Να ανακτήσει παράνομη ενίσχυση ύψους περίπου 250 εκατ. ευρώ για φορολογικά πλεονεκτήματα στην Amazon ζήτησε η Κομισιόν από το Λουξεμβούργο.
Μετά από έρευνα που δρομολογήθηκε τον Οκτώβριο του 2014, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με φορολογική απόφαση που το Λουξεμβούργο εξέδωσε το 2003 και παρέτεινε το 2011 μειώθηκε ο φόρος που καταβάλλει η Amazon στο Λουξεμβούργο χωρίς βάσιμη αιτιολόγηση.
Η φορολογική απόφαση επέτρεψε στην Amazon να μεταφέρει τη συντριπτική πλειονότητα των κερδών της από μια εταιρεία του ομίλου Amazon που υπόκειται σε φόρο στο Λουξεμβούργο (την Amazon EU) σε εταιρεία που δεν υπόκειται σε φόρο (την Amazon Europe Holding Technologies).
Συγκεκριμένα, η φορολογική απόφαση ενέκρινε την καταβολή δικαιωμάτων από την Amazon EU στην Amazon Europe Holding Technologies, γεγονός που μείωσε σημαντικά τα φορολογητέα κέρδη της Amazon EU.
Από την έρευνα της Επιτροπής προέκυψε ότι το ύψος των πληρωμών δικαιωμάτων, που εγκρίθηκε με τη φορολογική απόφαση, διογκώθηκε και δεν αντιστοιχούσε στην οικονομική πραγματικότητα.
Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φορολογική απόφαση χορήγησε επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα στην Amazon, επιτρέποντας στον όμιλο να καταβάλλει λιγότερους φόρους από ό,τι άλλες εταιρείες οι οποίες υπόκεινται στους ίδιους εθνικούς φορολογικούς κανόνες. Πράγματι, η απόφαση έδωσε στην Amazon τη δυνατότητα να αποφύγει τη φορολογία επί των τριών τετάρτων των κερδών που πραγματοποίησε από όλες τις πωλήσεις της Amazon στην ΕΕ.
Σύμφωνα με την Επίτροπο Ανταγωνισμού Μαγκρέιτε Βέστεϊγιερ «το Λουξεμβούργο χορήγησε παράνομα φορολογικά πλεονεκτήματα στην Amazon. Ως αποτέλεσμα, σχεδόν τα τρία τέταρτα των κερδών της Amazon παρέμειναν αφορολόγητα. Με άλλα λόγια, επιτράπηκε στην Amazon να καταβάλλει τέσσερις φορές λιγότερο φόρο από ό,τι άλλες τοπικές εταιρείες που υπόκεινται στους ίδιους εθνικούς φορολογικούς κανόνες. Αυτό είναι παράνομο βάσει των κανόνων της Ε.Ε. περί κρατικών ενισχύσεων. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να παρέχουν σε πολυεθνικούς ομίλους επιλεκτικά φορολογικά πλεονεκτήματα τα οποία δεν είναι διαθέσιμα σε άλλους».
Η διάρθρωση της Amazon στην Ευρώπη
Η απόφαση της Επιτροπής αφορά τη φορολογική μεταχείριση που επεφύλαξε το Λουξεμβούργο σε δύο εταιρείες του ομίλου Amazon – την Amazon EU και την Amazon Europe Holding Technologies. Και οι δύο είναι εταιρείες που έχουν συσταθεί στο Λουξεμβούργο, ανήκουν εξ ολοκλήρου στον όμιλο Amazon και ελέγχονται τελικά από την αμερικανική μητρική, Amazon.com, Inc.
Η Amazon EU (η «εταιρεία εκμετάλλευσης») διαχειρίζεται το τμήμα λιανικής της Amazon σε όλη την Ευρώπη. Το 2014 απασχολούσε περισσότερους από 500 εργαζομένους, οι οποίοι επέλεγαν τα εμπορεύματα προς πώληση στους ιστοτόπους της Amazon στην Ευρώπη, τα αγόραζαν από τους κατασκευαστές και διαχειρίζονταν τη διαδικτυακή πώληση και την παράδοση των προϊόντων στους πελάτες.
Η Amazon διοργάνωσε τις πωλήσεις της στην Ευρώπη κατά τρόπον ώστε οι πελάτες που αγοράζουν προϊόντα σε οποιονδήποτε από τους ιστοτόπους της Amazon στην Ευρώπη να αγοράζουν συμβατικώς προϊόντα από την εταιρεία εκμετάλλευσης στο Λουξεμβούργο. Με τον τρόπο αυτό, η Amazon καταλόγιζε στο Λουξεμβούργο όλες τις πωλήσεις στην Ευρώπη, καθώς και τα κέρδη που απέρρεαν από αυτές.
