Η ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών μοντέλων και στρατηγικών, με στόχο την αξιολόγηση και αντιμετώπιση των προκλήσεων, που εκτείνονται στην οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον, μπορούν να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να πετύχουν μια πιο ομαλή μετάβαση στη βιώσιμη ανάπτυξη, επισημαίνει σε έκθεσή της EY Eλλάδας. Παραθέτει έτσι προτάσεις σε πέντε μέτωπα:
α) Στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης και υπεύθυνη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας
Οι 17 Στόχοι για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη που θέσπισε ο Ο.Η.Ε., με τη συμμετοχή 193 κρατών-μελών, τον Σεπτέμβριο του 2015, ορίζουν την ατζέντα για την άνευ αποκλεισμών ανάπτυξη μέχρι το 2030, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων. Η ΕΥ εντοπίζει μία ξεκάθαρη επιχειρηματική ευκαιρία για την ελληνική αγορά, που αφορά στην υιοθέτηση και αξιοποίηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ο.Η.Ε., δημιουργώντας ευκαιρίες για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στο σύνολο της αλυσίδας αξίας τους, μέσα από μία σειρά εξειδικευμένων στρατηγικών.
β) Μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση
Η ΕΥ θεωρεί ότι, για τις πρακτικές δημοσιοποίησης της μη χρηματοοικονομικής πληροφορίας, οι στρατηγικές πρέπει να εξελίσσονται διαρκώς, με έμφαση στη χρήση διεθνών προτύπων, όπως το Integrated Reporting Framework και το Global Reporting Initiative, με έμφαση στη δημιουργία εκθέσεων με ουσιαστικό και ολοκληρωμένο περιεχόμενο.
γ) Υπολογισμός της συνολικής αξίας
Η δημιουργία αξίας ενός οργανισμού δεν αφορά μόνο στη δημιουργία οικονομικής αξίας, τονίζει η ΕΥ. Εκτός του χρηματοοικονομικού, οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν πλέον και άλλες μορφές κεφαλαίου, όπως το κοινωνικό, το ανθρώπινο, το πνευματικό και το φυσικό κεφάλαιο, των οποίων η κατανόηση και αποτίμηση, διαφοροποιεί, αλλά και ενισχύει πλήρως την έννοια της δημιουργίας αξίας μιας επιχείρησης. «Οι επιπλέον αυτές αξίες πολύ συχνά είναι εν μέρει ή και καθόλου εμφανείς στους οικονομικούς απολογισμούς των επιχειρήσεων» αναφέρεται στην έκθεση. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται για τη μέτρηση της συνολικής αξίας ενός οργανισμού οι επιχειρήσεις να εστιάζουν στην ολοκληρωμένη προσέγγιση και αποτίμηση αυτών των άυλων κεφαλαίων, βάσει επιβεβαιωμένων μεθοδολογιών και των διεθνώς πιο εξελιγμένων βάσεων δεδομένων.
δ) Ενέργεια και κλιματική αλλαγή
Η Συμφωνία των Παρισίων του Ο.Η.Ε., που υπεγράφη τον Δεκέμβριο του 2015 αναδεικνύει τον ρόλο των επιχειρήσεων προς τη μετάβαση σε ένα περιβάλλον χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Παράλληλα, η υιοθέτηση μη επιδοτούμενων τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έχει αρχίσει να αποτελεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις επιχειρήσεις, σε σύγκριση με τις παραδοσιακές τεχνολογίες. Η ΕΥ θεωρεί πως, για την κλιματική αλλαγή, οι στρατηγικές θα πρέπει να εστιάζουν στον προσδιορισμό των ευκαιριών που, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη στρατηγικής που θα ενσωματώνει τα νέα δεδομένα και ζητούμενα των αγορών, υποστηρίζουν την οικοδόμηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
ε) Περιβάλλον, υγεία, και ασφάλεια εργαζομένων
Η διαχείριση των κινδύνων που αφορούν σε ζητήματα του φυσικού περιβάλλοντος, καθώς και της ασφάλειας, υγείας και ευεξίας των εργαζομένων (Environment, Health and Safety – EHS), αναγνωρίζεται πλέον διεθνώς ως θεμελιώδους σημασίας για την παραγωγικότητα στον χώρο εργασίας. Το μοντέλο ωριμότητας της EY γύρω από θέματα φυσικού περιβάλλοντος και υγείας και ασφάλειας εργαζομένων, βοηθά τους οργανισμούς όχι μόνο να αναπτύξουν, αλλά και να λειτουργήσουν ένα νέο πρότυπο διαχείρισης των θεμάτων αυτών, ώστε να συμβάλουν στη δημιουργία διαμοιραζόμενης αξίας μεταξύ της επιχείρησης και του ανθρώπινου δυναμικού της.