Skip to main content

Η νέα προσοδοθηρία και η Ελλάδα

Από την έντυπη έκδοση

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Στο πολύκροτο βιβλίο του «Το Κεφάλαιο στον 21ο Αιώνα», ο Γάλλος καθηγητής και οικονομολόγος Τομάς Πικετί τονίζει ότι η ταχύτερη άνοδος της προσοδοθηρίας έναντι της παραγωγής είναι και η κύρια αιτία της ανόδου των ανισοτήτων, κυρίως στον αναπτυγμένο κόσμο -και δεν έχει άδικο από αυτή την οπτική γωνία θεώρησης των πραγμάτων.

Η οικονομική έρευνα και ανάλυση αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο ορισμένες κοινωνικές ομάδες εξασφαλίζουν πόρους στη δημιουργία των οποίων ελάχιστα έχουν συμβάλλει. Με άλλα λόγια, ως προϊόν κερδοσκοπικών τάσεων που δημιουργούν φούσκες, η προσοδοθηρία προκαλεί παραμορφώσεις σε μία οικονομία και το κοινωνικό της υπόβαθρο και άρα φαλκιδεύει τη γενικότερη πρόοδο και προσαρμογή. Υπό αυτή την έννοια, η προσοδοθηρία υπήρξε μία βασική αιτία της ελληνικής χρεοκοπίας και σήμερα τα απομεινάρια της εμποδίζουν κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια.

Θα πρέπει όμως να δεχθούμε ότι η ελληνική προσοδοθηρία έχει ορατές και άυλες πηγές και, υπό αυτή την έννοια, παρουσιάζει ιδιαιτερότητες που δεν είναι όλες αρνητικές. Από καταβολής του νεοελληνικού κράτους, μία πηγή των προσόδων ήταν εξωγενής. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η πηγή αυτή μεταφράστηκε σε αμερικανική βοήθεια και από το 1981 και μετά σε ευρωπαϊκά χρήματα, που σε καθαρές, μη δανειακές ροές εκτιμάται σε 210 δισεκατομμύρια ευρώ -ποσόν που χονδρικά αντιπροσωπεύει 25 χρόνια τουριστικά έσοδα. Συνιστά δε μία από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως οικονομικές βοήθειες που έχει δεχθεί μία χώρα για να μπορέσει να προοδεύσει και να προσαρμοσθεί στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας.

Το ερώτημα που τίθεται έτσι είναι αυτό της ερμηνείας αυτών των ροών. Όπως έχει κατά καιρούς επισημάνει ο καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη κ. Γιώργος Πρεβελάκης, «από την ίδρυσή της η Ελλάδα διαθέτει δύο μεγάλες πηγές προσόδου. Κατ’ αρχήν, ο συμβολικός ρόλος της αρχαιότητας για την Ευρώπη εξασφαλίζει πολιτική, διπλωματική και οικονομική υποστήριξη, αναντίστοιχη με τις ελληνικές επιδόσεις. Κατόπιν, η γεωστρατηγική θέση του ελλαδικού εδάφους συμβάλλει, επίσης, στην εξασφάλιση προσόδου. Τέλος, η ελλαδική κρατική προσοδοθηρία σχετίζεται με τον ρόλο των ιδρυτικών ελίτ, τους κληρονόμους της φαναριώτικης σχετικής τεχνογνωσίας».

Όμως, την περίοδο 2009-2015 το πρόσφατο προσοδοθηρικό πλαίσιο κατέρρευσε. Το πολιτικό σύστημα, με τη συνήθη θεσμική χαρακτηριστική αδράνεια, φθείρεται επί επταετία, καθώς αδυνατεί να συνεχίσει να αντλεί πρόσοδο από την Ευρώπη και το ευρώ. Τι πρέπει και τι μπορεί να προτείνει μία νέα πολιτική στους Έλληνες πολίτες; «Ο ηθικοπλαστικός λόγος εναντίον της προσοδοθηρίας εν γένει ούτε στην εποχή μας αντιστοιχεί, ούτε έχει απήχηση στο πολυμήχανο και καιροσκοπικό ελληνικό πνεύμα» τονίζει ο καθηγητής Γ. Πρεβελάκης, και από μία άποψη η προσέγγισή του είναι ορθή.

