Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Έχουμε ακόμη έναν μήνα μπροστά μας για τις γενικές εκλογές της Γερμανίας, αλλά αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, η Άγκελα Μέρκελ μάλλον δεν θα δυσκολευθεί να διατηρήσει τα ηνία της ισχυρότερης ευρωπαϊκής οικονομίας και μαζί με αυτά το τιμόνι της Ευρωζώνης. Το τελευταίο, ωστόσο, καλείται να το μοιραστεί.
Ύστερα από αρκετά χρόνια απόλυτης γερμανικής κυριαρχίας η Γαλλία υπό την προεδρία του Εμανουέλ Μακρόν δηλώνει έτοιμη να ενισχύσει το ρόλο της στην Ένωση και να αλλάξει την κατεύθυνση που αυτή ακολουθεί. Οι δύο ηγέτες δηλώνουν πρόθυμοι για αγαστή συνεργασία και αναβίωση του γαλλογερμανικού άξονα, ενώ στις έως τώρα συναντήσεις τους έχουν δώσει έμφαση στα κοινά σημεία αντί στις διαφορές. Είναι άλλωστε αμφότεροι υπέρμαχοι της βαθύτερης ενοποίησης, οικονομικής και πολιτικής. Παρ’ όλα αυτά είναι σαφές πως δεν αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο την έννοια της ενοποίησης. Παρά τις όποιες προσπάθειες σύγκλισης, το όραμα της Μέρκελ για το μέλλον του μπλοκ δεν ταυτίζεται με εκείνο του Μακρόν. Για τον τελευταίο θα ήταν ίσως πιο εύκολη μία συνεργασία με τον Μάρτιν Σουλτς των Σοσιαλδημοκρατών, αν και σε κάθε περίπτωση οι διαφορές ανάμεσα στα γερμανικά και γαλλικά συμφέροντα υπερβαίνουν τα πρόσωπα και τις ατομικές στρατηγικές. Έχει λοιπόν ενδιαφέρον να δούμε τα σημεία συμφωνίας και διαφωνίας Γαλλίας και Γερμανίας σε τέσσερα κρίσιμα μέτωπα.
Η οικονομική ολοκλήρωση
Η Γερμανίδα καγκελάριος δήλωσε πρόσφατα ανοιχτή στις προτάσεις του Γάλλου προέδρου για έναν ενιαίο προϋπολογισμό στην Ευρωζώνη, τον οποίο θα διαχειρίζεται ένας υπουργός Οικονομικών του μπλοκ. Πρόταση για υπουργείο Οικονομικών της ζώνης της νομισματικής ένωσης είχε καταθέσει στο παρελθόν και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Για τους Γερμανούς η ιδέα αυτή υπηρετεί πρωτίστως την ανάγκη για κεντρικό καθορισμό και αυστηρότερο έλεγχο της οικονομικής πολιτικής των 19 κρατών-μελών. Θα ήταν και αυτό ένα εργαλείο για τη διασφάλιση της πολυπόθητης δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Οι φιλοδοξίες της Γαλλίας είναι εντελώς διαφορετικές. Ο Εμανουέλ Μακρόν αναγνωρίζει την ανάγκη για στενότερο συντονισμό και έλεγχο των πολιτικών, αλλά θέλει αυτές να αλλάξουν κατεύθυνση, απομακρυνόμενες από την αυστηρή λιτότητα. Αν και υπέρμαχος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ή της περισσότερης ευελιξίας στην αγορά εργασίας, θέλει παράλληλα μεγαλύτερη έμφαση στις δημόσιες επενδύσεις και μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών στους δημοσιονομικούς στόχος, όταν οι συνθήκες το απαιτούν. Για αυτό και έχει καταστήσει σαφές πως εάν δημιουργηθεί θέση υπουργού Οικονομικών, το Παρίσι θα τη διεκδικήσει. Το ίδιο ισχύει και για τη θέση του προέδρου του Eurogrοup, όταν λήξει η θητεία του Γερούν Ντέισλεμπλουμ.
Σημείο τριβής για τον γαλλογερμανικό άξονα θα μπορούσαν να αποτελέσουν δύο πτυχές της οικονομικής ολοκλήρωσης: οι δημοσιονομικές μεταβιβάσεις και η έκδοση κοινών ευρωομολόγων. Το Βερολίνο απορρίπτει κατηγορηματικά και τα δύο και μένει να φανεί εάν το Παρίσι θα θελήσει να έρθει σε σύγκρουση ή θα υποχωρήσει, σε μία διάθεση συμβιβασμού.
