Skip to main content

Το σύμπαν θα καταλήξει σε έναν «έρημο και άδειο» χώρο;

Ένα δυσοίωνο μέλλον προβλέπει για το σύμπαν πρόσφατη έρευνα κοσμολόγων από τα πανεπιστήμια του Πόρτσμουθ και της Ρώμης, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Physical Review Letters της Αμερικανικής Ένωσης Φυσικών. Σύμφωνα με την έρευνα, με την πάροδο του χρόνου μειώνεται η σκοτεινή ύλη, η κοσμική «σκαλωσιά» που επιτρέπει τη δημιουργία νέων συμπαντικών δομών, όπως γαλαξιών. Αιτία είναι η σκοτεινή ενέργεια, υποστηρίζουν οι επιστήμονες, λόγω της οποίας το σύμπαν θα καταλήξει σε έναν «έρημο και άδειο» χώρο.

Οι κοσμολόγοι βασίστηκαν σε πρόσφατα αστρονομικά δεδομένα, η ανάλυση των οποίων υποδεικνύει πως η σκοτεινή ενέργεια αυξάνεται εις βάρος της σκοτεινής ύλης, καθώς αλληλεπιδρά μαζί της. Ένα φαινόμενο που έχει σαν αποτέλεσμα να επιβραδύνεται ο σχηματισμών νέων κοσμικών δομών.

«Η μελέτη μας αφορά τις θεμελιώδεις ιδιότητες του χωροχρόνου και, σε κοσμική κλίμακα, αφορά το σύμπαν και τη μοίρα του. Αν η σκοτεινή ενέργεια ενισχύεται και η σκοτεινή ύλη “εξατμίζεται”, τότε το σύμπαν θα καταλήξει σε έναν έρημο, άδειο και αδιαφοροποίητο χώρο», αναφέρει στο σάιτ του πανεπιστημίου του Πόρτσμουθ ο Ντέιβιντ Γουάντς, από το Ινστιτούτο Κοσμολογίας του ιδρύματος.

«Η σκοτεινή ύλη είναι η αιτία για τον σχηματισμό δομών στο σύμπαν, όπως οι γαλαξίες που παρατηρούμε. Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν πως η σκοτεινή ύλη “εξατμίζεται”, με συνέπεια να επιβραδύνεται η ανάπτυξη νέων δομών», πρόσθεσε.

Ορόσημο για την κοσμολογία ήταν η ανακοίνωση ερευνητών το 1998, σύμφωνα με τη οποία το σύμπαν διαστέλλεται με αυξανόμενο ρυθμό. Έτσι, στο καθιερωμένο μοντέλο της κοσμολογίας ενσωματώθηκε η ιδέα μιας σταθερής σκοτεινής ενέργειας (γνωστής και ως «κοσμολογικής σταθεράς»). Τώρα, όμως, οι επιστήμονες από το Πόρτσμουθ και τη Ρώμη υποστηρίζουν πως έχουν καταλήξει σε μια καλύτερη περιγραφή των νόμων στου σύμπαντος, με βάση την οποία η σκοτεινή ενέργεια δεν είναι σταθερή, αφού αλληλεπιδρά με τη σκοτεινή ύλη.

Οι επιστήμονες εξέτασαν αρκετά παρατηρησιακά δεδομένα και χρησιμοποίησαν τον σχηματισμό νέων δομών που αποκαλύπτουν οι μετρήσεις, με σκοπό να δοκιμάσουν διάφορα μοντέλα για τη σκοτεινή ενέργεια.

«Από την ανάλυση των δεδομένων, τα οποία σήμερα είναι περισσότερα απ’ ό,τι το 1998, φαίνεται πως το καθιερωμένο μοντέλο της κοσμολογίας δεν είναι πλέον επαρκές για να περιγράψει τις παρατηρήσεις. Πιστεύουμε ότι το μοντέλο που βρήκαμε είναι καλύτερο», σημειώνει ο Γουάντς.

«Αν και από τις δεκαετίες του ’90 οι αστρονόμοι είναι πεπεισμένοι πως υπάρχει “κάτι” που προκαλεί την επιτάχυνση της διαστολής του σύμπαντος, φαίνεται πως η δημιουργία κοσμικών δομών, όπως γαλαξιών και σμηνών γαλαξιών, γίνεται με μικρότερο ρυθμό απ’ ό,τι αναμενόταν», καταλήγει.

Ο καθηγητής Ντράγκαν Χιούτερερ από το πανεπιστήμιο του Μίτσιγκαν, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα, λέει πως η επιστημονική κοινότητα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της τα συμπεράσματα του άρθρου. «Είναι πολύ ενδιαφέρον. Πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψιν μας κάθε καινούρια ένδειξη που αφορά τη σκοτεινή ενέργεια, από τη στιγμή που οι γνώσεις μας είναι πολύ περιορισμένες. Δεν θα έλεγα πάντως πως μου προκάλεσαν έκπληξη  τα αποτελέσματα, τα οποία διαφέρουν από το μοντέλο που δεν προβλέπει καμία αλληλεπίδραση. Εδώ και μήνες ξέρουμε ότι όλα τα δεδομένα δεν ταιριάζουν απόλυτα με το καθιερωμένο πρότυπο».