Skip to main content

Πώς η Αμερική δημιούργησε κατά λάθος μία μηχανή, που μοιράζει δωρεάν χρήμα στις τράπεζες

Το πρόγραμμα με το οποίο η Fed θέλησε να αντιμετωπίσει τις περσινές τραπεζικές αναταράξεις, δημιουργεί σήμερα ένα νέο πρόβλημα, υποστηρίζει ο Economist

Η δραστική αύξηση των επιτοκίων από τη Federal Reserve έφερε σε άλλες τράπεζες των ΗΠΑ πλούτη και άλλες τις οδήγησε στην καταστροφή.

Πριν από λιγότερο από έναν χρόνο, η απότομη αύξηση των επιτοκίων προκάλεσε την πτώχευση της Silicon Valley Bank (SVB) και στη συνέχεια της First Republic. Ήταν η μεγαλύτερη τραπεζική κατάρρευση από το 2008. Από την άλλη προ ημερών η JPMorgan Chase εμφάνισε το 7ο διαδοχικό τρίμηνο με ρεκόρ εσόδων από τόκους. Ένας λόγος που η κρίση δεν εξαπλώθηκε το 2023 είναι ότι η Federal Reserve την περιόρισε με ένα νέο —και γενναιόδωρο— πρόγραμμα δανείων.

Αυτό, όμως, έχει ένα κόστος που θα έπρεπε να είχε προβλέψει η Fed, σημειώνει ο Economist. «Χάρη στις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων, η παρέμβαση της Fed έχει μεταλλαχθεί σε μια μηχανή δωρεάν χρήματος για οποιαδήποτε τράπεζα είναι αρκετά θρασεία, ώστε να την εκμεταλλευτεί» σχολιάζει το περιοδικό.

Πώς λειτουργεί το πρόγραμμα

Το έκτακτο πρόγραμμα τραπεζικής χρηματοδότησης προσφέρει στις τράπεζες δάνεια με εξασφάλιση έναντι της ονομαστικής αξίας των ομολόγων του Δημοσίου. Η ιδέα ήταν να σταματήσουν οι ταλαντευόμενες τράπεζες να αναγκάζονται να πουλήσουν ομόλογα για να αντλήσουν μετρητά όταν οι καταθέτες απέσυραν τα χρήματά τους.

To πρόγραμμα δανείζει με βάση την ονομαστική αξία, παρά την αγοραία αξία, των τίτλων έναντι των οποίων είναι εξασφαλισμένα τα δάνειά του και, σίγουρα, η γενναιοδωρία του πέτυχε να στηρίξει το σύστημα και να σταματήσει αυτό που θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε μια σοβαρή χρηματοπιστωτική κρίση. Εκείνη την εποχή πολλοί εξέφραζαν φόβους για μία νέα Lehman Brothers. Ωστόσο αποδείχθηκε μία προσωρινή, περιορισμένης κλίμακας τραπεζική αναταραχή.

Σήμερα, ωστόσο, το ίδιο πρόγραμμα προκαλεί προβλήματα. Το επιτόκιο που πρέπει να πληρώσουν οι τράπεζες για να δανειστούν αντανακλά, με ένα μικρό ασφάλιστρο, το επιτόκιο ενός έτους που ορίζεται στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αυτό με τη σειρά του βασίζεται σε προβλέψεις για το μέσο επιτόκιο πολιτικής της Fed το επόμενο έτος. Επειδή οι επενδυτές στοιχηματίζουν ότι η κεντρική τράπεζα θα μειώσει σημαντικά τα επιτόκια, το κόστος δανεισμού σήμερα είναι μόνο 4,8%. Ωστόσο, επειδή αυτές οι μειώσεις επιτοκίων δεν έχουν συμβεί ακόμη, η Fed εξακολουθεί να πληρώνει στις τράπεζες επιτόκιο 5,4% για τα μετρητά που καταθέτουν σε αυτή.

Κάποιοι δανείζονται μόνο για να βγάλουν κέρδος

Με άλλα λόγια, οι τράπεζες μπορούν να συνάπτουν δάνεια μόνο και μόνο για να κερδίζουν αυτό το περιθώριο των 0,6 ποσοστιαίων μονάδων, χωρίς ρίσκο, σε βάρος της κεντρικής τράπεζας. Σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν οι αναμενόμενες μειώσεις επιτοκίων, οι τράπεζες δεν χρειάζεται να υποστούν αρνητικό περιθώριο επιτοκίου, επειδή είναι ελεύθερες να αποπληρώσουν νωρίς τα δάνεια. Η ταυτότητα των δανειοληπτών τελικά θα δημοσιοποιηθεί, επομένως ο μόνος περιορισμός για τις τράπεζες είναι ίσως ο κίνδυνος για τη φήμη τους – αν και ορισμένοι, όπως σχολιάζει δηκτικά ο Economist, μπορεί να εκλαμβάνουν έναν τέτοιο ξεδιάντροπο οπορτουνισμό ως αρετή.

Φυσικά, η χρήση του προγράμματος έχει εκτοξευθεί. Από τις αρχές Νοεμβρίου, τα ανεξόφλητα υπόλοιπα αυξήθηκαν από 109 δισ. σε 147 δισ. δολάρια. Δεν είναι σίγουρο ότι όλα αυτά είναι αρμπιτράζ, αλλά την ίδια περίοδο τα ομόλογα αυξήθηκαν σε αξία, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπήρχε πια το πρόβλημα για την αντιμετώπιση του οποίου σχεδιάστηκε το πρόγραμμα. Αυτό υποδηλώνει έντονα ότι το κίνητρο για τον νέο δανεισμό είναι ο οπορτουνισμός παρά η αναγκαιότητα. Και επειδή η Fed ανήκει σε φορολογούμενους, τα δωρεάν χρήματα που συγκεντρώνουν οι τράπεζες έρχονται σε βάρος των φορολογουμένων.

Τι πρέπει να κάνει η Fed; Στον πυρετό της κρίσης υποσχέθηκε να διατηρήσει το πρόγραμμα ανοιχτό μέχρι τον Μάρτιο του 2024. Έκτοτε άφησε να εννοηθεί έντονα ότι η διευκόλυνση θα σταματήσει να χορηγεί νέα δάνεια τότε. Το πρόωρο κλείσιμό του δεν φαίνεται να εξετάζεται πάντως, αφού κάτι τέτοιο θα μπορούσε να υπονομεύσει την αξιοπιστία των υποσχέσεων της Fed.