Το ναυάγιο του Τιτανικού προστατεύεται πλέον από τουρίστες και επίδοξους εξερευνητές στο πλαίσιο συνθήκης που συνήφθη ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Βρετανία και τέθηκε σε ισχύ, όπως ανακοίνωσε η Βρετανίδα υφυπουργός για θέματα ναυτιλίας Νουσράτ Γκάνι.
«Αυτή η κεφαλαιώδους σημασίας συμφωνία με τις ΗΠΑ για τη διαφύλαξη του ναυαγίου σημαίνει πως θα αντιμετωπίζεται πλέον με την ευαισθησία και τον σεβασμό που οφείλονται στην τελευταία κατοικία 1.500 ανθρώπων», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η υφυπουργός στη διάρκεια επίσκεψής της στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας, όπου είχε ναυπηγηθεί το υπερωκεάνιο.
Η συνθήκη, η οποία υπογράφηκε το 2003 από το Ηνωμένο Βασίλειο, τίθεται σε ισχύ αφού επικυρώθηκε τον περασμένο Νοέμβριο από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο. Επιτρέπει στις δύο χώρες «να χορηγούν ή να αρνούνται άδειες για είσοδο στο ναυάγιο ή για να εξαχθούν αντικείμενα απ’ αυτό», σύμφωνα με την ανακοίνωση.
Το ναυάγιο, το οποίο βρίσκεται σε διεθνή ύδατα, δεν προστατευόταν μέχρι τώρα παρά μόνο με τη Σύμβαση της UNESCO για την προστασία της υποθαλάσσιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Μετά την ανακάλυψή του το 1985 σε απόσταση 650 χλμ. από τις καναδικές ακτές, σε βάθος 4.000 μέτρων στα διεθνή ύδατα του Ατλαντικού ωκεανού, το ναυάγιο του Τιτανικού πολιορκείται από κυνηγούς θησαυρών και τουρίστες.
Έπειτα από μια αποστολή στο ναυάγιο το 2012, επιστήμονες είχαν εντοπίσει «πρόσφατες ζημιές που έχουν γίνει από υποβρύχια στο κύτος του Τιτανικού». Είχαν, επίσης, κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τις «ανησυχητικές ποσότητες απορριμμάτων που πετιούνται από πλοία επιφανείας ή εγκαταλείπονται κοντά στο ναυάγιο», ενώ ο Διεθνής Οργανισμός Ναυτιλίας έχει εκφράσει σε έκθεσή του την ανησυχία του για «τις ήδη ορατές επιπτώσεις που ατιμάζουν αυτόν τον τόπο ταφής».