Από την έντυπη έκδοση
Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Ανοίγουν οι διαδικασίες για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων από τη ρύπανση που προκάλεσε το ναυάγιο του δεξαμενοπλοίου «Αγία Ζώνη ΙΙ» και από τους ζημιωθέντες δήμους της ευρύτερης περιοχής του ναυαγίου. Το υπουργείο Ναυτιλίας ξεκίνησε σχετική διαδικασία για να ενημερωθούν οι δημοτικές αρχές για τα δικαιώματα τους και στη συνέχεια να ενημερώσουν και όλους τους επιχειρηματίες του δήμου τους οι οποίοι πιθανώς επλήγησαν από το ναυάγιο και τη ρύπανση που προκάλεσε. Δεδομένου ότι οι προθεσμίες είναι συγκεκριμένες για την κατάθεση αίτησης αποζημίωσης ή αγωγής, οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να κινηθούν άμεσα.
Για τον σκοπό αυτό πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 26/09/2018 στο υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Συνέλευση Διαβούλευσης με θέμα τη διαδικασία υποβολής αιτημάτων στο IOPC Fund, την οποία συγκάλεσε η Δημόσια Αρχή Λιμένων. Στην προαναφερόμενη διαβούλευση συμμετείχαν ο διοικητής της Δημόσιας Αρχή Λιμένων Δημοσθένης Μπακόπουλος, ο εκπρόσωπος του αναπληρωτή υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ανθυποπλοίαρχος ΛΣ-ΕΛΑΚΤ Παντελής Ζώης, ο ασφαλιστικός σύμβουλος της Αρχής Ιωάννης Πετρίδης, ο επικεφαλής γραφείου IOPC Fund στον Πειραιά Αλέξανδρος Μπέκας, εκπρόσωπος της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά, εκπρόσωποι των Δήμων Πειραιά, Κερατσινίου – Δραπετσώνας, Περάματος, Σαλαμίνας, Παλαιού Φαλήρου, Γλυφάδας, Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης και Κρωπίας, εκπρόσωποι ΕΒΕΠ και ΒΕΠ, καθώς και εκπρόσωποι ΟΛΠ ΑΕ.
Κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης έγινε αναλυτική παρουσίαση των διαδικασιών και δικαιολογητικών που απαιτούνται για την υποβολή στο IOPC Fund αιτημάτων καταβολής αποζημιώσεων λόγω ζημίας προκληθείσας από ρύπανση οφειλόμενη στο συμβάν του Δ/Ξ «Αγία Ζώνη ΙΙ».
Αγωγή εντός προθεσμίας
Όπως ανέφερε στην παρουσίασή του ο ασφαλιστικός σύμβουλος της ΔΑΛ Ιωάννης Πετρίδης, το δικαίωμα των αιτούντων να λάβουν αποζημίωση βάσει της Σύμβασης Κεφαλαίου του 1992 παύει οριστικά αν δεν ασκήσουν αγωγή κατά του Κεφαλαίου του 1992 εντός προθεσμίας τριών ετών από την ημερομηνία επέλευσης της ζημίας ή αν δεν ενημερώσουν επισήμως το Κεφάλαιο του 1992 ότι άσκησαν αγωγή κατά του πλοιοκτήτη ή του ασφαλιστή του εντός της τριετούς προθεσμίας. Αντιστοίχως, το δικαίωμα των αιτούντων να λάβουν αποζημίωση από τον πλοιοκτήτη και από τον ασφαλιστή του βάσει της Σύμβασης Αστικής Ευθύνης του 1992 παύει αν δεν ασκήσουν αγωγή κατά αυτών εντός προθεσμίας τριών ετών από την ημερομηνία επέλευσης της ζημίας.
Μολονότι η ζημία μπορεί να επέλθει σε μεταγενέστερο χρόνο από τον χρόνο επέλευσης του περιστατικού, πρέπει πάντως, σε αμφότερες τις περιπτώσεις, να ασκηθεί αγωγή οπωσδήποτε εντός προθεσμίας έξι ετών από την ημερομηνία επέλευσης του περιστατικού. Συστήνεται στους αιτούντες, εάν δεν έχει καταστεί δυνατό να διευθετήσουν τις απαιτήσεις τους, να συμβουλευτούν δικηγόρο, προκειμένου να αποφύγουν τον κίνδυνο παραγραφής των απαιτήσεών τους.
Σημειώνεται ότι το ανώτατο ποσό αποζημίωσης που μπορεί να καταβληθεί από το Κεφάλαιο του 1992 για κάθε περιστατικό ανέρχεται στα 203 εκατ. ΕΤΔ (Ειδικά Τραβηχτικά Δικαιώματα ή 283,6 εκατ. δολ. ΗΠΑ) ανεξαρτήτως του μεγέθους του πλοίου. Στο ανώτατο αυτό ποσό περιλαμβάνεται και η αποζημίωση που καταβάλλεται από τον πλοιοκτήτη ή από τον ασφαλιστή του βάσει της Σύμβασης Αστικής Ευθύνης του 1992.
Ο κ. Πετρίδης επισήμανε ακόμη ότι μπορεί το «Συμπληρωματικό Κεφάλαιο» να καταβάλει πρόσθετη αποζημίωση, με αποτέλεσμα το συνολικό καταβλητέο ποσό αποζημίωσης για κάθε περιστατικό ζημίας σε κράτος που είναι μέλος του Κεφαλαίου αυτού να ανέρχεται στα 750 εκατ. ΕΤΔ (1.047 εκατ. δολ. ΗΠΑ), συμπεριλαμβανομένων των ποσών που καταβάλλονται βάσει των Συμβάσεων Αστικής Ευθύνης και Κεφαλαίου του 1992.