Η Amazon Europe Holding Technologies (η «εταιρεία χαρτοφυλακίου») είναι ετερόρρυθμη εταιρεία η οποία δεν απασχολεί υπαλλήλους, δεν έχει γραφεία και δεν ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες. Η εταιρεία χαρτοφυλακίου λειτουργεί ως μεσάζων μεταξύ της εταιρείας εκμετάλλευσης και της Amazon στις ΗΠΑ. Κατέχει ορισμένα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας για την Ευρώπη βάσει της λεγόμενης «συμφωνίας επιμερισμού του κόστους» με την Amazon στις ΗΠΑ.
Η εταιρεία χαρτοφυλακίου δεν κάνει η ίδια ενεργό χρήση αυτής της διανοητικής ιδιοκτησίας. Απλώς παραχωρεί αποκλειστική άδεια εκμετάλλευσης αυτού του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας στην εταιρεία εκμετάλλευσης, η οποία το χρησιμοποιεί για να πραγματοποιεί τις επιχειρηματικές δραστηριότητες λιανικής της Amazon στην Ευρώπη.
Βάσει της συμφωνίας επιμερισμού του κόστους, η εταιρεία χαρτοφυλακίου καταβάλλει ετήσιες πληρωμές στην Amazon στις ΗΠΑ ως συνεισφορά στο κόστος ανάπτυξης της διανοητικής ιδιοκτησίας. Το κατάλληλο ύψος των εν λόγω πληρωμών καθορίστηκε πρόσφατα από αμερικανικό φορολογικό δικαστήριο.
Βάσει της γενικής φορολογικής νομοθεσίας του Λουξεμβούργου, η εταιρεία εκμετάλλευσης υπόκειται σε εταιρική φορολόγηση στο Λουξεμβούργο, αλλά όχι και η εταιρεία χαρτοφυλακίου λόγω της νομικής της μορφής ως ετερόρρυθμης εταιρείας. Τα κέρδη που πραγματοποιούνται από την εταιρεία χαρτοφυλακίου φορολογούνται μόνο στο επίπεδο των εταίρων και όχι στο επίπεδο της ίδιας της εταιρείας χαρτοφυλακίου.
Οι εταίροι της εταιρείας χαρτοφυλακίου βρίσκονταν στις ΗΠΑ και έχουν μέχρι στιγμής αναβάλει τη φορολογική τους υποχρέωση.
Η Amazon εφάρμοσε τη δομή αυτή, η οποία εγκρίθηκε με την υπό εξέταση φορολογική απόφαση, μεταξύ Μαΐου 2006 και Ιουνίου 2014. Τον Ιούνιο του 2014, η Amazon άλλαξε τον τρόπο λειτουργίας της στην Ευρώπη. Η νέα αυτή διάρθρωση βρίσκεται εκτός του πεδίου έρευνας της Επιτροπής για ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης.
Το πεδίο έρευνας της Επιτροπής
Σκοπός του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων της Ε.Ε. είναι να εξασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη δεν προσφέρουν σε επιλεγμένες εταιρείες καλύτερη φορολογική μεταχείριση από ό,τι σε άλλες, μέσω φορολογικών αποφάσεων τύπου «tax ruling» ή με άλλο τρόπο.
Πιο συγκεκριμένα, οι συναλλαγές μεταξύ εταιρειών ενός εταιρικού ομίλου πρέπει να τιμολογούνται κατά τρόπο που να αποτυπώνει την οικονομική πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει ότι οι πληρωμές μεταξύ δύο εταιρειών που ανήκουν στον ίδιο όμιλο θα πρέπει να είναι σύμφωνες με ρυθμίσεις που πραγματοποιούνται υπό τους όρους που ισχύουν στο εμπόριο μεταξύ ανεξαρτήτων επιχειρήσεων (η λεγόμενη «αρχή του πλήρους ανταγωνισμού»).
Η έρευνα της Επιτροπής για ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης αφορούσε φορολογική απόφαση τύπου «tax ruling» που εκδόθηκε από το Λουξεμβούργο για την Amazon το 2003 και παρατάθηκε το 2011. Με την εν λόγω απόφαση εγκρίθηκε η μέθοδος υπολογισμού της φορολογητέας βάσης της εταιρείας εκμετάλλευσης.
