Skip to main content

H γενετική ιστορία της αρχαίας Ρώμης αποκαλύπτεται για πρώτη φορά από επιστημονική έρευνα

Η αρχαία Ρώμη και η ιστορία της μελετώνται εδώ και αιώνες, ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν κάποια «σκοτεινά»/ ανεξήγητα σημεία, όπως το ότι λίγα είναι γνωστά για την προέλευση/ καταγωγή των κατοίκων της. Σε αυτό το πλαίσιο, διεθνής ομάδα με ερευνητές του Stanford University, του Universität Wien και του Sapienza – Università di Roma επιχειρεί να καλύψει αυτά τα κενά επιστημονικής γνώσης με μια γενετική ιστορία η οποία δείχνει πόσο ο πληθυσμός της «Αιώνιας Πόλης» αντικατόπτριζε την ιστορία της.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στις 8 Νοεμβρίου στο Science και εστιάζει στο αρχαίο DNA ανθρώπων από τη Ρώμη και γειτονικές περιοχές στην Ιταλία. Τα γενετικά αυτά δεδομένα αποκαλύπτουν τουλάχιστον δύο μεγάλες μεταναστεύσεις στη Ρώμη, καθώς και αρκετές μικρές μα σημαντικές μεταβολές πληθυσμού μέσα στις τελευταίες χιλιάδες χρόνια, σύμφωνα με τον Τζόναθαν Πρίτσαρντ, καθηγητή Γενετικής και Βιολογίας και έναν από τους senior authors του εν λόγω επιστημονικού άρθρου.

Η ανάλυση DNA αποκάλυψε ότι, καθώς η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επεκτεινόταν γύρω από τη Μεσόγειο, μετανάστες από την Εγγύς Ανατολή, την Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική έρχονταν στη Ρώμη. Αυτό άλλαξε σημαντικά το πρόσωπο μιας από τις μεγαλύτερες πόλεις του αρχαίου κόσμου, λέει ο Πρίτσαρντ, που είναι επίσης μέλος του Stanford Bio-X.

«Η μελέτη δείχνει πόσο δυναμικό είναι στα αλήθεια το παρελθόν» λέει η Χάνα Μουτς, τελειόφοιτη ανθρωπολογίας και co-lead author της έρευνας. «Στη Ρώμη βλέπουμε να καταφθάνουν άνθρωποι από παντού, με τρόπους που αντικατοπτρίζουν ιστορικά πολιτικά γεγονότα».

Την τελευταία δεκαετία όλο και περισσότερες μελέτες χρησιμοποιούν DNA από αρχαίους σκελετούς για να αποκαλύψουν σημαντικές λεπτομέρειες της ανθρώπινης ιστορίας. Η Ρώμη παρείχε μια καλή ευκαιρία για να γίνει το ίδιο με λεπτομέρειες που παρουσιάζουν από το ιστορικό αρχείο: «Τα ιστορικά και αρχαιολογικά αρχεία μας λένε πολλά για την πολιτική ιστορία και τις επαφές…όπως για παράδειγμα το εμπόριο και τη δουλεία- αλλά αυτά τα αρχεία παρέχουν περιορισμένες πληροφορίες για τη γενετική σύνθεση του πληθυσμού» είπε ο Πρίτσαρντ.

Για να διαπιστώσουν ποια ήταν αυτή η σύνθεση, οι ερευνητές του Stanford συνεργάστηκαν με Ευρωπαίους επιστήμονες, μεταξύ των οποίων οι Αλφρέντο Κόπα και Ρον Πινάσι, για τη συλλογή 127 δειγμάτων ανθρώπινου DNA από 29 αρχαιολογικούς χώρους στη Ρώμη και γύρω της, που ανάγονται από την εποχή του χαλκού μέχρι και τον Μεσαίωνα.

Η ανάλυση κάποιων εκ των παλαιότερων δειγμάτων σε γενικές γραμμές αποκαλύπτει στοιχεία που σε γενικές γραμμές συνάδουν με αυτά που έχουν διαπιστωθεί για την Ευρώπη εν γένει: Παρουσιάζουν μια εισροή γεωργών, προερχόμενων από πρώιμους αγρότες από την Ανατολία και το Ιράν, περίπου 8.000 πριν, και μετά μια στροφή προς την καταγωγή από τις στέπες της σύγχρονης Ουκρανίας 3.000 με 5.000 χρόνια πριν. Με την ίδρυση της Ρώμης, που κατά παράδοση χρονολογείται στο 753 πΧ, αυξήθηκε η ποικιλομορφία του πληθυσμού, παραπέμποντας σε σύγχρονους ευρωπαϊκούς και μεσογειακούς λαούς.

Ωστόσο, για τους συντελεστές της νέας έρευνας, σε αυτό το σημείο αρχίζουν τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα, καθώς, αν και η Ρώμη άρχισε ως πόλη- κράτος, μέσα σε 800 χρόνια δημιούργησε μια αχανή αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τη Βρετανία ως τη Βόρεια Αφρική, τη Συρία, την Ιορδανία και το Ιράκ. Καθώς η αυτοκρατορία επεκτεινόταν, ιστορικά κείμενα και αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν πως υπήρχαν στενές σχέσεις ανάμεσα στη Ρώμη και άλλα μέρη της επικράτειάς της μέσω εμπορίου, εκστρατειών, νέων δρόμων και δουλείας- και η γενετική ιστορία το επιβεβαιώνει αυτό, ωστόσο περιπλέκει τα πράγματα, καθώς υπήρξε μια μεγάλη μεταβολή ως προς την καταγωγή/ προέλευση των κατοίκων της Ρώμης. Πλέον προέρχονταν κυρίως από την ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή, πιθανότατα εξαιτίας των πυκνότερων/ μεγαλύτερων πληθυσμών στις περιοχές αυτές, συγκριτικά με τη Δύση και την Αφρική.

Οι επόμενοι αιώνες χαρακτηρίστηκαν από αναταραχή, με διαμελισμό της αυτοκρατορίας, επιδημίες και εισβολές. Αυτά τα γεγονότα άφησαν το σημάδι τους στον πληθυσμό της πόλης, που έγινε πιο δυτικοευρωπαϊκός- ενώ αργότερα η άνοδος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έφερε κεντροευρωπαϊκά και βορειοευρωπαϊκά στοιχεία.

Το μάθημα που προκύπτει, κατά τον Πρίτσαρντ, είναι πως ο αρχαίος κόσμος ήταν συνέχεια σε αναβρασμό, τόσο από πλευράς πολιτισμού/ κουλτούρας, όσο και από πλευράς καταγωγής και γενεαλογίας. «Ήταν έκπληξη για εμάς το πόσο γρήγορα μεταβαλλόταν η γενεαλογία του πληθυσμού, μέσα σε χρονικά πλαίσια μόλις λίγων αιώνων, αντικατοπτρίζοντας τις πολιτικές συμμαχίες μέσα στο πέρασμα του χρόνου» σημειώνει ο Πρίτσαρντ. «Άλλο ένα στοιχείο που προκαλεί εντύπωση είναι το πόσο κοσμοπολίτικος ήταν ο πληθυσμός της Ρώμης…ακόμα και στην αρχαιότητα, η Ρώμη ήταν ένα “χωνευτήρι” διαφορετικών πολιτισμών».