Skip to main content

Η Ρωσία «πήρε το όπλο της» στον οικονομικό πόλεμο με τη Δύση

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου, συσπείρωσε τη Δύση προκαλώντας μια σειρά πρωτοφανών κυρώσεων στη Μόσχα που ήταν από τις πιο «βαριές» στην πρόσφατη ιστορία. Πρόκειται για αυτό που οι θεωρητικοί Χένρι Φάρελ και Άμπραχαμ Λ. Νιούμαν έχουν ονομάσει «οπλισμένη αλληλεξάρτηση» μεταξύ των χωρών σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, μας εξηγεί το New Statesman.

Οι κυρώσεις έχουν πλήξει την οικονομία της Ρωσίας, αλλά λιγότερο από όσο αναμενόταν. Τουλάχιστον ως τώρα. Η Ρωσία φαίνεται να ξεπερνά την καταιγίδα των κυρώσεων καλύτερα από το αναμενόμενο, όπως διαπίστωσε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).

Πάντως υπάρχει μια μερίδα αναλυτών που εκτιμάει ότι αυτή η «απάθεια» της ρωσικής οικονομίας θα αρχίσει να εξασθενεί μέσα στους επόμενους μήνες. Σύμφωνα με τον καθηγητή- ειδικό στη ρωσική πολιτική και πολιτική, Μαρκ Γκαλεότι, οι κυρώσεις θα αρχίσουν να «δαγκώνουν» κατά το φθινόπωρο, οπότε και εκτιμάει ότι θα αρχίσουν να εξαντλούνται τα αποθέματα για τις εταιρείες και θα καταγράφουν σημαντικές ελλείψεις σε ανταλλακτικά και υλικά. 

Στο μεταξύ, ωστόσο, η Ρωσία αντεπιτίθεται, χρησιμοποιώντας ουσιαστικά τον μοναδικό τομέα όπου οι δυτικές χώρες εξαρτώνται σημαντικά από αυτήν: την ενέργεια. Το 2021 τα καύσιμα αντιπροσώπευαν τη συντριπτική πλειοψηφία – 62%- της αξίας των αγαθών που εξάγονταν από τη Ρωσία στην ΕΕ. Η Ρωσία εκμεταλλεύεται αυτή την εξάρτηση, τονίζει ο Ίντο Βοκ του New Statesman, αναφερόμενος στις μειωμένες ροές του Nord Stream 1 και το μπαλάκι κατηγοριών για την τουρμπίνα του αγωγού, την καθυστερημένη άφιξη της οποίας από τον Καναδά επικαλείται η Μόσχα για τις μειωμένες ροές. Η ΕΕ θεωρεί «το δράμα της τουρμπίνας» ως πρόσχημα για να ασκήσει πολιτική πίεση η Μόσχα στις ευρωπαϊκές χώρες που εξαρτώνται από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου για σημαντικό μέρος της ενέργειάς τους, μεταξύ των οποίων η Γερμανία.

«Η Δύση έχει ξεκινήσει έναν οικονομικό πόλεμο εναντίον της Ρωσίας, για απολύτως δικαιολογημένους λόγους», δήλωσε ο Γκαλεότι. «Τώρα η Ρωσία αντεπιτίθεται».

Θα βγει ο χειμώνας;

Αυτό που μένει τώρα να δούμε, είναι αν θα μπορέσουν οι ευρωπαϊκές χώρες να αποθηκεύσουν τις απαραίτητες ποσότητες φυσικού αερίου «για να βγάλουν το χειμώνα». Εάν οι ροές παραμείνουν χαμηλές, η Ευρώπη θα εισέλθει στον χειμώνα με πολύ λίγο αέριο για να περάσει τους κρύους μήνες χωρίς δελτίο, πιστεύουν πολλοί ειδικοί. Οι αποθήκες σε ολόκληρη την ΕΕ είναι συνολικά περίπου στο 67,5% πλήρεις, σύμφωνα με στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από την Gas Infrastructure Europe. Ο στόχος της ΕΕ είναι το 80% μέχρι τον Νοέμβριο, αλλά ορισμένα κράτη μέλη έχουν θέσει υψηλότερους στόχους. Η Γερμανία στοχεύει να φουλάρει κατά 95% έως τον Νοέμβριο, από περίπου 67% που είναι σήμερα.

Η ΕΕ θεωρεί πιθανή την πλήρη διακοπή των ρωσικών ροών στην Ευρώπη. Ως εκ τούτου, σχεδιάζει να μειώσει κατά 15% την κατανάλωση φυσικού αερίου, με ορισμένες εξαιρέσεις για τις νησιωτικές χώρες Ιρλανδία, Μάλτα και Κύπρο.

