Skip to main content

Αφηγήματα και πραγματικότητα για τα ΑΕΙ

Εμβληματικά ξένα πανεπιστήμια από Ευρώπη και ΗΠΑ δεν πρόκειται να ανοίξουν παραρτήματα στην Ελλάδα, γιατί απλώς δεν το έπραξαν πουθενά αλλού στον κόσμο

Των Δημήτρη Τορτοπίδη, αναπλ. καθηγητή Α.Π.Θ. και Γιάννη Τουλή, καθηγητή Ιονίου Πανεπιστημίου, μελών του Think Tank Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

ΠΑΡΑ ΤΙΣ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ αντιδράσεις και δυναμικές κινητοποιήσεις των καθηγητών ΑΕΙ, των φοιτητών και των μαθητών σε όλη την Ελλάδα ενάντια στον νόμο 5094/2024 του υπουργείου Παιδείας για τη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων, αυτός υπερψηφίστηκε μόνο από την κυβερνητική πλειοψηφία.

Αν και η ακαδημαϊκή κοινότητα συχνά λοιδορείται ως αναχρονιστική επειδή η Ελλάδα δεν έχει να επιδείξει ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα αφηγήματα του υπουργείου για την αναγκαιότητα αυτών έχουν αρχίσει να καταρρίπτονται από την πραγματικότητα σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στις οποίες είναι αναγνωρισμένη η λειτουργία τους.

ΑΦΗΓΗΜΑ ΠΡΏΤΟ. Η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα συμβάλει μέσω του ανταγωνισμού στην αναβάθμιση και στη βελτίωση των δημόσιων πανεπιστημίων, τα οποία συχνά κατασυκοφαντούνται και ως χώροι ανομίας και παραβατικότητας.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΡΩΤΗ. Τις τελευταίες δεκαετίες λειτουργούν στη χώρα μας πολλά ιδιωτικά σχολεία στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παράλληλα με τα δημόσια σχολεία. Όμως, οι μελέτες για τις γενικότερες επιπτώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων σχολείων είναι σπάνιες, με τη γενικευμένη διαπίστωση ότι η χειροτέρευση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης στα δημόσια είναι εμφανής. Τα δημόσια σχολεία υποβαθμίζονται λόγω της χρόνιας υποχρηματοδότησης και της έλλειψης εκπαιδευτικού προσωπικού, με αρνητικές επιπτώσεις στους μαθητές και τις μαθήτριες.

Ο Δημήτρης Τορτοπίδης

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ τα δημόσια πανεπιστήμια στη χώρα μας, αν το υπουργείο Παιδείας ήθελε πραγματικά την αναβάθμισή τους, τότε γιατί ως προϋπόθεση γι’ αυτό χρειάζεται η ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων; Ο προτεινόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των δύο είναι ασύστατος και ανήκουστος, διότι τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια κατατάσσονται στο 3%-5% των καλύτερων πανεπιστημίων στον κόσμο.

Έξι δημόσια πανεπιστήμια (ΕΚΠΑ, ΑΠΘ, Κρήτης, Πατρών, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Θεσσαλίας) περιλαμβάνονται σε σημαντικές θέσεις (180 έως 801) στη λίστα κατάταξης Academic Ranking of World Universities 2023, των κορυφαίων πανεπιστημίων παγκοσμίως.

Αντίθετα, τα δύο πιο φημισμένα ιδιωτικά κολέγια-παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα κατατάσσονται το ένα στη θέση 2.811 παγκοσμίως και το δεύτερο στη θέση 6.188.

Στην πραγματικότητα, σε λίγο καιρό θα έχουμε στην Ελλάδα μια σειρά ιδιωτικών πανεπιστημίων πολύ χαμηλότερων σε διεθνείς αξιολογήσεις σε σύγκριση με τα δημόσια πανεπιστήμια.

ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ τους καθηγητές ΑΕΙ, λόγω της προσέλκυσης ερευνητικών ευρωπαϊκών κονδυλίων στα δημόσια πανεπιστήμια αλλά και τις διακρίσεις αυτών των Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό (κυρίως σε ΗΠΑ και Ευρώπη), η Ελλάδα βρίσκεται στην 24η θέση παγκοσμίως και στη 18η στην Ευρώπη ως προς τον αριθμό των κορυφαίων επιστημόνων, αν ληφθεί υπόψη η αναλογία τους στον πληθυσμό της κάθε χώρας.