Πλην όμως, υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα. Ποια πηγή παραγωγής πλούτου μπορεί να αναπληρώσει το κενό που αφήνει η κάμψη της εξωγενούς προσόδου, την ώρα που σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρούνται κοσμογονικές αλλαγές στο γεωοικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον; Αμέσως μετά προκύπτει ένα νέο σοβαρό ερώτημα, που είναι αυτό του κατά πόσον η σημερινή Ελλάδα μπορεί να πραγματοποιήσει δυτικού τύπου μεταρρυθμίσεις, τις οποίες εν τέλει δεν τις θέλει. Άρνηση η οποία οδηγεί στο τρίτο ερώτημα, που είναι αυτό της ανταπόκρισης στον διεθνή ανταγωνισμό μίας χώρας που δεν θέλει να καταλάβει τις παραμέτρους του.

Στο πλαίσιο αυτής της κατάστασης, οι τρέχουσες πολιτικές εξαντλούνται στην εξασφάλιση κάποιων τελευταίων προσοδοθηρικών ικμάδων, αλλά σχεδόν τίποτε δεν γίνεται στο επίπεδο της παραγωγής. Ακόμα χειρότερα για την ενίσχυση της τελευταίας, πολύ περιορισμένα είναι και τα διαθέσιμα κεφάλαια, πέρα από κάποια κερδοσκοπικά που αναζητούν γρήγορες υψηλές αποδόσεις. Συνεπώς, είναι καιρός να αναζητηθούν νέες πρόσοδοι. Διότι λιτότητα και ανεργία δεν μπορούν να διαιωνίζονται.

Είναι συνεπώς ζωτικό στην παρούσα φάση να αξιοποιηθούν τα θεσμικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού μας και, μέσω αυτής της διαδικασίας, να εντοπισθούν νέες μορφές προσόδου. Προϋπόθεση γι’ αυτό αποτελεί το άνοιγμα, πολιτική με πολύ ευρύτερη έννοια από μία απλή οικονομική εξωστρέφεια. Η Ελλάδα μπορεί να στηριχτεί στις εξωελλαδικές ελληνικές δυνάμεις, τη διασπορά και τη ναυτιλία, από τις οποίες την αποξένωσε η περίκλειστη ευρωγενής προσοδοκρατία. Μπορεί, για παράδειγμα, να αναπτύξει καινοτόμους δραστηριότητες με τη συνδρομή της ελληνικής τεχνολογικής και ακαδημαϊκής διασποράς, όπως έχει επιτύχει το Ισραήλ στον τομέα της πληροφορικής. Αυτή η μορφή της εισαγωγής τεχνογνωσίας, για την οποία δεν έχει συμβάλει η ελληνική κοινωνία, αποτελεί μία νέα πηγή προσόδου. Μπορεί επίσης να αναδειχθεί σε περιφερειακό κέντρο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ανοίγοντας εγχώρια παραρτήματα μεγάλων ξένων πανεπιστημίων.

Όπως έχει δείξει ο Σάμιουελ Χάντινγκτον, η σύγχρονη ενεργός αλληλεγγύη στηρίζεται περισσότερο στην πολιτισμική και λιγότερο στη γεωγραφική εγγύτητα. Η συνεπαγόμενη ισχυροποίηση των διασπορικών δικτύων και ταυτοτήτων δημιουργεί για τον ελλαδικό χώρο και τον πληθυσμό του νέες δυνατότητες προσόδου. Καθώς αντικαθίσταται η πρόσοδος που ελέγχεται και διανέμεται από το κράτος -δηλαδή οι επιδοτήσεις και τα δάνεια- από «δικτυωτές» μορφές, η νέα ανοικτή προσοδοθηρία συνεπάγεται περιορισμό του κρατισμού και της πελατειακής συμπεριφοράς.

Το νέο πολιτικό αφήγημα οφείλει να αναδείξει τις δυνατότητες για ανανέωση και όχι κατάργηση της προσόδου. Όμως, ταυτοχρόνως, πρέπει να δείξει ότι η «εσωτερική» προσοδοθηρία -η οποία ευνοείται από το κλείσιμο- αποτελεί τροχοπέδη για την «εξωτερική» πρόσοδο. Μόνον επενδύοντας στις εκ κληρονομίας πολιτισμικές δομές, μέρος των οποίων αποτελούν καλώς ή κακώς η προσοδοθηρία και ο καιροσκοπισμός, μπορεί να κινητοποιηθεί εκ νέου η δημιουργικότητα στην Ελλάδα.

Αυτή είναι μία μεγάλη πρόκληση της εποχής μας. Ως τέτοια, ωστόσο, αποτελεί και προϋπόθεση εξόδου μας από τη σημερινή κατάσταση αποπληξίας.