Αναδημοσίευση από τη «Ναυτεμπορική».
Στις 20 Μαρτίου οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα συναντηθούν στις Βρυξέλλες με σκοπό να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με το νέο κλιματικό και ενεργειακό πακέτο μέτρων που θα θέσει το πλαίσιο για την πολιτική της Ε.Ε. έως το 2030.
Ως προεδρεύουσα, η Ελλάδα έχει να παίξει έναν καίριο ρόλο ώστε να υπάρξει η απαραίτητη συναίνεση, που θα διασφαλίσει το σωστό αποτέλεσμα.
Η Ελλάδα, όπως και ολόκληρη η Ευρώπη, πλήττεται από το υψηλό κόστος ενέργειας – κόστος που αντιμετωπίζουν και οι πολίτες και οι επιχειρήσεις.
Σημειώθηκαν αξιοθαύμαστα βήματα για τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας μέσω των ανανεώσιμων πηγών, αλλά ταυτόχρονα δημιουργήθηκαν πρακτικά προβλήματα από τις μη βιώσιμες εγγυημένες τιμές τροφοδοσίας (feed-in tariffs) προς τους παραγωγούς ενέργειας ανανεώσιμων πηγών.
Το πακέτο ενεργειακών και κλιματικών στόχων για την Ευρώπη ώς το 2030 έχει τη δυνατότητα να επιταχύνει τις επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας, να ενισχύσει την ανάπτυξη που βασίζεται σε χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και να βελτιώσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ε.Ε., συμβάλλοντας παράλληλα στην αποφυγή των επιπτώσεων και του κόστους της ακραίας κλιματικής αλλαγής.
Η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε είναι μία από τις πιο πιεστικές: πώς θα καταφέρουμε να οικοδομήσουμε την οικονομία της Ευρώπης με τρόπο που θα την καθιστά ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας δεν θα πρέπει να συντελεστεί εις βάρος της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.
Οι δράσεις, ωστόσο, θα πρέπει να είναι οικονομικές και να αντιμετωπίζουν το σημαντικό ενεργειακό κόστος του κλάδου, το οποίο έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα, όπως έχει σημειώσει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι σύντομα ενεργειακά αυτόνομες. Σε αντίθεση η Ευρωπαϊκή Ενωση εξαρτάται όλο και περισσότερο σε εισαγωγές ορυκτών καυσίμων και εκτίθεται όλο και συχνότερα στις αυξήσεις των τιμών διεθνώς.
Οι περιβαλλοντικές και ενεργειακές πολιτικές είναι μέρος της λύσης, η οποία θα μειώσει την έκθεση αυτή μακροπρόθεσμα μέσω της διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα, συμπεριλαμβανομένου και του σχιστολιθικού φυσικού αερίου. Η Ευρώπη πρέπει, όμως, πρώτα να διευθετήσει τα του οίκου της προτού ασκήσει πίεση για τις τιμές.
Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Πρέπει να ενοποιήσουμε τις εθνικές αγορές στο πλαίσιο μιας εσωτερικής ευρωπαϊκής ενεργειακής αγοράς. Πρέπει τα κράτη-μέλη να μπορούν να επιτύχουν τους στόχους απαλλαγής από εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα με τον πλέον οικονομικό και αποτελεσματικό τρόπο. Πρέπει να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες του ευρωπαϊκού σχιστολιθικού αερίου και να επιτρέψουμε την ασφαλή και βιώσιμη ανάπτυξη του σχετικού κλάδου.
Και, τέλος, πρέπει να παρουσιάσουμε στους επενδυτές του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι έχουν καίριο ρόλο στην αναβάθμιση των ενεργειακών υποδομών της Ευρώπης, σαφείς πολιτικές και ένα σταθερό επενδυτικό περιβάλλον.
Και ο υπόλοιπος κόσμος; Η Βρετανία υποστηρίζει σθεναρά μια παγκόσμια συμφωνία το 2015, ώστε να αποφευχθούν ο κίνδυνος της κλιματικής αλλαγής, αλλά και το υψηλό κόστος μιας πιο δραστικής απαλλαγής της οικονομίας από εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να το πετύχει αυτό μόνη της. Αλλες χώρες ήδη έχουν αναλάβει δράση – η Κίνα εφαρμόζει ένα πιλοτικό σχέδιο εμπορίας εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε επτά περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της Σαγκάης, ενώ οι ΗΠΑ παρουσίασαν πρόσφατα κανονισμούς για τη θέσπιση ορίων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε νέες μονάδες παραγωγής ενέργειας, οι οποίοι θα επιβάλουν περιορισμό 40% περίπου των εκπομπών διοξειδίου. Αυτά τα βήματα ενθαρρύνουν την πεποίθησή μας ότι μια συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο μέχρι το 2015 είναι δυνατή.
Οι πρόσφατες προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ένα θετικό βήμα προς ένα πακέτο μέτρων για το 2030, το οποίο θα είναι καλό για τον καταναλωτή, καλό για την οικονομία και καλό για το κλίμα.
Παρότι η Βρετανία στηρίζει προτάσεις για τη μείωση 40% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε εθνικό επίπεδο, διατηρούμε την άποψη ότι η Ε.Ε. οφείλει να θέσει ως στόχο έως και 50% μείωση στο πλαίσιο μιας συμφωνίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η Βρετανία τάσσεται σταθερά κατά της θέσπισης συγκεκριμένων απαιτήσεων από τα κράτη-μέλη όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους θα πετύχουν αυτό το στόχο – ιδιαίτερα, τάσσεται κατά της θέσπισης ποσοστώσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Αντ’ αυτού, θέλουμε να υπάρξει ένα πλαίσιο που θα δίνει στα κράτη-μέλη την ευελιξία να αναπτύξουν το πιο οικονομικό γι’ αυτά ενεργειακό μείγμα χαμηλού άνθρακα, χωρίς την επιβολή περιττών περιορισμών στην ανάπτυξη του ευρωπαϊκού σχιστολιθικού φυσικού αερίου.
Τις επόμενες εβδομάδες η βρετανική κυβέρνηση θα συνεχίσει να εργάζεται από κοινού με την Ελλάδα και όλους τους Ευρωπαίους εταίρους της ώστε να καταστεί εφικτό ένα πακέτο μέτρων για το 2030, που θα απελευθερώσει τις επενδύσεις, θα κρατήσει χαμηλά το κόστος της ενέργειας, θα ενισχύσει την ανάπτυξη χαμηλού άνθρακα και θα αποφύγει το κόστος της ακραίας κλιματικής αλλαγής – για το συμφέρον και την ευημερία όλων των Ευρωπαίων πολιτών.
JOHN KITTMER, Βρετανός πρέσβης στην Ελλάδα – @HMA_JKittmer