Skip to main content

«Πανδημία» επιστροφών φόρου εισοδήματος

Από την έντυπη έκδοση

Περισσότεροι κατά 383.000 αναμένεται να είναι φέτος σε σύγκριση με πέρυσι οι δικαιούχοι επιστροφών φόρου εισοδήματος. Συνολικά εκτιμάται ότι φέτος, για πρώτη φορά, οι παραλήπτες πιστωτικών εκκαθαριστικών σημειωμάτων φόρου εισοδήματος θα ανέλθουν σε 1.480.000, ενώ πέρυσι ήταν περίπου 1.097.000. Επιπλέον, φέτος, πάνω από 1,9 εκατομμύριο φορολογούμενοι που έχουν ήδη λάβει ή πρόκειται να λάβουν τις προσεχείς ημέρες χρεωστικά εκκαθαριστικά σημειώματα για τις φετινές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος έχουν κληθεί ή θα κληθούν να πληρώσουν φόρους σημαντικά μειωμένους σε σύγκριση με αυτούς που πλήρωσαν πέρυσι. Πολλοί από τους ευνοημένους αυτούς φορολογούμενους θα καταστούν φέτος για πρώτη φορά δικαιούχοι κοινωνικών επιδομάτων και απαλλαγών από τον ΕΝΦΙΑ, καθώς τα φορολογητέα εισοδήματά τους για το έτος 2020 είναι τόσο πολύ μειωμένα ώστε έχουν υποχωρήσει κάτω από τα εισοδηματικά όρια που ισχύουν για τη χορήγηση των επιδομάτων και των απαλλαγών. 

Αναστολές – ενοίκια
Τα γενικά και τοπικά lockdowns που επιβλήθηκαν εντός του 2020, εξαιτίας της εξάπλωσης του κορονοϊού, είχαν ως συνέπεια εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτοί εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα να τεθούν, κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, σε αναστολή συμβάσεων εργασίας για χρονικά διαστήματα από 3 έως και 10 μήνες, εκατοντάδες χιλιάδες ατομικές επιχειρήσεις, ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι να αναστείλουν τη λειτουργία τους για 5 έως και 7 μήνες τουλάχιστον μέσα στο 2020 ή να υπολειτουργούν τουλάχιστον για 9 μήνες μέσα στο προηγούμενο έτος, κατά τη διάρκεια των οποίων πραγματοποίησαν σημαντικά μειωμένους τζίρους. Επιπλέον, εκατοντάδες χιλιάδες ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων υποχρεώθηκαν για χρονικά διαστήματα από 6 έως και 10 μήνες μέσα στο 2020 να εισπράξουν ενοίκια μειωμένα κατά 40% ή και περισσότερο.
Οι φορολογούμενοι αυτοί επεβίωσαν οικονομικά χάρη στις διαφόρων κατηγοριών έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις που έλαβαν από το Δημόσιο, όπως οι αποζημιώσεις ειδικού σκοπού των 800 και των 534 ευρώ, τα ποσά της «επιστρεπτέας προκαταβολής», που κυμάνθηκαν από 1.000 έως και 350.000 ευρώ, οι συμψηφισμοί μειώσεων ενοικίων με τρέχουσες φορολογικές οφειλές και διάφορα άλλα έκτακτα και ειδικά επιδόματα. Όλες αυτές οι οικονομικές ενισχύσεις οι οποίες καταβλήθηκαν πέρυσι από το κράτος, με σκοπό τη μερική ή και την ολική αναπλήρωση των απολεσθέντων εισοδημάτων τόσων πολλών εργαζομένων και επιχειρήσεων, απαλλάσσονται φέτος από τον φόρο εισοδήματος και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης, ενώ παράλληλα κατά την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων δεν συνυπολογίζονται καν στα ετήσια εισοδήματα των εν λόγω φορολογουμένων. Επιπλέον, πολλοί φορολογούμενοι που θεωρούνται «πληττόμενοι» από την επιδημία του κορονοϊού και πληρούν και ορισμένες ακόμη προϋποθέσεις, κατά την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών τους δηλώσεων, απαλλάσσονται πλήρως από τα τεκμήρια διαβίωσης κι έτσι δεν προκύπτουν γι’ αυτούς πρόσθετες διαφορές φορολογητέων εισοδημάτων λόγω τεκμηρίων.