Έμμεσα, εγκρίθηκε επίσης η μέθοδος υπολογισμού των ετήσιων πληρωμών από την εταιρεία εκμετάλλευσης στην εταιρεία χαρτοφυλακίου για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας της Amazon, των οποίων έκανε χρήση μόνον η εταιρεία εκμετάλλευσης.
Οι πληρωμές αυτές υπερέβαιναν, κατά μέσο όρο, το 90 % των λειτουργικών κερδών της εταιρείας εκμετάλλευσης. Ήταν σημαντικά υψηλότερες (κατά 1,5 φορά) από τα ποσά που έπρεπε να καταβάλλει η εταιρεία χαρτοφυλακίου στην Amazon στις ΗΠΑ βάσει της συμφωνίας επιμερισμού του κόστους.
Βεβαίως αυτή η έρευνα της Επιτροπής δεν αμφισβήτησε ούτε ότι η εταιρεία χαρτοφυλακίου είχε την κυριότητα των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας των οποίων την άδεια εκμετάλλευσης παραχωρούσε στην εταιρεία εκμετάλλευσης, ούτε ότι η εταιρεία χαρτοφυλακίου κατέβαλλε τακτικές πληρωμές στην Amazon στις ΗΠΑ για την ανάπτυξη αυτής της διανοητικής ιδιοκτησίας. Επίσης δεν αμφισβήτησε το εν γένει φορολογικό σύστημα του Λουξεμβούργου καθεαυτό.
Αξιολόγηση της Επιτροπής
Η έρευνα της Επιτροπής για ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με τη φορολογική απόφαση που εξέδωσε το Λουξεμβούργο εγκρίθηκε μια αδικαιολόγητη μέθοδος υπολογισμού των φορολογητέων κερδών της Amazon στο Λουξεμβούργο. Ειδικότερα, το ύψος των δικαιωμάτων που κατέβαλλε η εταιρεία εκμετάλλευσης στην εταιρεία χαρτοφυλακίου ήταν διογκωμένο και δεν αποτύπωνε την οικονομική πραγματικότητα.
Η εταιρεία εκμετάλλευσης ήταν η μόνη οντότητα που λάμβανε ενεργά αποφάσεις και διεξήγε δραστηριότητες σχετικές με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες λιανικής της Amazon στην Ευρώπη. Όπως προαναφέρθηκε, το προσωπικό της επέλεγε τα εμπορεύματα προς πώληση, τα αγόραζε από τους κατασκευαστές και διαχειριζόταν τη διαδικτυακή πώληση και την παράδοση των προϊόντων στους πελάτες.
Η εταιρεία εκμετάλλευσης προσάρμοζε επίσης την τεχνολογία και το λογισμικό που χρησιμοποιούσε η πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου της Amazon στην Ευρώπη, επένδυε στο μάρκετινγκ και συγκέντρωνε δεδομένα πελατών. Αυτό σημαίνει ότι διαχειριζόταν και προσέθετε αξία στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας για τα οποία είχε λάβει άδεια εκμετάλλευσης.
Η εταιρεία χαρτοφυλακίου ήταν «κενό κέλυφος» που απλώς μετακύλυε τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας προς την εταιρεία εκμετάλλευσης για αποκλειστική της χρήση. Η εταιρεία χαρτοφυλακίου δεν συμμετείχε η ίδια καθ’ οιονδήποτε τρόπο ενεργά στη διαχείριση, την ανάπτυξη ή τη χρήση αυτής της διανοητικής ιδιοκτησίας. Δεν ασκούσε, ούτε δεν μπορούσε να ασκεί, δραστηριότητες, ώστε να δικαιολογείται το ύψος των δικαιωμάτων που εισέπραττε.
Βάσει της μεθόδου που εγκρίθηκε με τη φορολογική απόφαση, τα φορολογητέα κέρδη της εταιρείας εκμετάλλευσης μειώθηκαν στο ένα τέταρτο των πραγματικών κερδών. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των κερδών της Amazon καταλογίζονταν αθέμιτα στην εταιρεία χαρτοφυλακίου, όπου παρέμεναν αφορολόγητα. Πράγματι, η απόφαση έδωσε στην Amazon τη δυνατότητα να αποφύγει τη φορολογία επί των τριών τετάρτων των κερδών που πραγματοποίησε από όλες τις πωλήσεις της Amazon στην ΕΕ.