Skip to main content

Οικονομία «ισχύος» αντί για οικονομία της αγοράς

Η Ευρώπη βυθίζεται όλο και περισσότερο σε κρίση: Ο πληθωρισμός εισέρχεται στην άγνωστη,διψήφια εποχή για την ευρωζώνη. Η οικονομία χάνει τη δυναμική της, ενισχύοντας τους φόβους ότι η ύφεση είναι πλέον σχεδόν αναπόφευκτη.

Η Ευρώπη βυθίζεται όλο και περισσότερο σε κρίση: Ο πληθωρισμός εισέρχεται στην άγνωστη, διψήφια εποχή για την ευρωζώνη. Η οικονομία χάνει τη δυναμική της, ενισχύοντας τους φόβους ότι η ύφεση είναι πλέον σχεδόν αναπόφευκτη.

Αντίθετα, το μόνο πράγμα που φαίνεται να μην παίρνει  ρεπό είναι οι τιμές. Τον Οκτώβριο σημείωσαν άνοδο 10,7% στην ευρωζώνη, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Προς το παρόν, δεν φαίνεται καν ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα χαλιναγωγήσουν τις τιμές. Μιλάμε πλέον για την πιο σκοτεινή ώρα της Ευρώπης.

Μόνο που τα μαύρα σύννεφα στην ευρωπαϊκή οικονομία είχαν φανεί εδώ και μήνες, σχεδόν από τότε που η Μόσχα εισέβαλε στην Ουκρανία. Αλλά ουδείς φαίνεται να συγκινείται στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες τουλάχιστον, και να βάζει το δάχτυλο στην πληγή: Να αναλάβει η Ευρώπη πρωτοβουλία για να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση-έστω και επώδυνη-στον πόλεμο. Σαν υπνοβάτες συμπεριφέρονται οι Ευρωπαίοι ηγέτες, βαδίζοντας στο άγνωστο. Στο ρυθμό που χτυπάνε τα τύμπανα στην άλλη ακτή του Ατλαντικού.

Τι κι αν οι περισσότεροι αναλυτές , αλλά και η Goldman Sachs, κάνουν λόγο για σαφή επιδείνωση του δείκτη του οικονομικού κλίματος και προβλέπουν ότι η ύφεση θα συνεχιστεί μέχρι τα μέσα του 2023.

Σε αυτό το πολύ αβέβαιο και ευαίσθητο πλαίσιο για την Ευρωζώνη , η συζήτηση για τις κινήσεις της ΕΚΤ τον προσεχή Δεκέμβριο έχει ήδη ανάψει: κατά πόσο θα πρέπει να αυξηθούν περαιτέρω τα επιτόκια, 50 ή 75 μονάδες βάσης. Το πιο πιθανό είναι να αυξηθεί η δόση της θεραπείας που εφαρμόζει η ΕΚΤ, παρά το γεγονός ότι η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνεται. Εκφράζεται, μάλιστα, ο φόβος ότι αυτός ο επιθετικός και ξαφνικός ρυθμός αύξησης του κόστους του  χρήματος θα επιτείνει την ύφεση, με ακριβότερα δάνεια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Ο Ρόμπερτ Ράιχ ,πρώην οικονομικός σύμβουλος του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα και υπουργός υπό τον Μπιλ Κλίντον βάζει ωστόσο στο τραπέζι και άλλη μία διάσταση των πληθωριστικών πιέσεων: Η αιτία του πληθωρισμού είναι η ισχύς στην αγορά των μεγάλων εταιρειών, η οποία υπαγορεύει τις τιμές, εξηγεί ο Ράιχ. Χρησιμοποιεί το παράδειγμα της Pepsi και της Coca-Cola: «Η Pepsi αύξησε τις τιμές επειδή το κόστος των πρώτων υλών, των μεταφορών και των μισθών αυξήθηκε –αλλά στη συνέχεια ανέφερε κέρδη 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων». Και ο μεγάλος αντίπαλος της Pepsi, η Coca-Cola, έχει επίσης αυξήσει τις τιμές και κατά συνέπεια τα κέρδη της, λέει ο πρώην υπουργός του Κλίντον σε βίντεο
στα social media, όπου διαθέτει περισσότερους από τέσσερα εκατομμύρια followers.

Αντί ο ανταγωνισμός να αναγκάζει τους κολοσσούς να μειώσουν τις τιμές, μερικές μεγάλες εταιρείες μπορούν και τις αυξάνουν κατά βούληση, υποστηρίζει ο Ράιχ.
Αλλά και η γερμανική Handelsblatt,  μια εφημερίδα πολύ  φιλική προς τις επιχειρήσεις, αφιέρωσε πρόσφατα οκτώ ολόκληρες σελίδες στο θέμα ,υπό τον τίτλο «Οικονομία ισχύος αντί οικονομία αγοράς». Η γερμανική εφημερίδα επικαλέστηκε τον καθηγητή οικονομικών της Βόννης Χέρμαν Σίμον που είπε: «Όπου δεν υπάρχει ανταγωνισμός, το πληρώνει ο πελάτης!».

Ο Σίμον δίνει ένα παράδειγμα: «Στον τομέα λιανικής πώλησης τροφίμων στη Γερμανία, τέσσερις εταιρείες ελέγχουν το 85% της αγοράς». Και στον τομέα της τεχνολογίας, η Apple, η Alphabet-Google, η Microsoft και η Meta-Facebook, με τα υψηλά μερίδια αγοράς τους, εξασφαλίζουν περιθώρια κέρδους από 25 έως 35 % . Δεν  υπάρχει σχεδόν κανένας άλλος τομέας της οικονομίας με τέτοια κέρδη, γράφει η Handelsblatt

Η Apple, για παράδειγμα, είχε πωλήσεις 368 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2021. «Αυτό οδηγεί σε ιστορικά, μοναδικά κέρδη», λέει ο Γερμανός καθηγητής Οικονομικών.

Υπολογίζει ότι ακόμη και σήμερα, οι μεγάλες ενεργειακές εταιρείες είναι εξαιρετικά κερδοφόρες χάρη στην ισχύ τους στην αγορά. Ο Σίμσον υπολογίζει ότι οι πέντε μεγαλύτερες αμερικανικές και ευρωπαϊκές ενεργειακές πολυεθνικές εταιρείες ,πραγματοποίησαν κέρδη 62 δισεκατομμυρίων δολαρίων μόνο το δεύτερο τρίμηνο.

Το φαινόμενο είναι συγκρίσιμο μόνο με την κατάσταση γύρω στο 1900. Εκείνη την εποχή υπήρχε το μονοπώλιο Standard Oil του Ροκφέλερ στη βιομηχανία πετρελαίου , που έκανε ο,τι ήθελε…