«H μύτη του Πινόκιο», μία υπόθεση για τον επιθεωρητή Μπέκστρεμ με την υπογραφή του διάσημου Σουηδού εγκληματολόγου Λέιφ Γκ. Β. Πέρσον, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση Τιτίνας Σπερελάκη.
Πρόκειται για μία διεστραμμένη ιστορία για μεγάλα παιδιά. Αν δεν ήταν ο τελευταίος τσάρος της Ρωσίας Νικόλαος ο Β΄, ο Βρετανός πρωθυπουργός σερ Γουίνστον Τσόρτσιλ, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο αστυνόμος Έβερτ Μπέκστρεμ του Δυτικού Διαμερίσματος της Αστυνομίας της Στοκχόλμης, τα γεγονότα που περιγράφει δε θα είχαν συμβεί ποτέ. Με άλλα λόγια, το μυθιστόρημα έχει να κάνει με τα σωρευτικά και αμετάκλητα αποτελέσματα ενεργειών τεσσάρων ανθρώπων στη διάρκεια μιας περιόδου άνω των εκατό χρόνων. Τέσσερις άνθρωποι που δε γνωρίστηκαν ποτέ μεταξύ τους, έχοντας ζήσει τη ζωή τους σε διαφορετικούς κόσμους, και που ο πρώτος από αυτούς δολοφονήθηκε σαράντα χρόνια πριν από τη γέννηση του τελευταίου.
Σε πείσμα των συνθηκών και της κατάστασης στην οποία κατέληξε να βρίσκεται, ο αστυνόμος Έβερτ Μπέκστρεμ -ίσως ο πιο ανορθόδοξος Σουηδός επιθεωρητής που έχει υπάρξει, είναι εκείνος που θα γράψει το τέλος αυτής της ιστορίας.
«Εδώ και κάμποσα χρόνια ο αστυνόμος Έβερτ Μπέκστρεμ εργαζόταν στο Δυτικό Διαμέρισμα της Αστυνομίας της Στοκχόλμης ως επικεφαλής του Τμήματος Διερεύνησης Σοβαρών Βίαιων Εγκλημάτων. Δεν ήταν κακή θέση και, αν ζούσε στις ΗΠΑ, όπου οι απλοί άνθρωποι έχουν λόγο και ψήφο για τα τεκταινόμενα, ο Μπέκστρεμ θα ήταν η σίγουρη επιλογή τους για σερίφης. Τριακόσια πενήντα πέντε τετραγωνικά χιλιόμετρα ξηράς και νερού ανάμεσα στη μεγάλη λίμνη Μελάρεν στα δυτικά και στη Σάλτσεν στα ανατολικά. Από τις παλιές πύλες των διοδίων της κεντρικής Στοκχόλμης στα νότια μέχρι τη Νόρρα Γέρβα, το Γιάκομπσμπεργκ και το εξωτερικό αρχιπέλαγος της Μελάρεν στα βόρεια. Θεωρούσε την περιοχή δική του, κάτι σαν Κομητεία του Μπέκστρεμ, με σχεδόν τριακόσιες πενήντα χιλιάδες κατοίκους. Οι πιο επιφανείς ήταν η Αυτού Μεγαλειότης ο βασιλιάς και η οικογένειά του, ένοικοι των Βασιλικών Ανακτόρων στο Ντροττνινγκχόλμ και στο Χάγκα. Εκτός από αυτούς υπήρχαν μια ντουζίνα δισεκατομμυριούχοι και αρκετές εκατοντάδες που ο καθένας τους άξιζε κάμποσα εκατομμύρια. Στον αντίποδα υπήρχαν αρκετές δεκάδες χιλιάδες που δεν είχαν ούτε να φάνε και ήταν αναγκασμένοι να ζουν από τα κοινωνικά επιδόματα ή να ζητιανεύουν και να εγκληματούν για να τα βγάλουν πέρα. Και φυσικά υπήρχαν και όλοι οι συνηθισμένοι άνθρωποι. Όλοι εκείνοι που κοίταζαν τη δουλειά τους, που συντηρούσαν τον εαυτό τους και δεν γκρίνιαζαν για τη ζωή που ζούσαν. Τουλάχιστον, αυτοί σπάνια έκαναν κάτι που υπήρχε περίπτωση να καταλήξει στο γραφείο του Μπέκστρεμ στο μεγάλο Αστυνομικό Τμήμα της Σόλνα.
