Skip to main content

Ικανοποίηση στις αγορές με το νέο πολιτικό σκηνικό στην Ουάσιγκτον

Από την έντυπη έκδοση

Με «έμβλημα» τη δυσαρέσκεια των Αμερικανών πολιτών στο μέτωπο της οικονομίας, οι Ρεπουμπλικανοί «σάρωσαν» στις ενδιάμεσες εκλογές εξασφαλίζοντας τον έλεγχο και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου σε ένα σοβαρό πλήγμα για τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα και τους Δημοκρατικούς γενικότερα, που θα υποχρεωθούν πλέον να περάσουν σε συνθήκες δύσκολης συγκατοίκησης τα επόμενα δύο χρόνια της προεδρικής θητείας.

Οι ενδιάμεσες εκλογές υπογράμμισαν τη χαμηλή δημοτικότητα του Ομπάμα αλλά και τις ελλείψεις των ηγετικών του ικανοτήτων, ανοίγοντας αναμφισβήτητα ένα νέο κεφάλαιο στην αμερικανική πολιτική. Οι αγορές δέχθηκαν με ικανοποίηση το αποτέλεσμα των ενδιάμεσων εκλογών, με τους βασικούς αμερικανικούς χρηματιστηριακούς δείκτες να εκτινάσσονται σε νέα επίπεδα ρεκόρ και με νικητή τον ενεργειακό κλάδο, που αναμένεται να αναδειχθεί στο μεγάλο ευνοημένο από την πολιτική των Ρεπουμπλικανών.

Οι πολιτικοί αντίπαλοι του Μπαράκ Ομπάμα, οι Ρεπουμπλικανοί, που εξασφάλισαν τον έλεγχο της Γερουσίας και ενίσχυσαν την πλειοψηφία τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων, θα είναι πλέον σε θέση να επιβάλουν την κοινοβουλευτική ατζέντα μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του διαδόχου του Μπαράκ Ομπάμα.

Ανησυχία για την οικονομία

Η αναποφασιστικότητα του Αμερικανού προέδρου στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και κυρίως η απογοήτευση των πολιτών για την οικονομική πολιτική ήταν αυτή που επέφερε την ήττα στις ενδιάμεσες εκλογές του Κογκρέσου. Η οικονομία αποτέλεσε τη μεγαλύτερη ανησυχία των ψηφοφόρων, καθώς περίπου πέντε χρόνια μετά την ύφεση ο μέσος Αμερικανός εξακολουθεί να αισθάνεται τον αντίκτυπο. Μισθοί και εισοδήματα δεν έχουν ανακάμψει, παρότι τα εταιρικά κέρδη εκτινάχθηκαν σε επίπεδα ρεκόρ, οι μετοχές τριπλασιάστηκαν και η αμερικανική παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκε περισσότερο από 1 τρισ. δολάρια από το προ της ύφεσης ζενίθ της.

Οι προτεραιότητες

Πάντως, οι νέοι συσχετισμοί στο Κογκρέσο αναμένεται να συμβάλουν ώστε να υπάρξει πρόοδος στις διαπραγματεύσεις με την Ε.Ε. για τη δημιουργία ζώνης ελεύθερου εμπορίου, καθώς οι Ρεπουμπλικανοί στη Γερουσία και στη Βουλή προσεγγίζουν πιο θετικά το συγκεκριμένο εγχείρημα, σε αντίθεση με πολλούς Δημοκρατικούς νομοθέτες που ανησυχούσαν ότι θα οδηγούσε σε απώλεια θέσεων εργασίας για Αμερικανούς εργαζομένους.

Οι προτεραιότητες των Ρεπουμπλικανών θα είναι οικονομικές: δεκάδες αναπτυξιακά νομοσχέδια βρίσκονται στα σκαριά για την έγκριση της κατασκευής του πετρελαιαγωγού Keystone XL ανάμεσα στον Καναδά και στον Κόλπο του Μεξικού, της αύξησης της παραγωγής φυσικού αερίου, της βοήθειας προς τις μικρές επιχειρήσεις και την αποδυνάμωση των ρυθμιστικών πλαισίων. «Το πείραμα της υπερβολικής κρατικής παρέμβασης κράτησε αρκετά. Είναι καιρός να αλλάξουμε κατεύθυνση» δήλωσε μετά την επανεκλογή του ο γερουσιαστής Μιτς ΜακΚόνελ, επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών της Γερουσίας. Επίσης, ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Τζον Μπέινερ, έσπευσε να ανακοινώσει ότι το νέο Κογκρέσο, που θα συγκροτηθεί στις αρχές Ιανουαρίου, θα αφοσιωθεί και στη μεταρρύθμιση του φορολογικού κώδικα, στον περιορισμό του προβλήματος των δαπανών, στη μεταρρύθμιση του ρυθμιστικού πλαισίου και στη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος.

Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη διετία θα αφορά λιγότερο τον νυν πρόεδρο και περισσότερο τη μάχη για την ανάδειξη του πολιτικού που θα τον αντικαταστήσει. Επίσης, μένει να φανεί τι θα κάνουν οι Ρεπουμπλικανοί την πλειοψηφία που κατέκτησαν. Ο ΜακΚόνελ επεσήμανε ότι ο Μπαράκ Ομπάμα διατηρεί το δικαίωμα του βέτο και μάλλον δεν θα επικυρώσει νόμους που θα διαλύουν τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις της προεδρίας του, όπως η μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας.  

Ικανοποίηση στη Wall Street

Ο θρίαμβος των Ρεπουμπλικανών έγινε δεκτός με εμφανή ικανοποίηση από τη Wall Street. Λίγο μετά το άνοιγμα της αγοράς, ο Dow Jones αναρριχήθηκε σε νέα ιστορικά υψηλά επίπεδα, με τους επενδυτές να αποτιμούν την πρώτη επικράτηση των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία εδώ και οχτώ χρόνια ως «φιλικό προς τις επιχειρήσεις» αποτέλεσμα. Σε επίπεδα ρεκόρ προσέγγισε και ο S&P 500, με τις ενεργειακές επιχειρήσεις και τις μεταλλευτικές βιομηχανίες να καταγράφουν τα μεγαλύτερα κέρδη, εν μέσω προσδοκιών ότι οι Ρεπουμπλικανοί θα αντιταχθούν στα σχέδια της κυβέρνησης Ομπάμα για περιορισμούς στη χρήση άνθρακα, ενώ θα στηρίξουν έργα κατασκευής και επέκτασης αγωγών.

Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, οι ενδιάμεσες εκλογές για το αμερικανικό Κογκρέσο συνιστούν διαχρονικά παράγοντα που δίνει ώθηση στις αμερικανικές μετοχές. Τα ιστορικά στοιχεία για την πορεία της Wall Street είναι αποκαλυπτικά. Σύμφωνα με την Barclays Capital, από το 1928 έως και σήμερα, στο διάστημα 90 ημερών μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, οι αποδόσεις των μετοχών ήταν θετικές στο 86% των περιπτώσεων. Αντιθέτως, μόνο στο 66% των περιπτώσεων γενικών εκλογών υπήρξε θετικός απολογισμός στο διάστημα 90 ημερών μετά την κάλπη. Ξεχωριστή έκθεση της Credit Suisse αποκαλύπτει ότι από το 1930 ο αμερικανικός δείκτης S&P 500 έχει παρουσιάσει μέση απόδοση 17,8% σε ορίζοντα 100 ημερών μετά τις ενδιάμεσες εκλογές. Η μέση άνοδος στον ίδιο χρονικό ορίζοντα, ύστερα από γενικές εκλογές, είναι αντιστοίχως 7,4%. Οσον αφορά ειδικότερα τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας Δημοκρατικός πρόεδρος έχει έλθει αντιμέτωπος με ελεγχόμενο από τους Ρεπουμπλικανούς Κογκρέσο, ο S&P 500 έχει παρουσιάσει εκείνες τις χρονιές κατά μέσο όρο κέρδη 15,1% από το 1945, σύμφωνα με στοιχεία της S&P Capital IQ.

Μία πιθανή εξήγηση για την ανοδική αντίδραση των αγορών είναι το γεγονός ότι δεν υπάρχει τίποτα που να ανησυχεί τους επενδυτές περισσότερο από την αβεβαιότητα. Οταν ολοκληρώνονται οι ενδιάμεσες εκλογές, ανεξάρτητα από το τι θα σημάνει η κάλπη για τη σύνθεση του Κογκρέσου, η Wall Street εκτιμά ότι έχει μία καλύτερη εικόνα για την κατεύθυνση που θα ακολουθήσουν οι πολιτικές της κυβέρνησης στο οικονομικό και όχι μόνο πεδίο. Ενισχύεται έτσι η εμπιστοσύνη και κατά συνέπεια και η διάθεση των επενδυτών για έκθεση στο ρίσκο των μετοχών.