Πάντως από πολλούς θεωρείται πιο πιθανό η Μόσχα να κρατήσει χαμηλά τις ροές.  «Στον στρατηγικό υπολογισμό της Ρωσίας,… οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει είτε να αντιμετωπίσουν μια σοβαρή οικονομική και πολιτική κρίση στο εσωτερικό, ή να τερματίσουν την αντιπαράθεσή τους με τη Μόσχα, ικανοποιώντας ορισμένες από τις πολιτικές απαιτήσεις του Κρεμλίνου για την Ουκρανία και προχωρώντας σε άρση των κυρώσεων», εξηγεί ο αναλυτής στη δεξαμενή σκέψης Carnegie Endowment for International Peace, Σεργκέι Βακουλένκο. Αλλά αυτή η στρατηγική, συνεχίζει, θα λειτουργήσει μόνο εάν τα επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου στην ΕΕ είναι ελάχιστα. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό για τη Ρωσία να διατηρήσει το ποσοστό πλήρωσης όσο το δυνατόν χαμηλότερα αυτή τη στιγμή.

Στο στόχαστρο το Βερολίνο

Εάν η Ρωσία τερμάτιζε τις παραδόσεις φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η γερμανική οικονομία θα «καιγόταν» σοβαρά. Σύμφωνα με το σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης, σε μια τέτοια περίπτωση θα περιοριζόταν πρώτα η κατανάλωση ενέργειας από τη βιομηχανία, για να διατηρηθεί αδιάκοπος ο εφοδιασμός των νοικοκυριών και οι βασικές δημόσιες υπηρεσίες. Η βιομηχανία αντιπροσωπεύει το 30% της γερμανικής κατανάλωσης φυσικού αερίου, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας συμβούλων Enerdata, με την παραγωγή ενέργειας να καταλαμβάνει επιπλέον 21%. Η οικονομική ζημιά από την έλλειψη φυσικού αερίου θα ήταν σοβαρή. Η UBS προβλέπει ότι ένα πλήρες κλείσιμο της στρόφιγγας θα πυροδοτήσει ύφεση σχεδόν 6% στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, με επιπτώσεις σε ολόκληρη την ΕΕ.

«Η Ρωσία επιδιώκει να ασκήσει πίεση στους Ευρωπαίους γενικά, και στους Γερμανούς ειδικότερα, με την προοπτική της οικονομικής ζημίας να βλάπτει την κοινωνική συνοχή εντός των χωρών και τη συνολική συνοχή της δυτικής συμμαχίας», εκτίμησε ο Γκαλεότι, προσθέτοντας ότι η απόφαση της Μόσχας να περιορίσει αυστηρά τις ροές φυσικού αερίου με επινοήσεις για τεχνικά προβλήματα, αντί να διακόψει εντελώς τις παραδόσεις, της επιτρέπει να περιορίσει την προοπτική της πλήρους επανεκκίνησης των προμηθειών εάν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο το πλεονέκτημά της έναντι των ευρωπαϊκών χωρών.

Γιατί είναι σε θέση να «εκβιάζει»

Η Ρωσία είναι σε θέση να απορροφήσει το κόστος της μείωσης των παραδόσεων στην Ευρώπη για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι το φυσικό αέριο αντιπροσωπεύει μόνο το 2% του ΑΕΠ της Ρωσίας, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, λιγότερο από το ήμισυ του μεριδίου του πετρελαίου. Το δεύτερο είναι ότι η κρίση εφοδιασμού που υποκινήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία προκάλεσε εκτίναξη των ευρωπαϊκών τιμών του φυσικού αερίου, πράγμα που σημαίνει απροσδόκητο κέρδος για το Κρεμλίνο, ακόμη και όταν παραδίδονται πολύ χαμηλότερες ποσότητες.  

Επίσης, βραχυπρόθεσμα το αέριο που παραδίδεται με αγωγό από τη Ρωσία δεν μπορεί να αντικατασταθεί από άλλες πηγές. Ένας συνδυασμός εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου και πρόσθετης παραγωγής ενέργειας από άνθρακα και πυρηνική ενέργεια μπορεί να καλύψει μόνο ένα μέρος του ελλείμματος, σύμφωνα με τηβ Ταρα Κονολι, ακτιβίστρια για το φυσικό αέριο στην Global Witness, μια ΜΚΟ για τα ανθρώπινα δικαιώματα. «Θα πρέπει να καταπιούμε κάποιες άβολες πολιτικές για να περάσουμε τον χειμώνα στην Ευρώπη», είπε, προσθέτοντας ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει τελικά να εφαρμόσουν μέτρα για τη μείωση της ζήτησης ενέργειας.

Κάποιες ήδη το κάνουν. Ωστόσο, τα σχετικά συγκρατημένα μηνύματα από τους πολιτικούς δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα του πόσο δύσκολος μπορεί να είναι ο επερχόμενος χειμώνας, προειδοποίησε η Σιμόν Ταλιαπιέτρα, συνεργάτης στο Bruegel. «Μέχρι στιγμής, οι κυβερνήσεις μπόρεσαν να παραμελήσουν το θέμα και να αποφύγουν να πουν στους πολίτες την αλήθεια. Εξακολουθώ να μην βλέπω πρωθυπουργούς, προέδρους και καγκελαρίους να λένε ξεκάθαρα ότι περνάμε στη χειρότερη δυνατή ενεργειακή κρίση».

naftemporiki.gr