Από την έντυπη έκδοση
της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Η Ρώμη στυλώνει τα πόδια. Ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης, Ματέο Σαλβίνι, δηλώνει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να γίνουν αλλαγές στον προϋπολογισμό του 2019. Οι Βρυξέλλες έδωσαν στην ιταλική κυβέρνηση προθεσμία τριών εβδομάδων να παρουσιάσει ένα νέο προσχέδιο με πιο συνετούς δημοσιονομικούς στόχους και μειωμένο έλλειμμα.
Όμως ο Σαλβίνι φαίνεται αποφασισμένος να μην υποχωρήσει στις «διαταγές» των Βρυξελλών. «Οι Ιταλοί έρχονται πρώτοι… η Ιταλία δεν θέλει πλέον να υπηρετεί τους ανόητους κανονισμούς» δήλωσε ο επικεφαλής της ακροδεξιάς Λέγκας.
Για τον Σαλβίνι, οι Ιταλοί έρχονται πρώτοι. Ακολουθεί τα πατήματα του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, που εμμένει στο δόγμα «Πρώτα η Αμερική», στον βωμό του οποίου καταδικάζει την παγκοσμιοποίηση και υψώνει τείχη προστατευτισμού. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί τον χαρακτηρίζουν ως «Τραμπ» της Ιταλίας. Ο Σαλβίνι υποστηρίζει ότι για να δοθεί ώθηση στην ιταλική οικονομία και να μειωθεί το ιταλικό χρέος -το δεύτερο μεγαλύτερο μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης- αυτή η κυβέρνηση Λέγκας-Πέντε Αστέρων θα πρέπει να κινηθεί σε ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, που κατήρτιζαν προϋπολογισμούς στη γραμμή της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των μειωμένων ελλειμμάτων.
Και στη γραμμή της οικονομικής πολιτικής συντάσσεται με τον Τραμπ, ο οποίος διαθέτει ως πιο ισχυρό χαρτί τη δυναμική ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας και τη μείωση της ανεργίας στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1969. Με τις προκλητικές του δηλώσεις και τις αντισυμβατικές του αποφάσεις ανατρέπει την παγκόσμια καθεστηκυία τάξη. Στην Ευρώπη, που ήδη βιώνει τη βαθύτερη υπαρξιακή κρίση στην ιστορία της, η κόντρα Ρώμης-Βρυξελλών σε διάφορα μέτωπα θα μπορούσε να έχει άδοξο τέλος. Το να υψώνεις τείχη και να δημιουργείς στρατόπεδα, φέρνοντας τους «μεν» σε αντιπαράθεση με τους «δε», αποτελεί επικίνδυνο παιχνίδι, με απρόβλεπτες γεωπολιτικές και οικονομικές συνέπειες.
Η άνοδος του λαϊκισμού και η στροφή προς τον εθνικισμό προκαλούν έντονες ανησυχίες. Ο Τραμπ περιγράφει εαυτόν ως εθνικιστή, και μάλιστα σε πρόσφατη συγκέντρωση στο Χιούστον προέτρεψε τους Αμερικανούς να χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη λέξη. Ο όρος «εθνικιστής» σκιαγραφείται με ρατσιστικές και εξτρεμιστικές αποχρώσεις, γι’ αυτό και έως τώρα οι περισσότεροι πολιτικοί προτιμούσαν τον όρο «πατριώτης». Για πολιτικούς όμως όπως ο Τραμπ, ο Σαλβίνι, ο Όρμπαν και ο Μπολσονάρο της Βραζιλίας -ακόμη ένας «Τραμπ των τροπικών»- οι λεπτές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ εθνικισμού και πατριωτισμού έχουν χαθεί. Και συνεχίζουν να παρασύρουν τους ψηφοφόρους προς την κατεύθυνση της πόλωσης και του διχασμού. Είναι καιρός να δοθούν λύσεις σε χρόνιες παθογένειες, όπως η διαφθορά και οι οικονομικές ανισότητες, που εντείνουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Είναι ο μόνος τρόπος να πέσουν τα τείχη.