Σχετικά με την παραβατικότητα στους χώρους του πανεπιστημίου, αν και υπάρχει το νομικό πλαίσιο που επιτρέπει τη δραστική αντιμετώπισή της, συχνά η καταστολή και η δυσφήμηση του δημόσιου πανεπιστημίου είναι οι δύο όψεις της κυρίαρχης πολιτικής να απαντήσει στον αγώνα των φοιτητών εναντίον των ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Ο Γιάννης Τουλής

ΑΦΗΓΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ. Η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα θα συμβάλει όχι μόνο στην παραμονή στη χώρα του μεγαλύτερου μέρους των Ελλήνων φοιτητών που αναγκάζονται να σπουδάσουν στο εξωτερικό, αλλά και στην προσέλκυση χιλιάδων αλλοδαπών φοιτητών.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ. Ο νέος νόμος θα ευνοήσει την εγκατάσταση ιδιωτικών πανεπιστήμιων κυρίως στην πρωτεύουσα, χαμηλών ακαδημαϊκών προσδοκιών, ενώ παράλληλα θα δημιουργήσει συνθήκες περαιτέρω υποβάθμισης των δημόσιων περιφερειακών πανεπιστημίων, με αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών.

Οι Έλληνες φοιτητές-τριες που σπουδάζουν στο εξωτερικό, βάσει στοιχείων της Eurostat (2022), είναι 40.000. Από αυτούς, μόνο 2.000 (περίπου 5%) παρακολουθούν προπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Οι  υπόλοιποι φοιτητές (38.000) πηγαίνουν για μεταπτυχιακές σπουδές στο  εξωτερικό, αλλά και περαιτέρω επαγγελματική σταδιοδρομία. Επίσης, εμβληματικά ξένα πανεπιστήμια από Ευρώπη και ΗΠΑ δεν πρόκειται να ανοίξουν παραρτήματα στην Ελλάδα, όπως επικαλούνται οι υπέρμαχοι των ιδιωτικών πανεπιστημίων, γιατί απλώς δεν το έπραξαν πουθενά αλλού στον κόσμο, σε πολύ πλουσιότερες ευρωπαϊκές χώρες και δυναμικές αγορές εργασίας σε σχέση με την Ελλάδα.

Ακόμα και η Κύπρος, που αποτελεί μάλλον ευρωπαϊκή εξαίρεση πλήρους ιδιωτικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης, εξακολουθεί να στέλνει τους νέους της για σπουδές στην Ελλάδα, που έχει μόνο δημόσια πανεπιστήμια. Παρόλο που περίπου 4.000 παιδιά από την Ελλάδα σπουδάζουν σε ιδιωτικά πανεπιστήμια με υψηλά δίδακτρα στην Κύπρο, ένας σχεδόν τετραπλάσιος αριθμός Κυπρίων (15.500 φοιτητές) σπουδάζει δωρεάν σε δημόσια πανεπιστήμια στην Ελλάδα.

ΤΟ ΠΟΙΟΤΙΚΟ δημόσιο πανεπιστήμιο δεν μπορεί να βελτιωθεί μέσω του υποτιθέμενου ανταγωνισμού που εισάγει η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Το δημόσιο πανεπιστήμιο βελτιώνεται μόνο με επαρκή κρατική χρηματοδότηση (αντίστοιχη με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο), με επαρκή και ποιοτική στελέχωση προσωπικού, την ενίσχυση του αυτοδιοικούμενου χαρακτήρα του και της δημοκρατικής λειτουργίας του, τον διάλογο και την ευρεία συναίνεση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών και της ακαδημαϊκής κοινότητας για την αναθεώρηση του νόμου.

Η ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου θα πρέπει να έχει ως κύρους στόχους την παραγωγή γνώσης και έρευνας που θα απαντούν στις προτεραιότητες μιας κοινωνικά δίκαιης και περιβαλλοντικά βιώσιμης ανάπτυξης, της προστασίας της δημόσιας υγείας, στην αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού σε Ελλάδα και εξωτερικό, στην ενίσχυση της κοινωνικής και περιφερειακής συνοχής και της κοινωνικής ισότητας, στην πραγματική διεθνοποίηση και εξωστρέφεια και στη σύνδεση της έρευνας με κλάδους αιχμής της οικονομίας.