Skip to main content

Πτώση του χρόνου χρήσης του Facebook από τους χρήστες του

Το Facebook παρείχε διαβεβαιώσεις στους επενδυτές του την Τετάρτη ότι ο τομέας των ψηφιακών διαφημίσεών του θα παραμείνει εξαιρετικά επικερδής, παρά τη μείωση του χρόνου χρήσης του από τους χρήστες και τις αλλαγές στο News Feed.

Όπως αναφέρει το Reuters, η εταιρεία ανακοίνωσε πως τα έσοδα τριμήνου αυξήθηκαν 47% σε σχέση με έναν χρόνο πριν, και τα εκτελεστικά στελέχη της δήλωσαν πως διαβλέπουν ακόμα περισσότερες ευκαιρίες για κέρδη ακόμα και αν οι χρήστες περνούν λιγότερο χρόνο στο Facebook.

Το ποιες θα είναι οι επιδράσεις από τις αλλαγές στα προϊόντα του Facebook, στις οποίες το κοινωνικό δίκτυο προβαίνει μετά τις αποδοκιμασίες σχετικά με την παραπληροφόρηση και τα fake news στην πλατφόρμα του, είναι ένα ερώτημα το οποίο απασχολεί αναλυτές εντός και εκτός της εταιρείας. Όπως ανακοινώθηκε, στα τέλη του προηγούμενου έτους ο χρόνος που περνούν οι χρήστες στο Facebook είχε μειωθεί κατά περίπου 50 εκατ. ώρες ημερησίως. Σημειώνεται πως, μετά από αυτές τις ανακοινώσεις, η αξία της μετοχής του Facebook έπεσε κατά πάνω από 4%.

Εκτελεστικά στελέχη του Facebook εξέφρασαν την αισιοδοξία τους, υποστηρίζοντας πως οι αλλαγές που γίνονται ως απάντηση στις επικρίσεις μακροπρόθεσμα θα ευνοήσουν την εταιρεία- ενώ βραχυπρόθεσμα η ζημιά μπορεί να μην είναι καν σοβαρή.

«Θέλω να είμαι ξεκάθαρος: Η πιο σημαντική δύναμη της επιχείρησής μας δεν ήταν ποτέ από μόνος του ο χρόνος που περνούν οι χρήστες. Είναι η ποιότητα των συζητήσεων και των διασυνδέσεων» είπε ο ιδρυτής του Facebook, Μαρκ Ζάκερμπεργκ. Η πρόβλεψη αυτή προκάλεσε ανάκαμψη της μετοχής, που σημείωσε άνοδο κατά 1,4%.

Οι 1,40 δισ. ενεργοί ημερήσιοι χρήστες ήταν 14% περισσότεροι από αυτούς πέρυσι, αλλά κάτω από τις προβλέψεις αναλυτών για 1,41 δισ. το τέταρτο τρίμηνο. Επίσης, ο αριθμός των ημερήσιων χρηστών στις ΗΠΑ και τον Καναδά έπεσε για πρώτη φορά στην ιστορία του Facebook: Συγκεκριμένα μειώθηκαν κατά 700.000 από ένα τρίμηνο πριν, στα 184 εκατομμύρια.

Παρόλα αυτά τα συνολικά έσοδα δεν έδειξαν να επηρεάζονται σημαντικά, σημειώνοντας αύξηση 47% στα 12,97 δισ. δολάρια, ξεπερνώντας τις προβλέψεις αναλυτών για 12,55 δισ.