Αν και, δυστυχώς, δεν ήταν έτσι όλοι όσοι ζούσαν εκεί. Κάθε χρόνο καταγράφονταν στην περιοχή σχεδόν εξήντα χιλιάδες εγκλήματα. Τα περισσότερα, βέβαια, δεν ήταν παρά απλές περιπτώσεις κλοπής, φθοράς ξένης περιουσίας και αδικήματα σχετικά με τα ναρκωτικά, υπήρχαν όμως και μερικές χιλιάδες βίαια εγκλήματα. Αν κοίταζες την εγκληματικότητα στο Δυτικό Διαμέρισμα συνολικά, έβλεπες πως εκτεινόταν σε όλο το κοινωνικό φάσμα. Από μια χούφτα κακοποιούς με λευκό κολάρο που διέπρατταν οικονομικά εγκλήματα αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων έως τους χιλιάδες που έκλεβαν οτιδήποτε, από φιλέτα και λουκάνικα μέχρι είδη μακιγιάζ, μπίρες και ασπιρίνες από τα σουπερμάρκετ του εμπορικού κέντρου της περιοχής. Οι περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις δεν κατέληγαν στο γραφείο του Μπέκστρεμ. Εκείνος αναλάμβανε τα σοβαρά βίαια εγκλήματα. Αυτό έκανε σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του ως αστυνομικού και σκόπευε να συνεχίσει να το κάνει ώσπου αυτό το κομμάτι της ζωής του να φτάσει στο τέλος του. Φόνοι, βιαιοπραγίες, βιασμοί και ένοπλες ληστείες. Συν όλα τα άλλα καλούδια που κρύβονται ανάμεσά τους, με τη μορφή πυρομανών και παιδόφιλων, εκβιαστών, χουλιγκάνων και διαφόρων άλλων παλαβών· ακόμα και κάποιων επιδειξιμανών ή ηδονοβλεψιών που ίσως έτρεφαν φιλοδοξίες να κάνουν το ποιοτικό άλμα.
Τέτοιες περιπτώσεις υπήρχαν παραπάνω από αρκετές. Χιλιάδες αναφορές κάθε χρόνο, που όλες κατέληγαν στο Τμήμα Διερεύνησης Σοβαρών Βίαιων Εγκλημάτων. Και ήταν όλες αυτές οι περιπτώσεις που έδιναν περιεχόμενο και νόημα στη ζωή του ως αστυνομικού, κι αν ήθελε να καταφέρει το παραμικρό σ’ αυτό τον τομέα, το βασικό ήταν να διακρίνει ανάμεσα στα σημαντικά και στα ασήμαντα».
Ο διάσημος εγκληματολόγος, κορυφαίος μελετητής ψυχολογικών προφίλ στη Σουηδία και πολυβραβευμένος μυθιστοριογράφος Λέιφ Πέρσον γεννήθηκε το 1945 στη Στοκχόλμη και έχει χρηματίσει σύμβουλος στο σουηδικό Υπουργείο Δικαιοσύνης. Εργάστηκε ως καθηγητής εγκληματολογίας στην αστυνομική υπηρεσία της Σουηδίας από το 1992 μέχρι το 2008. Είναι γνωστός για τα αστυνομικά του μυθιστορήματα, ενώ τα μέσα ενημέρωσης ζητούν συχνά τη γνώμη του ως του επιφανέστερου ειδικού της χώρας γύρω από το έγκλημα.
Το 1987 έχασε τη δουλειά του, εξαιτίας αποκαλύψεων που έκανε για ένα σκοτεινό πολιτικό σκάνδαλο. Ο Πέρσον έφτασε στα όρια της αυτοκτονίας, αλλά σύντομα αποκαταστάθηκε και επέστρεψε ως λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης. Η περιπέτεια αυτή αποτέλεσε την έμπνευση για το πρώτο του μυθιστόρημα.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]