Eπίσημη ενημέρωση για την απόσυρση των ΗΠΑ από την Συμφωνία του Παρισιού για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, έστειλε χθες Παρασκευή στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αφήνοντας όμως ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας εκ νέου συμμετοχής στη συμφωνία, στην περίπτωση σύναψης μιας καλύτερης συμφωνίας για τις ΗΠΑ.
Στην ανακοίνωση που εξέδωσε το αμερικανικό ΥΠΕΞ υπογραμμίζεται ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να συμμετέχουν σε διεθνείς διαπραγματεύσεις για το κλίμα, όπως την 23η διάσκεψη των συμβαλλόμενων μερών της Σύμβασης πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος, σε όλη την διάρκεια της διαδικασίας αποχώρησης, που αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον τρία χρόνια.
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες στηρίζουν μια ισορροπημένη προσέγγιση στην πολιτική για το κλίμα που οδηγεί στην μείωση των εκπομπών αερίων, ενώ προάγει την οικονομική ανάπτυξη και διασφαλίζει την ενεργειακή ασφάλεια», τονίζεται στην ανακοίνωση.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε τον Ιούνιο την απόφασή του για την απόσυρση των ΗΠΑ από την Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, υποστηρίζοντας ότι αυτή κοστίζει στις ΗΠΑ τρισεκατομμύρια δολάρια, στερεί θέσεις εργασίας και θέτει εμπόδια στις βιομηχανίες πετρελαίου, φυσικού αερίου, άνθρακα και μεταποίησης.
Ο ίδιος πάντως έχει δηλώσει ότι η Ουάσιγκτον είναι ανοιχτή στην επαναδιαπραγμάτευση της Συμφωνίας, η οποία συνήφθη από σχεδόν 200 χώρες στο Παρίσι το 2015, με παγκόσμιους ηγέτες ωστόσο να διαμηνύουν ότι η διεθνής συμφωνία είναι μη αναστρέψιμη.
Στη διάρκεια της επίσκεψης Τραμπ στο Παρίσι τον περασμένο μήνα και την συνάντησή του με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, οι δύο ηγέτες συζήτησαν το θέμα και ο Τραμπ επισήμανε στους δημοσιογράφους ότι: «Κάτι μπορεί να γίνει σχετικά με την Συμφωνία του Παρισιού».
«Όπως ο πρόεδρος επισήμανε στην ανακοίνωσή του την 1η Ιουνίου και ακολούθως, είναι ανοιχτός σε μια εκ νέου συμμετοχή των ΗΠΑ στην Συμφωνία του Παρισιού αν η Ουάσιγκτον εντοπίσει πιο ευνοϊκούς όρους για τις επιχειρήσεις, τους εργαζόμενους, τους πολίτες και τους φορολογουμένους της», υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Reuters, AFP