Από την έντυπη έκδοση
Tου Α.Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Τη συλλέξαμε τη διατύπωση περί «επιστροφής στο μέλλον» από κυβερνητική αναφορά στην οικονομική πολιτική, μετά την κατάθεση του Προϋπολογισμού 2020 και την προώθηση ρυθμίσεων στα πλαίσια της ενισχυμένης μεταμνημονιακής παρακολούθησης υπό το βλέμμα του Eurogroup.
Αν καλά το καταλάβαμε, πρόθεση υπήρξε να φανεί ότι λογική της κυβέρνησης ήταν -αφού ολοκληρώνει στην ουσία μια διαχείριση εκκρεμοτήτων παρελθόντος, καθώς με την εξαίρεση π.χ. της μείωσης ΕΝΦΙΑ 2019 που προέταξε ευθύς με την ανάληψη της εξουσίας βασικά έμεινε σε εξαγγελίες τομών όπως π.χ. στο Ασφαλιστικό ή τα φορολογικά που ενσωματώνει τώρα ο Προϋπολογισμός, πλην διαχειριζόμενη μακροοικονομικά όποια ισορροπία παρέλαβε και προσθέτοντας τη διεκδίκηση βελτίωσης «του κλίματος»/των προσδοκιών- να στρέψει την έμφαση, τώρα, στο αύριο. Και τούτο ενώ πολλά, και βασικά, μέτωπα της πολιτικής αντιπαράθεσης ουσιαστικά έχουν μείνει στην επίσκεψη και «εκκαθάριση» του παρελθόντος: Προσφυγικό/Μεταναστευτικό, θέματα ασφάλειας…
Συζητώντας όμως το θέμα, εισπράξαμε και μιαν άλλη ερμηνεία του «επιστροφή στο μέλλον» όσον αφορά ειδικά τη διαχείριση της οικονομίας. Πρόκειται για μιαν αντίληψη που θέλει τα χρόνια τα οποία προηγήθηκαν -πάντως από το 2017 και μετά, τότε που ουσιαστικά εξασφαλίσθηκε η ισορροπία και δρομολογήθηκε η οικονομία προς έξοδο από τα Μνημόνια στα μέσα του 2018- να υπήρξαν χρόνια πεισματικά προσδεδεμένα σε λογικές παρελθόντος: τόσο η διάσταση της εφεξής φορολογίας, όσο και εκείνη τους συνολικού υποστρώματος για επενδύσεις, εκεί δηλαδή όπου η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί να οικοδομήσει το δικό της αφήγημα, θεωρείται ότι στρέφει ξανά προς το μέλλον. Όχι μόνον πολιτικά/προγραμματικά, όμως, αλλά και με την επιδίωξη θεμελίωσης μιας οικονομικής πολιτικής με αποτέλεσμα. (Η διαφορά politics με policy.)
Λέει, δηλαδή, αυτή η προσέγγιση ότι με την έμφαση στη φορολόγηση για την επίτευξη υπερπλεονασμάτων -ώστε να επιτευχθεί η «ειρήνευση» με τους δανειστές, όπως όντως την είδαμε με το κλίμα του 2018-19, αλλά και να προχωρήσουν κινήσεις αναδιανομής, που κι αυτές τις είδαμε από την προηγούμενη κυβέρνηση…- κρατήθηκε η οικονομία πίσω ως προς τις επιδόσεις της. «Στερήθηκε το μέλλον της» είναι η κωδική ονομασία.
Αυτό/κάτι τέτοιο εξέφρασε, «ερμηνευτικά», και δη σε κομματικό περιβάλλον -στο Συνέδριο της Ν.Δ.- ο Κυριάκος Μητσοτάκης το περασμένο Σάββατο με το «μας κράτησαν πολύ πίσω, για να μην κινηθούμε γρήγορα προς τα εμπρός». Ενώ τώρα, με την επιδίωξη «μεταρρυθμιστικής απελευθέρωσης» (αυτή η κωδική ονομασία είναι εν μέρει εισαγόμενη…) και με την υποχώρηση της φορολογικής πίεσης, το στοίχημα είναι ότι θα ανακτηθεί η στροφή προς το μέλλον. Άρα επενδύσεις, άρα ρυθμός ανάπτυξης, ο γνώριμος ενάρετος κύκλος – στην πράξη, όχι πλέον στον πολιτικό λόγο μόνο.
Διόλου περίεργο, λοιπόν, που ως βασικό θετικό στοιχείο του Προϋπολογισμού προβάλλεται ότι «δεν εισάγεται, για πρώτη φορά, κανένας νέος φόρος». Και αυτό ενώ υπάρχει με το νέο, νομοθετημένο φορολογικό πλαίσιο σειρά ελαφρύνσεων και στα φυσικά πρόσωπα -στον εισαγωγικό συντελεστή από 22%, σε 9% (κάτω των 10.000 ευρώ) συν 1% μείωση στα ανώτερα κλιμάκια- με κόστος 250 εκατ. ευρώ. Αλλά και στη φορολόγηση των επιχειρήσεων (με τη μείωση του φόρου των εταιρειών από 28% στο 24% και μερισμάτων από 10% στο 5%, συν τη μείωση στην προκαταβολή φόρου, με κόστος σχεδόν 500 εκατ. ευρώ).
Κι ακόμη περισσότερο στη φορολογική μεταχείριση του ακινήτου (εδώ «γράφει» το μέλλον του ΕΝΦΙΑ, η αναστολή ΦΠΑ στα νεόδμητα και του φόρου υπεραξίας αλλά και στο κίνητρο φορολογικής έκπτωσης 40% για επισκευές και ενεργειακή αναβάθμιση). Αν προσθέσει κανείς, εδώ, τις παρεμβάσεις στο Ασφαλιστικό σε επίπεδο μείωσης εισφορών -και με τη διαρρύθμιση του τρίτου πυλώνα και, αντίστοιχα, της επικουρικής ασφάλισης- βλέπει όντως μια διαφορετική προσέγγιση.
Εδώ, όμως, η «επιστροφή στο μέλλον» κάνει ένα μικρό στοπ! ακριβώς για να μην ταράξει πολύ την ισορροπία – και να μη βρεθεί με προβλήματα στη μεταμνημονισακή παρακολούθηση και εν τέλει στο Eurogroup… Ναι μεν οι ελαφρύνσεις των εταιρειών αφορούν φετινά εισοδήματα (άρα αισθητές το 2020), όμως εκείνες των ιδιωτών τα εισοδήματα 2020 (άρα αισθητές το 2021).
Συν, η ήδη ταλαιπωρημένη υπόθεση της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης με τις ψηφιακές πληρωμές για να αναγνωρίζεται η μείωση φόρου, όπου πολλά μπρος-πίσω. Συν, η ένταξη νέων περιοχών -εκατοντάδων- στον αντικειμενικό προσδιορισμό αξιών ακινήτων για ΕΝΦΙΑ. Ίσως και με… ΕΝΦΙΑ στον μη εξαντλημένο οικοδομικό συντελεστή, πράγμα που θα σημάνει ηλεκτροσόκ σε μονοκατοικίες και μεσοαστικά διώροφα, αν -ΑΝ- προχωρήσει όντως.
Δεν διαταράσσει κανείς εύκολα μιαν ισορροπία για να φανεί διαφορετικός.
Ως βασικό θετικό στοιχείο του Προϋπολογισμού προβάλλεται ότι «δεν εισάγεται, για πρώτη φορά, κανένας νέος φόρος».