«Ο βασικός προσανατολισμός των ανακοινώσεων του πρωθυπουργού, που είναι η άμεση αύξηση των αναπτυξιακών ρυθμών της ελληνικής οικονομίας, δε μπορεί παρά να βρίσκει σύμφωνο τον εμπορικό κόσμο και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας» σημειώνει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), που συνεδρίασε σήμερα, για να αποτιμήσει τις εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη στην 84η Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Όπως επισημαίνει, οι τέσσερις βασικοί άξονες της στρατηγικής της κυβέρνησης για το επόμενο δωδεκάμηνο, δηλαδή η προσέλκυση επενδύσεων, οι στοχευμένες φοροελαφρύνσεις, η κανονικότητα στην αγορά εργασίας και το ψηφιακό κράτος, ήταν «ιδιαίτερα εύστοχη επιλογή» από τον πρωθυπουργό και το οικονομικό επιτελείο, καθώς «αποτελούν τις κυρίαρχες προτεραιότητες που θέτει και ο επιχειρηματικός κόσμος, προκειμένου να διορθωθούν οι στρεβλώσεις που ταλανίζουν την αγορά και να ανοίξει ο δρόμος για νέα επιχειρηματική δράση, με δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας».
Κατά την ΕΣΕΕ, τα επιμέρους μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός για κάθε έναν από τους τέσσερις αυτούς άξονες «είναι ενταγμένα στην υπηρεσία του κεντρικού αναπτυξιακού στόχου της κυβέρνησης και υπό αυτή την έννοια η επιχειρηματικότητα εκτιμά πως σε γενικές γραμμές θα έχουν θετική επίδραση στο γενικότερο οικονομικό κλίμα και θα συμβάλλουν στη σταδιακή αύξηση του εισοδήματος των πολιτών, άρα και στην άνοδο της κατανάλωσης, που είναι το κυρίαρχο ζητούμενο για τις εμπορικές επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, όμως, οι περιορισμένες δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας και οι στόχοι για τα ιδιαίτερα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι καθώς φαίνεται οι βασικές αιτίες που δεν επιτρέπουν ακόμη στην κυβέρνηση να κάνει πιο θαρραλέα βήματα στην κατεύθυνση της άμεσης ικανοποίησης, αρκετών σημαντικών και δίκαιων αιτημάτων του εμπορικού κόσμου.
Σε αυτό το πλαίσιο, μέτρα όπως η διατήρηση του αφορολόγητου, η αύξησή του για τους οικογένειες με παιδιά και η μείωση του συντελεστή για τα εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ από το 22% στο 9% θα συμβάλλουν στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, άρα και της εγχώριας κατανάλωσης, που είναι το κυρίαρχο ζητούμενο για τις εμπορικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, η μείωση του φόρου των επιχειρήσεων από το 28% στο 24% για τα έσοδα του 2019 και του φόρου στα μερίσματα από το 10% στο 5% θα συντελέσουν στην ελάφρυνση των βαρών που «κουβαλούν» οι επιχειρήσεις από τα μνημόνια» υπογραμμίζει η ΕΣΕΕ.
Στον αντίποδα, παρατηρεί πως «δεν έγινε καμία αναφορά στην επέκταση του αφορολόγητου στους ελεύθερους επαγγελματίες, αλλά ούτε και στην μείωση του ΕΝΦΙΑ στα νομικά πρόσωπα, μέτρα που συνδέονται άμεσα με την έννοια της φορολογικής ισότητας και δικαιοσύνης. Επίσης, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και της εισφοράς αλληλεγγύης δεν προβλέπεται να γίνουν άμεσα. Σύμφωνα με τις διευκρινίσεις που έδωσε ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη Τύπου, η μείωσή τους θα ξεκινήσει από το 2021 για να ολοκληρωθεί το 2023. Με αυτό τον τρόπο, όμως, για τα επόμενα σχεδόν τέσσερα χρόνια οι μικρομεσαίοι θα υφίστανται τις συνέπειες δύο δυσβάσταχτων φορολογικών επιβαρύνσεων».
Στο πεδίο των εργασιακών, η βούληση του πρωθυπουργού να τονώσει την πλήρη απασχόληση τη βρίσκει απολύτως σύμφωνη την ΕΣΕΕ. Ωστόσο, θεωρεί πως «η αύξηση του κόστους των υπερωριών στην μερική απασχόληση συνιστά ένα ακόμη βάρος για τις επιχειρήσεις που πραγματικά απασχολούν εργαζόμενους με μειωμένα ωράρια, ενώ η μείωση των εισφορών κατά πέντε μονάδες δε θα ξεκινήσει νωρίτερα από τον Ιούλιο του 2020 και θα έχει ολοκληρωθεί σε βάθος πενταετίας».
Επιπλέον, ζήτημα καθοριστικό για τη μικρομεσαία επιχείρηση συνιστά, κατά την ΕΣΕΕ, η πρόσβαση στη τραπεζική χρηματοδότηση, η οποία στην Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Όπως σημειώνει, «η αναφορά του πρωθυπουργού στην υποχρέωση των τραπεζών να προχωρήσουν με ταχείς ρυθμούς στην “εκκαθάριση” των κόκκινων δανείων, ώστε να επικεντρωθούν απρόσκοπτα στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων είναι στην κατεύθυνση που επιθυμεί η υγιής επιχειρηματικότητα. Αναμένουμε, όμως, παράλληλα και άλλες κυβερνητικές πρωτοβουλίες στο μείζον ζήτημα των υπέρογκων τραπεζικών χρεώσεων/προμηθειών που επιβάλλονται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δημιουργώντας συνθήκες άνισου ανταγωνισμού στην αγορά».
Η ΕΣΕΕ δηλώνει πως θα εξακολουθήσει να στηρίζει τις κυβερνητικές πολιτικές για «επιστροφή στην κανονικότητα». Επισημαίνει, όμως, πως «η περασμένη δεκαετία σκληρής λιτότητας δημιούργησε επιχειρήσεις πολλών ταχυτήτων, πολλές από τις οποίες ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης. Το ελληνικό εμπόριο, ο μεγαλύτερος “εργοδότης” της χώρας, μπορεί να γίνει ο πολλαπλασιαστής της ανάπτυξης, με την προϋπόθεση ότι θα επιτραπεί στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες να εκκινήσουν τη νέα αναπτυξιακή τους πορεία, επί ίσοις όροις με τους μεγάλους “παίκτες” της αγοράς, απαλλαγμένοι από τα άδικα βάρη του πρόσφατου μνημονιακού παρελθόντος».
Σύμφωνα, τέλος, με τη Συνομοσπονδία, «η ανάδειξη από μέρους του της ΔΕΘ ως ένα “φόρουμ λογοδοσίας” αποτελεί σημαντικό βήμα αναβάθμισης της σχέσης της κυβέρνησης με πολίτες κι επιχειρήσεις, καθώς σε έναν χρόνο από σήμερα θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε την εφαρμογή και την απόδοση των πολιτικών που εξήγγειλε ο ίδιος».