Θα πρέπει πάντως να επισημάνουμε ότι συχνά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που δρουν σε συνδυασμό με τις εκλογικές αναμετρήσεις, επηρεάζοντας κάποιες φορές σε μεγαλύτερο ακόμη βαθμό τους επενδυτές από την κάλπη. Αυτό συνέβη για παράδειγμα στις ενδιάμεσες εκλογές του 2010. Σε εκείνη την αναμέτρηση, κατά την οποία οι Ρεπουμπλικανοί κέρδισαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και ενίσχυσαν την παρουσία τους στη Γερουσία, οι επενδυτές αντέδρασαν και πάλι με χαμόγελο, οδηγώντας τον S&P 500 σε άνοδο σχεδόν 10% στους τρεις μήνες που ακολούθησαν. Τα κέρδη των αμερικανικών μετοχών, ωστόσο, δεν είχαν τότε να κάνουν τόσο με τη σύνθεση του Κογκρέσου όσο με το γεγονός ότι μία ημέρα μετά τις εκλογές, στις 3 Νοεμβρίου, η Φέντεραλ Ριζέρβ ανακοίνωσε τα σχέδιά της για δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης με στόχο τη στήριξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος και την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας. 

Η αποτυχία στην εξωτερική πολιτική

Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, ο Μπαράκ Ομπάμα χρεώθηκε την αδυναμία να αποτρέψει τις αρνητικές εξελίξεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία, όπου η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία επέφερε βαρύ πλήγμα στη Δύση, προκαλώντας ενόχληση και δυσφορία στην αμερικανική κοινή γνώμη.

ΕΦΗ ΤΡΙΗΡΗ – ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ

Ελπίζουν οι επιχειρήσεις

Τις ελπίδες τους ότι με τη νέα σύνθεση το Κογκρέσο θα στρέψει την προσοχή του σε καίρια ζητήματα -όπως εταιρικοί φόροι, μετανάστευση, εμπόριο και ενέργεια- εναποθέτουν οι αμερικανικές επιχειρήσεις, αφότου οι Ρεπουμπλικανοί απέκτησαν την πλειοψηφία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου.

Το μετεκλογικό τοπίο αναμένεται να διατηρήσει τα αδιέξοδα σε ορισμένα θέματα που βρίσκονται στην κορυφή των προτεραιοτήτων μεταξύ των αμερικανικών επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, όμως, η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού θα μπορούσε να οδηγήσει το Κογκρέσο, αλλά και το Λευκό Οίκο, στην αναζήτηση συμβιβαστικών λύσεων ως προς την έγκριση βασικών νομοσχεδίων.

«Αυτό που ελπίζουμε είναι ότι το νέο Κογκρέσο θα εστιάσει σε πολιτικές που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Αρικ Νιούχαουζ, στέλεχος της Εθνικής Ενωσης Κατασκευαστών.

Η επικράτηση των Ρεπουμπλικανών σε Γερουσία και Κογκρέσο δεν πρόκειται να οδηγήσει αυτομάτως σε άρση των διαφωνιών που καθυστερούν επί χρόνια την έγκριση βασικών νομοθετικών ρυθμίσεων. Παρ’ όλα αυτά, ο επιχειρηματικός κόσμος προσβλέπει στην προώθηση πιο προοδευτικών νομοσχεδίων που θα συμβάλουν στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.

Η δυναμική ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας, η δημιουργία θέσεων εργασίας και το χαμηλότερο ομοσπονδιακό έλλειμμα προϋπολογισμού από την εποχή προ της κρίσης προσφέρουν ισχυρά «στηρίγματα» στις αμερικανικές επιχειρήσεις, απομακρύνοντας σημαντικές εστίες ανησυχιών, γεγονός που στρέφει την προσοχή στη μεταρρύθμιση του φορολογικού κώδικα. Οι επιχειρήσεις παραπονούνται για τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, αλλά και για το γεγονός ότι φορολογούνται και για τα κέρδη τους σε ξένες αγορές, τη στιγμή που οι περισσότερες χώρες φορολογούν τα κέρδη εντός των συνόρων.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΟΤΣΟΒΟΥ[email protected]