Skip to main content

Η μυρωδιά του πευκοδάσους… ρυθμιστής της θερμοκρασίας;

Ερευνητές από τη Γερμανία, τη Φινλανδία και τις Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν ότι κατόρθωσαν να συνδέσουν την κλιματική αλλαγή με την οσμή των πεύκων.

Οι επιστήμονες επιχείρησαν να ρίξουν φως στη διεργασία, από την οποία αέριο από τα δέντρα δημιουργεί σωματίδια που είτε αντανακλούν το ηλιακό φως είτε ευνοούν το σχηματισμό νεφών.

«Σε πολλές δασώδεις περιοχές, μπορεί κανείς να πάει και να παρατηρήσει σωματίδια να σχηματίζονται από τον αέρα. Δεν απελευθερώνονται από κάπου, απλώς εμφανίζονται», λέει ο Τζόελ Θόρντον από το πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, ο οποίος συμμετείχε στη μελέτη. Σύμφωνα με το Θόρντον και τους συναδέλφους του, τα σωματίδια αυτά αποτελούν σημαντική πηγή αερολυμάτων πάνω από τα αρκτικά δάση ή τα πευκοδάση.

Κατά τη Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, τα αερολύματα αποτελούν έναν από τους κατεξοχήν άγνωστους παράγοντες στο παζλ της κλιματικής αλλαγής. Τα αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης γύρω από τα ηφαίστεια κατέδειξαν ότι τα ηφαιστειακά αερολύματα μπορούν να περιορίσουν τη θερμοκρασία της γης μπλοκάροντας το ηλιακό φως.

Οι ερευνητές γνώριζαν ήδη ότι η οσμή του πεύκου, η οποία αποτελείται από πτητικές οργανικές ενώσεις, αντιδρά με το οξυγόνο στο δάσος σχηματίζοντας αυτά τα αερολύματα.

Με τη βοήθεια ειδικού θαλάμου προσομοίωσης, σε ερευνητικό κέντρο της Γερμανίας, ανακάλυψαν ότι στη διαδικασία αυτή υπάρχει ακόμη ένας «παίκτης»: οργανικοί υδρατμοί πολύ χαμηλής πτητικότητας, οι οποίοι συμπυκνώνονται πάνω σε οποιαδήποτε επιφάνεια βρεθεί στο δρόμο τους.

«Αυτοί οι υδρατμοί έχουν εντελώς τρελή δομή, διαφορετική από οτιδήποτε γνωρίζαμε μέχρι σήμερα», αναφέρει ο Θόρντον σε γραπτή ανακοίνωση, εξηγώντας ότι η ιδιότητά τους να προσκολλώνται σε οτιδήποτε μετατρέπει ακόμη και τα μικρότερα σωματίδια σε αερολύματα.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα επίπεδα των υδρατμών θα αυξηθούν με την άνοδο της θερμοκρασίας «και μέρος αυτών θα μετατραπούν σε σωματίδια που μπορούν δυνητικά να σκιάσουν την επιφάνεια της Γης».

Όπως παραδέχονται, γράφοντας στην επιθεώρηση Nature, δεν γνωρίζουν πόσο αποτελεσματικό θα αποδειχθεί το συγκεκριμένο φαινόμενο στη ρύθμιση της θερμοκρασίας.