Skip to main content

Η νέα φάση της πανδημίας και οι προκλήσεις για την πολιτική Υγείας

Του Ανδρέα Ξανθού*

Η πανδημία για άλλη μια φορά έχει ανατρέψει προβλέψεις και έχει διαψεύσει χρονοδιαγράμματα και καθησυχαστικές δηλώσεις που έγιναν με «πολιτική ιδιοτέλεια» και όχι με επιστημονική τεκμηρίωση. Αποδείχθηκε ότι ήταν ιδιαίτερα άστοχη και παραπειστική ακόμα και η ορολογία «επιχείρηση Ελευθερία» για το εμβολιαστικό πρόγραμμα. Τα εμβόλια, ενώ προστατεύουν αδιαμφισβήτητα από σοβαρή λοίμωξη Covid-19 και μειώνουν δραστικά την πιθανότητα μετάδοσης του ιού σε άλλους, δεν αποτελούν «διαβατήριο ελευθερίας». Το μήνυμα ότι οι εμβολιαζόμενοι ξεμπερδεύουν οριστικά με τον κίνδυνο μόλυνσης και επανέρχεται η κανονικότητα στη ζωή τους χωρίς περιορισμούς, ήταν λάθος. Η συνειδητοποίηση του κινδύνου νόσησης, ακόμα και εισαγωγής στο νοσοκομείο, έχει ενισχύσει την ανασφάλεια των πολιτών και τον σκεπτικισμό για τα εμβόλια.

Γι’ αυτό και χρειάζεται πλέον μια πιο πειστική και αποτελεσματική εμβολιαστική στρατηγική, στοχευμένη σε ειδικές ομάδες πληθυσμού (ηλικιωμένοι, επαγγέλματα υψηλής κοινωνικής συναναστροφής, νέοι και ιδιαίτερα νέες γυναίκες, χρόνιοι ασθενείς, άνθρωποι που διαβιούν σε κλειστές δομές και καταυλισμούς κ.λπ.), ξεπερνώντας εμπόδια πρόσβασης στον εμβολιασμό (κατακεκλιμένοι, άτομα με αναπηρία ή ψυχική νόσο, άστεγοι, μετανάστες χωρίς χαρτιά) και εξαντλώντας κάθε περιθώριο έγκυρης ενημέρωσης και πειθούς. Πάνω απ’ όλα όμως απαιτείται η δραστική αντιμετώπιση της «τερατώδους εμβολιαστικής ανισότητας στον κόσμο» , όπως λέει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Η οποία ευνοεί την ανάπτυξη μεταλλαγμένων στελεχών του SARSCoV-2, τα συνεχιζόμενα επιδημικά κύματα και την επαναφορά περιοριστικών μέτρων, που με τη σειρά τους πλήττουν δραματικά την παγκόσμια οικονομία και παρατείνουν το «καθεστώς εξαίρεσης» από τις συνταγματικά κατοχυρωμένες ελευθερίες των πολιτών. Όσο δεν «χτίζεται» παγκόσμια συλλογική ανοσία μέσω των εμβολίων, τόσο τα «υγειονομικά σύνορα» είναι διάτρητα και τα εθνικά σχέδια δράσης για την πανδημία, ακόμα και τα πιο πετυχημένα, έχουνοριακή αποτελεσματικότητα. Και για να «είμαστε όλοι ασφαλείς» σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, για να μπορέσει η παγκόσμια παραγωγή να καλύψει ισότιμα τις προσεχείς αναμνηστικές δόσεις και τα εμβόλια δεύτερης γενιάς, πρέπει να «απελευθερωθούν» οι πατέντες των εμβολίων, όπως δήλωσε πρόσφατα και ο Αμερικανός νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτς.

Και όπως έχει ζητήσει πολύ έγκαιρα και πολύ διορατικά ο ΣΥρΙΖΑ και η Ευρωπαϊκή Αριστερά. Ακόμα και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, που ξέρει ότι -σύμφωνα με το ΔΝΤ- η παγκόσμια οικονομία κινδυνεύει να χάσει 4,5 τρισ. δολάρια εξαιτίας των μεταλλάξεων του ιού.Δυστυχώς οι εκκλήσεις αυτές για τις πατέντες δεν είχαν -μέχρι σήμερα τουλάχιστον- αποτέλεσμα λόγω της κυνικής και «αγοραίας» στάσης της Ευρώπης και ειδικά της Γερμανίας. Αποτελεί ηθική και πολιτική ήττα για τη διεθνή κοινότητα και τεράστια διακινδύνευση για τη Δημόσια Υγεία στον πλανήτη, το 1,5% εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού στις φτωχές χώρες.  

Η ριζική και αποτελεσματική απάντηση λοιπόν στις «αναζωπυρώσεις» της  πανδημίας είναι ο καθολικός εμβολιασμός. Δεν υπάρχει, πέραν των εμβολίων και των μέτρων Δημόσιας Υγείας, καμιά άλλη παρέμβαση πρωτογενούς πρόληψης και αναχαίτισης της πανδημικής κρίσης. Η υγειονομική στρατηγική όμως κατά της Covid-19, προφανώς δεν μπορεί να εξαντλείται μόνο στα εμβόλια. Χρειαζόμαστε ταυτόχρονα καλή επιδημιολογική επιτήρηση, με εκτεταμένο testing και έγκαιρη ανίχνευση-ιχνηλάτηση-απομόνωση των κρουσμάτων, καθώς και με αποτελεσματική συνεργασία σε επίπεδο κοινότητας των δομών ΠφΥ, των υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ-διευθύνσεις Δ.Υ. των Περιφερειών) και των κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων (Βοήθεια στο Σπίτι). Παράλληλα απαιτείται αποτελεσματική προνοσοκομειακή διαχείριση των κρουσμάτων, με εκπαίδευση των γιατρών της ΠφΥ στην έγκαιρη αναγνώριση αυτών που θα νοσήσουν βαρύτερα και θα χρειαστούν νοσηλεία ή φαρμακευτική αγωγή σε πρώιμο στάδιο. Τέλος, είναι ζωτικής σημασίας η σοβαρή ενίσχυση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας σε όλα τα επίπεδα (ΠφΥ, νοσοκομεία, μετανοσοκομειακή φροντίδα-αποκατάσταση, δομές ψυχικής υγείας) για την αποτελεσματική θεραπευτική φροντίδα των ασθενών και ιδιαίτερα του συνδρόμου  long covid .

Είναι προφανές ότι στη φάση αυτή η μάχη με τον ιό και τις μεταλλάξεις του θα κερδηθεί ή θα χαθεί στην κοινότητα και όχι τόσο στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ. Και ότι είναι κομβικής σημασίας η υιοθέτηση της στρατηγικής της πρόληψης ( detection), ανίχνευσης (prevention) και πρόβλεψης (anticipation) που έχουν εισηγηθεί αξιόπιστες επιστημονικές ομάδες της χώρας μας και του εξωτερικού. Η μάχη με το 4ο επιδημικό κύμα θα κριθεί στη γρήγορη ανοσοποίηση του γενικού πληθυσμού, κάτι που προϋποθέτει ευρύτατη κοινωνική συστράτευση και όχι απειλές, εκβιασμούς και μέτρα μη αναλογικά όπως οι απολύσεις και η στέρηση μισθού. Θα κριθεί επίσης στην αποτροπή της εκθετικής μετάδοσης του ιού και στην αποτελεσματική φροντίδα σε πρωτοβάθμιο επίπεδο. Γι’ αυτό απαιτείται στήριξη των δημόσιων δομών ΠφΥ, εκπαίδευση των γενικών-οικογενειακών γιατρών και των συναφών ιατρικών ειδικοτήτων στα σύγχρονα πρωτόκολλα διαχείρισης περιστατικών Covid-19 , προστασία των νοσοκομείων από την «κοβιντοποίηση» και αξιοπρεπής κάλυψη όλων των υπόλοιπων υγειονομικών αναγκών των πολιτών. Για να μην υπάρξει ένα νέο «ιδιότυπο εσωτερικό lockdown» στο ΕΣΥ και να μην έχουμε ξανά «παράπλευρες απώλειες» από άλλα νοσήματα, όπως στο 2ο και 3ο επιδημικό κύμα.

