Μετά την Capital Economics, που έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις του αυξημένου κόστους δανεισμού στην ανάπτυξη και τους δημοσιονομικούς στόχους, σήμερα έχει σειρά η BNP Paribas να επισημάνει τις προκλήσεις που έχει μπροστά της η ελληνική οικονομία και οι οποίες στέκονται εμπόδιο σε μία πιο δυναμική ανάκαμψη. Η γαλλική επενδυτική τράπεζα περιγράφει ένα περιβάλλον, που απαιτεί την τήρηση λεπτών ισορροπιών από την κυβέρνηση. Η ενισχυμένη εποπτεία, οι πιέσεις στις αγορές μέσω Ιταλίας, τα προβλήματα στον τραπεζικό τομέα, αλλά και η προοπτική των εκλογών συνθέτουν το σκηνικό.
«Αν και η ελληνική οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει, έως τώρα οι επιδόσεις της είναι κατώτερες των προσδοκιών. Μετά την έξοδο της χώρας από το μνημόνιο, η ελληνική κυβέρνηση έχει ανακτλήσει έναν βαθμό ελευθερίας κινήσεων, αλλά παραμένει σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας» παρατηρεί η BNP Paribas σε έκθεση που υπογράφει ο Frederique Cerisier, και συνεχίζει: «Το να βρει τη σωστή ισορροπία δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, καθώς καλείται να ενισχύσει την εσωτερική ζήτηση, να διατηρήσει τα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα και να συνεχίσει τη σταθεροποίηση των δημοσιονομικών μακροπρόθεσμα- μόλις έναν χρόνο πριν από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές».
Στην έκθεση υπενθυμίζεται ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε τροχιά ανάπτυξης επί έξι διαδοχικά τρίμηνα, στο μακροβιότερο θετικό σερί από το 2006. Ωστόσο, επισημαίνεται πως η κρίση «έχει αφήσει τα σημάδια της στο δημόσιο χρέος, την ανεργία, σε ένα ασθενές τραπεζικό σύστημα και σε μία ανάκαμψη, που μόλις άρχισε».
Η BNP Paribas εμφανίζεται αισιόδοξη για το 2019, αναμένοντας επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης στο 2,5% από 2% φέτος. Ωστόσο σημειώνει ότι αυτό προϋποθέτει την τόνωση της εσωτερικής ζήτησης, σε μία οικονομία, όπου η ανεργία, αν και έχει μειωθεί, παραμένει σε υψηλότατα επίπεδα. Υπό τις συνθήκες αυτές προειδοποιεί ότι οι προοπτικές για τους ρυθμούς ανάπτυξης των επόμενων ετών– οι οποίες και είναι καθοριστικής σημασίας για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους- παραμένουν αβέβαιες. Τόσο η Κομισιόν όσο και το ΔΝΤ, θυμίζει, είναι επιφυλακτικοί προβλέποντας ρυθμούς ανάπτυξης μόλις 1% με 1,2%.
Τι φοβούνται οι δανειστές
Σε μία ένδειξη ανάκτησης του ελέγχου της οικονομικής πολιτικής η κυβέρνηση, αναφέρεται στην έκθεση, παρουσίασε ένα μεγάλο αναπτυξιακό σχέδιο, με στόχο τη μείωση της ανεργίας και της εργασιακής ανασφάλειας (με αύξηση κατώτατου μισθού και μάχη κατά της μαύρης εργασίας), αλλά και την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος ώστε να μπορεί να διατηρήσει ρυθμό παράλληλα με την ανάκαμψη και μεταρρυθμίσεις στον ενεργειακό τομέα.
«Για την υφιστάμενη και τις μελλοντικές κυβερνήσεις, η μεγάλη πρόκληση θα είναι να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές ανάγκες που δημιουργήθηκαν από την κρίση και να αναζωογονήσει την εγχώρια ζήτηση χωρίς να θέσει σε διακινδύνευση τα πρόσφατα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα, ενώ λειτουργεί υπό την εποπτεία των δανειστών» τονίζει η BNP.
Η χώρα, εξηγεί, συμφώνησε στην ενισχυμένη εποπτεία και αυτό σημαίνει ότι υπόκειται σε πιο συχνές αξιολογήσεις από άλλες χώρες που μπήκαν σε πρόγραμμα αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις και την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων. «Αυτό που φοβούνται περισσότερο οι δανειστές είναι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει προσπάθεια να ξηλωθεί μέρος προηγούμενων μεταρρυθμίσεων» σχολιάζει.
Σημειώνει ακόμη ότι η Αθήνα όπως και οι άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες βρίσκονται σε συζητήσεις με τις Βρυξέλλες για τον προϋπολογισμό του 2019. Η Ελλάδα έχει δεσμευτεί για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, επίπεδο που έχει επιτευχθεί στο παρελθόν. Τους επόμενους μήνες, η συζήτηση θα επικεντρωθεί στις συντάξεις, τις οποίες η κυβέρνηση Τσίπρα δεν επιθυμεί να περικόψει. «Ο χρόνος θα δείξει εάν θα περάσει το δικό του» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η χρηματοδότηση και οι αγορές
Στην έκθεση επισημαίνεται επίσης ότι τους τελευταίους μήνες, με αργές και με προσεκτικές κινήσεις, οι οίκοι αξιολόγησης άρχισαν να αναβαθμίζουν την ελληνική οικονομία. Σε αυτό στηρίζεται η χώρα για να οργανώσει την επιστροφή της στις αγορές. Μετά από δύο επιτυχημένες εκδόσεις το β’ τρίμηνο του 2017 και στις αρχές του 2018, η τρίτη κίνηση αναβλήθηκε. Οι δανειακές ανάγκες της κυβέρνησης είναι καλυμμένες για τους επόμενους αρκετούς μήνες, αναγνωρίζει η γαλλική επενδυτική τράπεζα, αλλά προσθέτει ότι η πολιτική και δημοσιονομική θέση της Ιταλίας έχει πυροδοτήσει εντάσεις στις αγορές κρατικού χρέους ,που δεν βοηθούν στη διαμόρφωση ευνοϊκού περιβάλλοντος.
naftemporiki.gr