Μειωμένα εισοδήματα
Συνέπεια των παραπάνω εξελίξεων είναι εκατομμύρια φορολογούμενοι, στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλουν φέτος, για το φορολογικό έτος 2020, να εμφανίζουν ποσά ετησίων φορολογητέων εισοδημάτων σημαντικά μειωμένα σε σύγκριση με αυτά που εμφάνισαν πέρυσι, με τις δηλώσεις για τα εισοδήματα του 2019. Οι μειώσεις στα ετήσια φορολογητέα εισοδήματα εκτιμάται ότι είναι τουλάχιστον 30% και σε πολλές περιπτώσεις φθάνουν ή και υπερβαίνουν το 50%! Εξαιτίας της εξέλιξης αυτής:
1) Θα αυξηθεί σημαντικά φέτος ο αριθμός των φορολογουμένων που θα καταστούν αυτόματα δικαιούχοι κοινωνικών επιδομάτων και κοινωνικών παροχών, χορηγουμένων με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Συγκεκριμένα, εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι που μέχρι πέρυσι δεν ελάμβαναν κανένα κοινωνικό επίδομα επειδή τα ετήσια φορολογητέα εισοδήματά τους ήταν υψηλότερα από τα ανώτατα όρια ετησίων εισοδημάτων μέχρι τα οποία αναγνωρίζεται το δικαίωμα είσπραξης των επιδομάτων αυτών και έτσι δεν πληρούσαν τα προβλεπόμενα εισοδηματικά κριτήρια, θα καταστούν ξαφνικά φέτος δικαιούχοι τέτοιων επιδομάτων επειδή θα φανούν με βάση τις φορολογικές τους δηλώσεις ως έχοντες πολύ χαμηλά ετήσια φορολογητέα εισοδήματα, κατώτερα από τα εισοδηματικά όρια που έχουν νομοθετηθεί για τη χορήγηση των επιδομάτων. Τα επιδόματα τα οποία θα λάβουν για πρώτη φορά θα είναι το επίδομα τέκνων, το επίδομα στέγασης και το επίδομα θέρμανσης.
2) Θα αυξηθούν κατά πολύ οι δικαιούχοι μερικής ή ολικής απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, δικαιούχος απαλλαγής από το 50% του ΕΝΦΙΑ είναι κάθε φορολογούμενος που, μεταξύ άλλων, είχε κατά το προηγούμενο έτος «συνολικό ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα» μέχρι 9.000 ευρώ. Το όριο αυτό προσαυξάνεται κατά 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και για κάθε εξαρτώμενο μέλος της οικογένειας.
Επιπλέον, στις οικογένειες που είναι τρίτεκνες ή πολύτεκνες ή περιλαμβάνουν ανάπηρα άτομα κατά ποσοστά 80% και άνω χορηγείται πλήρης απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ εφόσον, μεταξύ άλλων, σε κάθε περίπτωση το «συνολικό ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα» του προηγούμενου έτους δεν έχει υπερβεί τις 12.000 ευρώ. Το όριο αυτό προσαυξάνεται κατά 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και κάθε εξαρτώμενο μέλος.

