Skip to main content

Επενδυτικό πλάνο 3 εκατ. της Pelopac

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Χατζηλίδη
[email protected]

Επενδυτικό πρόγραμμα 3 εκατ. ευρώ, που θα αυξήσει την παραγωγική της ικανότητα κατά 50%, ξεκινάει να υλοποιεί από τη φετινή χρονιά η εταιρεία τροφίμων Pelopac, οποία κατάφερε, με όπλο την ισχυρή εξωστρέφειά της, να αυξήσει πάνω από 60% τον τζίρο της στην τελευταία πενταετία.

Η εταιρεία της Θεσσαλονίκης, που εξάγει το σύνολο σχεδόν των προϊόντων της (ως ιδιωτικής ετικέτας), παρουσιάζει αξιοσημείωτη παρουσία στην απαιτητική αγορά των ΗΠΑ, η οποία καταλαμβάνει πλέον το 70% των συνολικών πωλήσεών της. Ακολουθούν οι αγορές της Αυστραλίας και της Μεγάλης Βρετανίας με ποσοστό 15% επί του τζίρου έκαστη και, στη συνέχεια, με πολύ μικρότερα μερίδια οι αγορές της Κεντρικής Ευρώπης, της Σκανδιναβίας, της Νότιας Αφρικής, ενώ μέσα στο 2017 έκανε τα πρώτα βήματά της στη Νότια Κορέα. Όπως αναφέρει ο επικεφαλής της εταιρείας Κώστας Κωνσταντινίδης, επόμενος μεγάλος εξαγωγικός στόχος είναι ο Καναδάς και ακολούθως η Γερμανία, αμφότερες περιπτώσεις στις οποίες η εταιρεία διαβλέπει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης.

Τα προϊόντα της Pepolac περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, ελιές σε βάζο, σακουλάκι ή πλαστικές συσκευασίες, αλλά και spreads (πάστα ελιάς, πολτός πιπεριάς με φέτα, μελιτζανοσαλάτα κ.λπ.), ενώ αξίζει να σημειωθεί το «μπάσιμο» της Pelopac στην κατηγορία του travel catering, όπου ξεκίνησε να δραστηριοποιείται το τελευταίο διάστημα έχοντας αναπτύξει μία πολύ σημαντική συνεργασία με την αεροπορική εταιρεία Easyjet.

Η εταιρεία τα τελευταία δυο χρόνια πετυχαίνει τζίρους άνω των 17 εκατ. ευρώ (17,3 εκατ. ευρώ το 2017, έναντι 17,8 εκατ. ευρώ το 2016), παρουσιάζοντας άνοδο άνω του 60% συγκριτικά με τα 10,7 εκατ. ευρώ της χρήσης του 2012 και διατηρώντας σταθερά κερδοφορία που για το 2017 έκλεισε περί τις 500 χιλ. ευρώ.

Η Pelopac ξεκινάει φέτος τριετές επενδυτικό πλάνο, ύψους 3 εκατ. ευρώ και με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2020, που προβλέπει την κτηριακή, αλλά και την παραγωγική επέκτασή της, με νέες γραμμές παραγωγής που θα αυξήσουν τη δυναμικότητά της κατά περίπου 50% και θα μπορούν να υποστηρίξουν τζίρο τουλάχιστον 25 εκατ. ευρώ.

Η εταιρεία, που εδρεύει στη ΒΙΠΕ Σίνδου, απασχολεί περίπου 160 εργαζόμενους, έναντι 90 το 2014.