ο χρόνος χορήγησης, όπως σημείωσαν στη «Ναυτεμπορική» στο πλαίσιο των εργασιών του συνεδρίου οι εκπρόσωποι της επιστημονικής κοινότητας, δεν θα πρέπει πλέον να αναμένουμε την εξέλιξη της νόσου για να επιχειρούμε μια δραστική παρέμβαση. Είναι σημαντική η έγκαιρη και αποτελεσματική θεραπευτική παρέμβαση.  

Με βάση την επιστημονική αναφορά στη δράση του alemtuzumab σημειώνεται ότι «αποτελεί μία αποτελεσματική θεραπευτική επιλογή σε ασθενείς με ενεργή πολλαπλή σκλήρυνση που επιτυγχάνει παράλληλα μείωση των υποτροπών και βελτίωση της αναπηρίας  για 1 στους 3 ασθενείς». 

Το alemtuzumab είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που στοχεύει το CD52, μια πρωτεΐνη που έχει υψηλή έκφραση στην επιφάνεια των Τ και Β κυττάρων. Τα κυκλοφορούντα T και B κύτταρα θεωρούνται υπεύθυνα για τη φλεγμονώδη διαδικασία στην Πολλαπλή Σκλήρυνση. Το alemtuzumab εξαλείφει τα κυκλοφορούντα T και B λεμφοκύτταρα μετά από κάθε συνεδρία θεραπείας. Οι τιμές των λεμφοκυττάρων στη συνέχεια αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου, με την αποκατάσταση του πληθυσμού των λεμφοκυττάρων να ποικίλλει ανάλογα με τους διαφορετικούς υπότυπους λεμφοκυττάρων.

Επιστημονική κοινότητα

Σύμφωνα με τον καθ. Κ. Δημήτρη Καρούση, διευθυντής του Κέντρου Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας του Τμήματος Νευρολογίας του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Hadassah: «Υπάρχει πλέον θεραπεία που βελτιώνει την αναπηρία. Νομίζω ότι κάθε νευρολόγος αυτό που θέλει είναι να δει τον ασθενή να βελτιώνεται. Φυσικά και να μη χειροτερεύει,  αλλά το σημαντικότερο είναι να διαπιστώνει ότι είναι δυνατόν να διορθωθεί κάποια αναπηρία, έστω και μερικώς. Ζούσαμε για πολλά χρόνια με το αξίωμα πως ό,τι χάνεται στη νευρολογία για πολύ καιρό, είναι για πάντα χαμένο και δεν επανέρχεται. Πλέον, στις φλεγμονώδεις παθήσεις όπως είναι η Σκλήρυνση κατά Πλάκας, φαίνεται ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Τουλάχιστον σε ένα ποσοστό μπορεί να υπάρχει ανάρρωση ή βελτίωση της αναπηρίας και αυτό, όπως φαίνεται, εξαρτάται από το πόσο ισχυρή και πόσο αποτελεσματική είναι η θεραπεία. Αυτό αποδεικνύεται για το συγκεκριμένο φάρμακο το οποίο έχει κατορθώσει να κάνει αυτό που δεν είχαμε δει με τα υπόλοιπα φάρμακα: να βελτιώσει την αναπηρία και μάλιστα σε εύλογο χρονικό διάστημα». 

Ο καθ. Καρούσης συμπληρώνει επίσης: «Γνωρίζουμε από μελέτες ότι το alemtuzumab δεν έχει διαφορά σε ασθενείς που το έλαβαν ως πρώτη θεραπεία σε σχέση με εκείνους στους οποίους χορηγήθηκε μετά από άλλες θεραπείες. Το σίγουρο είναι ότι ο ιδανικός ασθενής για μια τέτοια θεραπεία, από τη στιγμή που αναπλάθει και που κάνει ολιστική ανασύσταση του ανοσοποιητικού συστήματος είναι εκείνος που θα το λάβει όσο το δυνατόν νωρίτερα». 

