Skip to main content

Οι κυνηγοί-συλλέκτες ήταν… χορτοφάγοι

Νέα μελέτη ανατρέπει τη κρατούσα ανθρωπολογική θεωρία

Ο όρος κυνηγός-συλλέκτης ή τροφοσυλλέκτης, χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα μέλη των κοινωνιών στις οποίες η περισσότερη ή όλη η τροφή εξασφαλίζεται μόνο από το κυνήγι άγριων ζώων. Οι κυνηγοί-συλλέκτες ήταν ο αρχικός τρόπος ζωής των ανθρώπων και διήρκεσε για σχεδόν τα 9/10 της παρουσίας του ανθρώπου στη Γη. Οι ανθρωπολόγοι εκτιμούν ότι έως 12.000 χρόνια πριν όλες οι ανθρώπινες κοινωνίες ζούσαν με αυτό τον τρόπο. Με την ανάπτυξη της γεωργίας οι κυνηγοί-συλλέκτες εκτοπίστηκαν σταδιακά από τις αγροτικές και κτηνοτροφικές κοινωνίες στα περισσότερα μέρη του κόσμου.

Η κυρίαρχη εικόνα είναι οι μακρινοί μας πρόγονοι να κάθονται γύρω από μια φωτιά και να τρώνε κρέας. Όμως ερευνητική ομάδα με επικεφαλής επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Ουαϊόμινγκ στις ΗΠΑ και του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια υποστηρίζει ότι η εικόνα αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Κάνοντας εξειδικευμένες αναλύσεις σε οστά ανθρώπων που ζούσαν σε περιοχές των Άνδεων στο σημερινό Περού πριν από 9 ως 6,5 χιλιάδες χρόνια οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διατροφή των κυνηγών-συλλεκτών ήταν σε ποσοστό 80% χορτοφαγική και το κρέας βρισκόταν στο περιθώριο του διαιτολογίου τους.  Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι βασική πηγή διατροφής αυτών των ανθρώπων ήταν βολβοί, κόνδυλοι και φυτά που αναπτύσσονται κάτω από το χώμα όπως η πατάτα.

«Πολλά αρχαιολογικά πλαίσια για του κυνηγούς-συλλέκτες επικεντρώνονται στο κυνήγι και στις δίαιτες που ήταν βαριές σε κρέας  αλλά διαπιστώνουμε ότι οι κυνηγοί-συλλέκτες στις Άνδεις έτρωγαν κυρίως φυτικές τροφές όπως άγριους κονδύλους. Δεδομένου ότι οι αρχαιολογικές προκαταλήψεις παραπλανούν από καιρό τους αρχαιολόγους – συμπεριλαμβανομένης και εμένα – στις Άνδεις τουλάχιστον η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική και είναι πιθανό ότι παρόμοιες έρευνες σε άλλα μέρη του κόσμου θα δείξουν ότι οι αρχαιολόγοι το έχουν κάνει λάθος και η χορτοφαγική διατροφή ήταν διαδεδομένη» αναφέρει η Τζένιφερ Τσεν, εκ των επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.

Naftemporiki.gr