Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Δεν έχεις τίποτα να πεις. Ούτε για τα άνθη του λωτού, ούτε για την ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής ζωής ή την πολιτικοποίηση του ποδοσφαίρου. Μήτε για την ανησυχία στο Αιγαίο, μήτε για ανθρώπων έργο μοιραίο.
Μήτε για την ηλιθιότητα -και τον τρίτο «νόμο», που ορίζει ότι «ηλίθιος είναι ένας άνθρωπος που προκαλεί απώλειες σε άλλους, παρόλο που εκείνος δεν αποκομίζει τίποτα ή μπορεί και ο ίδιος να έχει απώλειες»-, μήτε για τη χολερικότητα.
Δεν έχεις τίποτα να πεις για αθέατα και φανερά συμφέροντα με αξιοθαύμαστη συνέχεια, που λαφυραγωγούν τη δημόσια προσοχή με αναίδεια.
Δεν έχεις τίποτα να πεις για υποψηφιότητες και αμφίβολες ποιότητες, μικροεξουσίες και θορυβώδεις, ανούσιες παρουσίες, φέουδα και μισοφέγγαρα, για σχήματα νεκρά, ωστόσο απτά, για διαπλοκές και επιπλοκές, για πτώσεις και εκπτώσεις. Δεν έχεις τίποτα να πεις για τη δουλική προθυμία όσων αναπαράγουν τη φλυαρία.
Δεν έχεις τίποτα να πεις. Θέμα επιβίωσης τούτο τον χυλό να απωθείς. Πότε θα προσαρμοστείς; Βρες κάτι να υπερασπιστείς. Αν αξίζει κάτι, η υπεράσπιση είναι απάτη.
Ταξίδεψε τότε σε κάτι, όχι κατ’ ανάγκη ηρωικό και πένθιμο, μα έντιμο. Άνοιξε τα βιβλία, ανάπνευσε Ιστορία. Πέφτεις σε μια κραυγή αγωνίας προ πεντηκονταετίας. Στις 29 Μαρτίου 1969 διανεμήθηκε στους Έλληνες δημοσιογράφους και στους ξένους ανταποκριτές η δήλωση του Γιώργου Σεφέρη υπογεγραμμένη. Μια προσωπική κατάθεση, που προσδιορίζει ως αναπότρεπτο τέλος της εκτροπής μια τραγωδία. «Το δράμα αυτού του τέλους μάς βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου… Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό». Δεν ήταν μια απλή προειδοποίηση. Ήταν πνευματική εκδήλωση αντίστασης.
«Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό, και, μπορώ να το πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος».
Εσύ, μικρός άνθρωπος, πτωχαλαζόνας, της στιγμής θαμώνας, δεν έχεις τίποτα να πεις. Μόνο στον καθρέπτη να εξομολογηθείς. «Προκόβουμε καταπληκτικά»…