Επιστροφές φόρου
Επιπλέον, κατά την εκκαθάριση των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος εφαρμόζονται επί των μειωμένων κατά 30% έως και πάνω από 50% φορολογητέων εισοδημάτων των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα και των επιτηδευματιών, αγροτών και εισοδηματιών σημαντικά μειωμένοι συντελεστές φόρου, αυξημένα αφορολόγητα όρια για τα εξαρτώμενα τέκνα, απαλλαγές από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης και μειωμένοι συντελεστές προκαταβολής φόρου εισοδήματος. Ως εκ τούτου εκτιμάται ότι:
Με την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης του συνόλου των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος θα έχουν αυξηθεί κατά πολύ οι περιπτώσεις μισθωτών εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα που θα είναι δικαιούχοι μεγάλων ποσών επιστροφών φόρου. Ήδη από τα μέχρι στιγμής στοιχεία της πορείας εκκαθάρισης των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων προκύπτει ότι οι παραλήπτες πιστωτικών εκκαθαριστικών σημειωμάτων και δικαιούχοι επιστροφών φόρου εισοδήματος ανέρχονται σε 1.259.453 άτομα και αντιστοιχούν στο 16,57% του συνόλου των 7.602.757 ατόμων που έχουν ήδη υποβάλει τις δηλώσεις τους (ατομικές ή κοινές μετά των συζύγων τους) κι έχουν λάβει ισάριθμα εκκαθαριστικά. Βάσει του ποσοστού αυτού, το οποίο αναμένεται να διατηρηθεί περίπου στο ίδιο επίπεδο μέχρι την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, όπου αναμένεται να έχουν εκδοθεί 8.930.000 εκκαθαριστικά σημειώματα σε ισάριθμα άτομα, ο αριθμός των φορολογουμένων (ατόμων) που θα έχουν παραλάβει πιστωτικά εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος και, συνακόλουθα, θα είναι δικαιούχοι επιστροφών φόρου, εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε περίπου 1.480.000 (στο 16,57% των 8.930.000). Πέρυσι ο αριθμός των παραληπτών πιστωτικών εκκαθαριστικών σημειωμάτων είχε φθάσει στο 1.096.750. Ως εκ τούτου, φέτος οι δικαιούχοι επιστροφών φόρου εισοδήματος αναμένεται να είναι περισσότεροι περίπου κατά 383.000 σε σχέση με πέρυσι. 
Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι 383.000 επιπλέον δικαιούχοι επιστροφών φόρου είναι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. 

Οι παρακρατήσεις
Και το γεγονός ότι οι εν λόγω εργαζόμενοι δικαιούνται φέτος επιστροφή φόρου οφείλεται στο ότι κατά τη διάρκεια του 2020 οι μηνιαίες κρατήσεις φόρου εισοδήματος και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης επί των μισθών τους υπολογίστηκαν, όσους μήνες αυτοί εργάζονταν κανονικά, ωσάν οι αποδοχές τους να ήταν σε ετήσια βάση ίδιες με τα επίπεδα στα οποία είχαν διαμορφωθεί πριν ξεσπάσει η πανδημία του κορονοϊού. Όμως τα ποσά των φόρων που αναλογούν στα -σημαντικά μειωμένα- ετήσια φορολογητέα εισοδήματα του 2020 είναι, τελικά, πολύ μικρότερα από αυτά που παρακρατήθηκαν συνολικά στη διάρκεια του 2020. Συνεπώς τα επιπλέον ποσά που παρακρατήθηκαν πρέπει να τους επιστραφούν από το Δημόσιο με την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών τους δηλώσεων.

