Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Οταν, κύριε, οι συνθήκες αλλάζουν, αλλάζω και εγώ ιδέες», είχε δηλώσει ο μεγάλος Τζον Μέιναρντ Κέινς και η παρατήρησή του αυτή είναι εξόχως επίκαιρη. Για αρκετούς παρατηρητές – αναλυτές των διεθνών τάσεων και εξελίξεων το ότι η φετινή χρονιά θα μπορούσε τελικά να αποδειχθεί αφετηρία για επιστροφή σε μια πιο δυναμική παγκοσμιοποίηση, φαίνεται παρατραβηγμένο. Η πανδημία προκάλεσε σοβαρά ρήγματα στο παγκοσμιοποιημένο σύστημα, τα οποία δεν είναι εύκολο να εκλείψουν ως διά μαγείας επειδή βελτιώθηκαν τα συστήματα εγκλεισμού και προχωρούν οι εμβολιασμοί.
Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί ιστορικοί της Οικονομίας, όπως ο καθηγητής του πανεπιστημίου Πρίνστον Χάρολντ Τζέιμς, υποστηρίζουν ότι η παρατήρηση/ανάλυση προηγούμενων κρίσεων οδηγεί περισσότερο στην έλευση μιας «χρυσής εποχής» για την παγκοσμιοποίηση, παρά στο τέλος της, που ονειρεύονται οι φαιοκόκκινοι εχθροί της.
Βασικό δε επιχείρημά του είναι ότι όλες οι σοβαρές κρίσεις από το 1840 και μετά, παρά τους δύο παγκόσμιους πολέμους, την πανδημία της ισπανικής γρίπης και τη χρηματοοικονομική κατάρρευση του 1930, τελικά κατέληξαν σε περιόδους ισχυρής και πρωτόγνωρης για την ανθρώπινη ιστορία περιόδους οικονομικής ανάπτυξης. Το ίδιο βέβαια συνέβη και μετά τις δύο πετρελαϊκές κρίσεις του 1970 και του 1973.
Αντί να οδηγήσουν στις καταστροφές που προέβλεπαν η Λέσχη της Ρώμης και άλλοι διεθνείς οργανισμοί, τελικά ενίσχυσαν τόσο την παγκοσμιοποίηση όσο όμως και τη διεθνή νομισματική και οικονομική ολοκλήρωση μέσω της αλληλεξάρτησης. Τη δε περίοδο που ακολουθούσε τις παραπάνω κρίσεις, αντί να αποδυναμωθούν η φιλελεύθερη διεθνής τάξη και η μικτή οικονομία, κατέρρευσε ο σοβιετικός κομμουνισμός, ο οποίος λόγω βαριάς αρτηριοσκλήρυνσης και υψηλής διαφθοράς δεν είχε καμία απολύτως δυνατότητα προσαρμογής στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον. Το αντίθετο συνέβη στην κομμουνιστική Κίνα, όπου μπροστά στην πραγματικότητα η μαοϊκή δογματική ακαμψία έδωσε τη θέση της στη Θεωρία ότι το χρώμα της γάτας δεν έχει σημασία, γιατί προέχει η ικανότητά της να πιάνει ποντίκια.
Έτσι, από το 1979 και μετά, η αχανής αυτή χώρα άρχισε να ανοίγεται στη διεθνή οικονομία, να γνωρίζει απίστευτους ρυθμούς ανάπτυξης και σήμερα να διεκδικεί την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία από τις ΗΠΑ. Παράλληλα, η Κίνα του 1,2 δισ. καταναλωτών, λόγω του χαμηλού της παραγωγικού κόστους, συνέβαλε αποφασιστικά στη μείωση των διεθνών πληθωριστικών πιέσεων, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό οδηγεί τις αναπτυγμένες δυτικές οικονομίες στην υπερχρέωση με στόχο να στηρίζουν την κατανάλωση στο εσωτερικό τους. Στο πλαίσιο αυτό, οι πετρελαϊκές κρίσεις οδήγησαν σταδιακά στην απελευθέρωση της παγκόσμιας ροής κεφαλαίων, η οποία από 60 δισ. δολάρια την ημέρα το 1975 έφθασε τα 660 δισ. ημερησίως το 1987 και τα 1.200 δισ. το 2000. Αυτή την απελευθέρωση που επέτρεψε στα κράτη να δανείζονται πολύ εύκολα και γρήγορα άφθονο χρήμα, κάποιοι τη βάπτισαν «νεοφιλελευθερισμό», μια έννοια που δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με το φαινόμενο.
Ωστόσο, αυτός ο «νεοφιλελευθερισμός» επιτρέπει την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας, η οποία ως φαίνεται αποτελεί ήδη το εφαλτήριο για μια άλλη παγκοσμιοποίηση στον 21ο αιώνα. Μια παγκοσμιοποίηση που δεν θα υπαγορεύεται μόνον από χρηματοοικονομικά κριτήρια, αλλά και από σοβαρές εξελίξεις, όπως είναι οι πανδημίες, οι κατά τόπους επιδημίες, τα μεταναστευτικά ρεύματα και βέβαια οι διάφορες διακυμάνσεις και επιπτώσεις της περίφημης πλέον κλιματικής αλλαγής.
Στις προηγούμενες κρίσεις, υπήρχε μια άμεση και ισχυρή παγκόσμια ζήτηση για φθηνά και αξιόπιστα προϊόντα. Στα μέσα του 19ου αιώνα επρόκειτο για είδη διατροφής, ενώ τη δεκαετία του 1970 ήταν το πετρέλαιο και τα διεθνή εμπορεύματα. Σήμερα όλα δείχνουν ότι η παγκόσμια ζήτηση θα αφορά ιατρικό υλικό, δεδομένα, ημιαγωγούς και μέταλλα σπανίων γαιών. Για να υπάρξει έτσι αποτελεσματική ανταπόκριση σ’ αυτή τη νέα παγκόσμια ζήτηση και τις κρίσεις της, όλα τα παραπάνω νέου τύπου εμπορεύματα θα πρέπει να παράγονται και να είναι διεθνώς εμπορεύσιμα από όσο γίνεται πιο πολλούς προμηθευτές.
Επομένως, κυβερνήσεις και επιχειρήσεις θα χρειαστεί να λάβουν το μήνυμα το ταχύτερο δυνατόν, να αλλάξουν ιεραρχικά πρότυπα, να καινοτομούν και να μετασχηματίζονται, όπως αυτό συνέβη στα μισά του 19ου αιώνα. Η απομόνωση και οι γελοίοι προστατευτισμοί οδηγούν σε αποκλεισμό από ευκαιρίες αξιοποίησης καινοτομιών και νέων πειραματισμών. Αν σε χρόνο ρεκόρ ο πλανήτης απέκτησε εμβόλια για την αντιμετώπιση της ύπουλης νόσου Covid-19, αυτό οφείλεται στην παγκοσμιοποίηση και όχι στα ξόρκια και στις εθνικιστικές κορόνες. Και ας μην ξεχνάμε εδώ στην Ελλάδα, ότι η παγκοσμιοποίηση της αναζήτησης ευτυχίας αποτελεί την πρώτη ύλη για την ανάπτυξη του τουρισμού.