Εκτός όμως από την αξιόπιστη διαχείριση της τρέχουσας φάσης της πανδημίας, έχει μεγάλη σημασία να σχεδιαστεί από σήμερα και με βάση τις νέες προκλήσεις η  «επόμενη μέρα» για το Δημόσιο Σύστημα Υγείας. Ο σχεδιασμός αυτός οφείλει να λάβει υπόψη τουτο μεγάλο χρονικό ορίζοντα που έχει μπροστά της η πανδημία και άρα την ανάγκη να συνεχιστεί και να αποκτήσει θεσμική υπόσταση, η λειτουργία  εξειδικευμένων υποδομών και τμημάτωνcovid (ΤΕΠ, κλινικές λοιμώξεων, ΜΕΘ) στα νοσοκομεία. Στους νέους Οργανισμούς των νοσοκομείων θα πρέπει να ενσωματωθούν ως επιπλέον τμήματα, σε επιστημονική διασύνδεση με τις Παθολογικές Πνευμονολογικές κλινικές, ειδικές Μονάδες λοιμώξεων (για όλα τα μεταδοτικά νοσήματα) με την αναγκαία στελέχωση σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και με κίνητρα για την πρόσληψη γιατρών με εξειδίκευση στη λοιμωξιολογία. Αντίστοιχη αναδιοργάνωση μόνιμου χαρακτήρα απαιτείται στις ΜΕΘ και στα ΤΕΠ, ενώ οι δομές ΠφΥ πρέπει να ανασχεδιαστούν συμπεριλαμβάνοντας και τον μαζικόεμβολιασμό (για covid ή νέες ιογενείς λοιμώξεις) στην καθημερινή τους λειτουργία. Πάντα με επιπλέον στελέχωση από επαγγελματίες υγείας εξειδικευμένους στην κοινοτική φροντίδα, την πρόληψη και την προαγωγή υγείας. Μόνο έτσι θα μπορέσει το ΕΣΥ, τόσο σε πρωτοβάθμιο όσο και σε νοσοκομειακό επίπεδο, να συνδυάσει την τακτική του λειτουργία με την αποτελεσματική αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών όπως μια κρίση Δημόσιας Υγείας.

Για να υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω, είναι προφανές ότι χρειάζεται ισχυρή πολιτική βούληση επένδυσης στο ΕΣΥ και στη Δημόσια Υγεία, την οποία η κυβέρνηση δεν έχει. Γιατί στην πραγματικότητα δεν πιστεύει στη δημόσια περίθαλψη και αντιμετωπίζει την πανδημία ως μια «μπόρα» που θα περάσει, ένα «διάλλειμα κρατισμού» που πρέπει γρήγορα να κλείσει για να επανέλθει στην πολιτική υγείας η ατζέντα των ιδιωτικοποιήσεων, των συγχωνεύσεων και των περικοπών. Μόνο ένα προοδευτικό σχέδιο συστηματικής ενδυνάμωσης και ανασυγκρότησης του ΕΣΥ με στόχο την ισότητα και την ποιότητα στις παρεχόμενες υπηρεσίες μπορεί να εγγυηθεί  ότι θα υπάρξει σοβαρή παρακαταθήκη στη μετά covid εποχή και ότι θα υλοποιηθεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο με τους υγειονομικούς και τους λήπτες υπηρεσιών υγείας.