Για παράδειγμα, ιδιωτικός υπάλληλος με μηνιαίο φορολογητέο μισθό 1.250 ευρώ εργάσθηκε τους 6 από τους 12 μήνες του 2020, ενώ τους υπόλοιπους 6 μήνες η σύμβαση εργασίας του είχε τεθεί σε αναστολή. Τους μήνες που εργάστηκε, στους μισθούς που έλαβε, καθώς επίσης και στα επιδόματα εορτών και αδείας που εισέπραξε, οι κρατήσεις φόρου εισοδήματος και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης υπολογίστηκαν με αναγωγή των μηνιαίων αποδοχών του σε ετήσιες, κατόπιν πολλαπλασιασμού των μηνιαίων αποδοχών του με τον αριθμό 14, δηλαδή με τον αριθμό των μηνών για τους οποίους είχε υποτεθεί ότι θα ελάμβανε κανονικούς μισθούς. Οι φορολογικές κρατήσεις του υπολογίστηκαν, ουσιαστικά, σαν να ελάμβανε κανονικά τους μισθούς του για ολόκληρο το 2020. Ωστόσο, ο υπάλληλος αυτός εργάστηκε κανονικά μόνο 6 μήνες και το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά του από μισθούς, συνυπολογιζομένων και των επιδομάτων εορτών και αδείας, ήταν τελικά πολύ μικρότερο από αυτό το οποίο ελήφθη υπόψη για τον υπολογισμό των φορολογικών κρατήσεων. Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια του 2020 παρακρατήθηκαν από τις αποδοχές του φόρος εισοδήματος 1.013,14 ευρώ και ειδική εισφορά αλληλεγγύης 69,14 ευρώ, δηλαδή συνολικά 1.134,14 ευρώ. Τα ποσά αυτά προέκυψαν επειδή σε κάθε έναν από τους μήνες που εργάστηκε ο συγκεκριμένος υπάλληλος ο υπολογισμός των μηνιαίων κρατήσεων φόρου εισοδήματος και εισφοράς αλληλεγγύης γινόταν με αναγωγή του μηνιαίου μισθού των 1.250 ευρώ σε ετήσιο εισόδημα 17.500 ευρώ (διά πολλαπλασιασμού των 1.250 ευρώ με τον αριθμό 14). Όμως, τελικά ο εργαζόμενος αυτός, επειδή δεν δούλεψε για 6 μήνες, δεν έλαβε τελικά 17.500 ευρώ το 2020, αλλά μόνο 10.500 ευρώ, στα οποία αναλογεί φόρος εισοδήματος μόλις 233 ευρώ και ειδική εισφορά αλληλεγγύης 0 ευρώ, λόγω του ότι το εισόδημά του υποχώρησε κάτω από το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ που ισχύει στην ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Ως εκ τούτου, ο εργαζόμενος αυτός δικαιούται φέτος να πάρει πίσω ως συνολική επιστροφή φόρου το επιπλέον ποσό φόρου εισοδήματος και ολόκληρο το ποσό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που παρακρατήθηκε από τις αποδοχές του το 2020, δηλαδή την αρνητική διαφορά μεταξύ των παρακρατηθέντων φόρων συνολικού ύψους 1.134,14 ευρώ και του τελικά αναλογούντος φόρου εισοδήματος των 233 ευρώ. Η διαφορά αυτή, η οποία πρέπει να του καταβληθεί φέτος ως επιστροφή φόρου, ανέρχεται σε 849,28 ευρώ (1.134,14 ευρώ μείον 233 ευρώ). 

Ατομικές επιχειρήσεις
Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι φορολογούμενοι με ατομικές επιχειρήσεις (έμποροι, βιοτέχνες, ελεύθεροι επαγγελματίες) και οι αγρότες με ατομικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις καλούνται φέτος να πληρώσουν φόρους μειωμένους κατά 60% έως και πάνω από 80%. Οι φορολογούμενοι αυτοί ανέρχονται σε περίπου 1.500.000 εκατ., εκ των οποίων 1.000.000 είναι αυτοαπασχολούμενοι και 500.000 αγρότες.

«Κουρεμένα» ενοίκια
Στη συντριπτική τους πλειονότητα οι ιδιοκτήτες εκμισθούμενων ακινήτων καλούνται, με τα εκκαθαριστικά των φετινών δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, να πληρώσουν φόρους μειωμένους κατά 27% έως και 49% για τα «κουρεμένα» εισοδήματά τους από ενοίκια.
Συνολικά, ο αριθμός των ιδιοκτητών που εμπίπτουν σε αυτή την περίπτωση εκτιμάται ότι υπερβαίνει τις 400.000.