Skip to main content

To 92% των κατοικήσιμων πλανητών του σύμπαντος «περιμένει» να γεννηθεί

Με κριτήριο την κοσμολογική χρονική κλίμακα, η Γη συγκαταλέγεται στους κατοικήσιμους πλανήτες που σχηματίσθηκαν σχετικά πρόωρα, αφού στο μέλλον αναμένεται να αυξηθεί κατά 11,5 φορές ο αριθμός των σωμάτων της συγκεκριμένης κατηγορίας.

Αυτό είναι το συμπέρασμα θεωρητικής μελέτης επιστημόνων από το Επιστημονικό Ινστιτούτο Διαστημικών Τηλεσκοπίων (STScI), σύμφωνα με την οποία μέχρι τώρα έχει δημιουργηθεί μόλις το 8% των κατοικήσιμων πλανητών που θα φιλοξενήσει το σύμπαν σε όλη τη «ζωή» του. Επομένως, η πλειονότητά τους, δηλαδή το 92%, θα «γεννηθεί» κάποια στιγμή στο μέλλον.

Η μελέτη βασίσθηκε σε υπολογισμούς από δεδομένα των διαστημικών τηλεσκοπίων Hubble και Kepler. «Στόχος μας ήταν να “τοποθετήσουμε” στο ευρύτερο πλαίσιο του υπόλοιπου σύμπαντος», αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης Πίτερ Μπερούτζι στο σάιτ του Ινστιτούτου. 

«Επομένως, σε σύγκριση με όλους τους πλανήτες που θα δημιουργηθούν ποτέ στο σύμπαν, η Γη σχηματίσθηκε αρκετά πρόωρα», συμπληρώνει.

Με την ικανότητά του να καταγράφει δεδομένα από μεγάλες αποστάσεις, και τα οποία συνεπώς αφορούν περιόδους αρκετά πίσω στον χρόνο, το Hubble προσφέρει στους αστρονόμους ένα «οικογενειακό λεύκωμα» των γαλαξιών στο σύμπαν.

Από αυτό, οι επιστήμονες μπορούν να συμπεράνουν την ιστορία των αστρικών γεννήσεων με την εξέλιξη των γαλαξιών.

Τα δεδομένα δείχνουν πως, πριν από 10 δισεκατομμύρια χρόνια, ο ρυθμός δημιουργίας νέων άστρων ήταν εξαιρετικά υψηλός, αν και στη διαδικασία εμπλέκονταν σχετικά μικρές ποσότητες υδρογόνου και ηλίου.

Σήμερα, αν και ο ρυθμός αυτός είναι πολύ μικρότερος, έχουν απομείνει σημαντικές ποσότητες των δύο αερίων.

Κατά συνέπεια, υπάρχουν αρκετές «πρώτες ύλες» ώστε να συνεχίζουν να σχηματίζονται καινούριοι αστέρες και πλανήτες για πολλά ακόμη στάδια της συμπαντικής εξέλιξης.

Όπως μάλιστα αναφέρουν οι συντάκτες της μελέτης, η δημιουργία νέων ουράνιων σωμάτων αφορά τόσο τον Γαλαξία μας όσο και τους υπόλοιπους ανάλογους αστρικούς σχηματισμούς.

Από την άλλη μεριά, τα δεδομένα του Kepler δείχνουν πως στον Γαλαξία μας αφθονούν οι πλανήτες με παρόμοιο μέγεθος με τη Γη, των οποίων η τροχιά ανήκει στη λεγόμενη «κατοικήσιμη ζώνη», δηλαδή έχει τέτοια απόσταση από τον «μητρικό» τους αστέρα ώστε να μπορεί να υπάρξει στην επιφάνειά τους νερό σε υγρή μορφή.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, οι επιστήμονες προβλέπουν πως θα πρέπει να υπάρχουν σήμερα 1 δισεκατομμύριο γήινοι «κόσμοι» στον Γαλαξία μας, ένα μεγάλο ποσοστό από τους οποίους θα πρέπει να είναι βραχώδεις.

Όπως είναι φυσικό, το νούμερο αυτό κυριολεκτικά εκτινάσσεται, αν λάβει κανείς υπόψη του πως στο παρατηρήσιμο σύμπαν υπάρχουν 100 δισεκατομμύρια γαλαξίες.

Τα παραπάνω σημαίνουν πως στο μέλλον θα πρέπει να σχηματισθεί ένας εντυπωσιακά μεγάλος αριθμός γήινων πλανητών, με τροχιές στην «κατοικήσιμη ζώνη».

Μάλιστα, το μέλλον αυτό μόνο περιορισμένο δεν είναι, αφού το τελευταίο άστρο του σύμπαντος δεν αναμένεται να σβήσει πριν από τουλάχιστον 100 τρισεκατομμύρια χρόνια.

Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως οι πιθανότερες περιοχές «γέννησης» νέων γήινων πλανητών είναι στο εσωτερικό τεράστιων σμηνών από γαλαξίες, όπως και σε γαλαξίες-νάνους, όπου υπάρχουν ακόμη αρκετά «αποθέματα» για να δημιουργηθούν άστρα και πλανήτες.

Αντίθετα, τα «αποθέματα» του Γαλαξία μας έχουν σχεδόν εξανεμισθεί.

Μαζί με τη Γη, εξίσου πρόωρος είναι επομένως και ο ανθρώπινος πολιτισμός. Κάτι που αποτέλεσε πλεονέκτημα για το είδος μας, αφού έτσι μπόρεσε με τη βοήθεια τηλεσκοπίων όπως το Hubble να ανακαλύψει στοιχεία σχετικά την ιστορία του σύμπαντος από τη Μεγάλη Έκρηξη μέχρι την πρώιμη εξέλιξη των γαλαξιών.

Τα στοιχεία αυτά είναι κωδικοποιημένα σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, είτε στο ορατό φάσμα είτε όχι, η οποία όμως θα εξαφανισθεί σε περίπου 1 τρισεκατομμύριο χρόνια από σήμερα, λόγω της διαστολής του σύμπαντος.

Επομένως, οποιοσδήποτε εξωγήινος πολιτισμός δημιουργηθεί στο απώτερο μέλλον σε μεγάλο βαθμό δεν θα μπορεί να ανακαλύψει πληροφορίες που θα τον βοηθήσουν να σχηματίσει μία σαφή εικόνα για την αρχή του σύμπαντος και την εξέλιξή του.