Με τη σειρά του ο καθηγητής Νευρολογίας ΑΠΘ, κ. Νικόλαος Γρηγοριάδης, συμπληρώνει: «Έχουμε πολύ σημαντική εμπειρία από Έλληνες ασθενείς διότι το φάρμακο κυκλοφορεί ήδη στην Ελλάδα, με χορήγηση σε επιλεγμένα περιστατικά. Στην Πολλαπλή Σκλήρυνση αν δεν κάνεις σωστή επιλογή των ασθενών, γιατί ξέρουμε πολύ καλά ότι χρειάζεται εξατομικευμένη θεραπεία, δεν μπορείς να έχεις επιτυχία. Κανένα φάρμακο δεν είναι πανάκεια. Όλα τα φάρμακα έχουν τη θέση τους, έχουν το σκοπό τους, αλλά και φυσικά αισθανόμαστε τυχεροί που έχουμε στα χέρια μας ένα τέτοιο πολύ καλό φάρμακο. Από κει και μετά  αφού το χορηγήσεις υπάρχει η παρακολούθηση. Πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι ο ασθενής έχει τη διάθεση να συνεργαστεί καλά στη συνέχεια μαζί μας και για μακρύ χρονικό διάστημα ώστε να γίνονται προγραμματισμένα όλες οι απαραίτητες εξετάσεις οι οποίες θα τον προφυλάξουν από ενδεχόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες».

Σχετικά με τις επικείμενες παρενέργειες, ο ομότιμος καθηγητής Νευρολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Αλέξανδρος Παπαδημητρίου σημειώνει: «Η χορήγηση γίνεται με νοσηλεία. Είναι πέντε εγχύσεις που γίνονται σε πέντε ημέρες και επαναλαμβάνεται το σχήμα ένα χρόνο μετά για τρεις ημέρες. Θέλει ιδιαίτερη προσοχή η χορήγηση του εν λόγω φαρμάκου καθώς είναι ένα νοσοκομειακό φάρμακο. Οι γιατροί γνωρίζουν πάρα πολύ καλά αν υπάρξει κάποια παρενέργεια πώς να την αντιμετωπίσουν».  

Σύμφωνα επίσης με τον αναπληρωτή καθηγητή Νευρολογίας -Νευροανοσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Κωνσταντίνο Κυλιντηρέα: «Το alemtuzumab είναι μία θεραπεία άλλης φιλοσοφίας. “Πετάει έξω” τα λεμφοκύτταρα και το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα ευεργετικό για τον ασθενή. Αυτό θα το δει κανείς αμέσως όταν έχει υψηλή δραστηριότητα η νόσος. Τότε τα αποτελέσματα είναι εκπληκτικά διότι τα βλέπεις αμέσως, ιδιαίτερα όταν οι ασθενείς έχουν εμφανίσει αντίσταση σε προηγούμενες θεραπείες». 

Στο ίδιο συνέδριο παρουσιάστηκαν επιστημονικά στοιχεία και για την τεριφλουνομίδη. Η τεριφλουνομίδη είναι μία αποτελεσματική από του στόματος χορηγούμενη ανοσοτροποποιητική θεραπεία με σημαντική μείωση στις υποτροπές, στον κίνδυνο εξέλιξης της αναπηρίας, καθώς και στον ρυθμό απώλειας εγκεφαλικού όγκου σε βάθος χρόνου. 

Σχετικά με την τεριφλουνομίδη, ο καθ. κ. Γρηγοριάδης αναφέρει: «Η τεριφλουνομίδη έχει έναν εκλεκτικό μηχανισμό δράσης ο οποίος της επιτρέπει να δρα στα ενεργοποιημένα λεμφοκύτταρα και να τα αδρανοποιεί τελείως. Η καινοτομία της έγκειται ακριβώς στην εκλεκτικότητά της. Δεν είναι ένα γενικώς ανοσοκατασταλτικό φάρμακο  αλλά έχει την εκλεκτικότητα να δρα σε ενεργοποιημένα λεμφοκύτταρα». Επίσης, ο ομοτ. καθ. κ. Παπαδημητρίου επισημαίνει: «Το πλεονέκτημα του συγκεκριμένου φαρμάκου είναι το απλό δοσολογικό σχήμα, ένα δισκίο την ημέρα. Δεν έχει ιδιαίτερες παρενέργειες, ενώ η παρακολούθηση είναι απλή. Κάθε 3-4 μήνες γίνονται κάποιες εξετάσεις».