Το Νομισματικό Ταμείο
Η επικράτηση του Εμανουέλ Μακρόν στις γαλλικές προεδρικές εκλογές έδωσε νέα πνοή σε μία ιδέα που είχε μείνει κάποια χρόνια στο συρτάρι: την ίδρυση Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, το οποίο θα αντιμετωπίζει μελλοντικές κρίσεις. Οι Μακρόν και Μέρκελ έχουν συζητήσει το θέμα, ενώ οι υπουργοί Οικονομικών τους έχουν συστήσει ομάδα εργασίας για την επεξεργασία πιο αναλυτικών προτάσεων.
Το Βερολίνο θα ήθελε ουσιαστικά να δει τον σημερινό Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να εξελίσσεται σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, αλλά τον Γερμανό Κλάους Ρέγκλινγκ να παραμένει στη θέση του επικεφαλής. Επιδιώκει δε να θέσει όρους και ρήτρες, όπως αυτή της ελεγχόμενης χρεοκοπίας. Για να λάβει ένα κράτος-μέλος της Ευρωζώνης βοήθεια, θα πρέπει πρώτα να αναδιαρθρώσει το χρέος του, λέει η γερμανική πλευρά. Σε αυτό το σημείο θα βρει όμως πιθανότατα απέναντί της όχι μόνο τη Γαλλία του Μακρόν, αλλά και ολόκληρο τον ευρωπαϊκό Νότο. Το Παρίσι απαιτεί επίσης σαφείς δικλίδες ασφαλείας, ώστε ο ρόλος του Ταμείου να μην υπονομεύει άλλους θεσμούς, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωκοινοβούλιο.
Αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης
Η Άγκελα Μέρκελ έχει επανειλημμένως εξαπολύσει πυρά κατά των χωρών που αρνούνται να σηκώσουν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί στην αντιμετώπιση της χειρότερης προσφυγικής κρίσης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα πυρά αυτά στρέφονται πρωτίστως κατά των χωρών του Βίσενγκραντ, που απορρίπτουν τη συμφωνία για τη μετεγκατάσταση προσφύγων υψώνοντας τείχη – πραγματικά και πολιτικά. Ωστόσο, θα μπορούσαν να συνιστούν και μία έμμεση αιχμή προς τη Γαλλία, η οποία το τελευταίο διάστημα πέτυχε να εξοργίσει την Ιταλία.
Τον περασμένο Μάιο, υποδεχόμενος στα Ηλύσια Πεδία τον Ιταλό πρωθυπουργό, Πάολο Τζεντιλόνι, ο Εμανουέλ Μακρόν δήλωνε «Δεν έχουμε ακούσει αρκετά την κραυγή αγωνίας της Ιταλίας για τη μεταναστευτική κρίση» και δεσμευόταν για στήριξη της Ρώμης. Στην πράξη, ωστόσο, ακολουθεί την πολιτική των κλειστών συνόρων του προκατόχου του, ξεκαθαρίζοντας πως για τον ίδιο προέχει η ασφάλεια. «Λέει πως μας καταλαβαίνει, αλλά δεν φαίνεται καθόλου πρόθυμος να μας βοηθήσει ουσιαστικά» είχε σχολιάσει πριν από λίγο καιρό ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας, Μάριο Τζίρο. Η γαλλική στάση σε αυτό το μέτωπο καθιστά λιγότερο πειστικά τα όσα διακηρύττει περί ευρωπαϊκής ενότητας, αλληλεγγύης και βαθύτερης πολιτικής ενοποίησης.
Η κοινή άμυνα προς το εξωτερικό
Την τελευταία δεκαετία, ενώ η πολιτική επιρροή της Γαλλίας στην Ευρώπη περιορίζεται (εξαιτίας και των φτωχών επιδόσεων της οικονομίας της), η στρατιωτική ισχύς της χώρας δεν αμφισβητείται από κανέναν. Το Παρίσι έχει εμπλακεί σε περισσότερες στρατιωτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό από κάθε άλλη χώρα της Ε.Ε. Ο Εμανουέλ Μακρόν έχει δηλώσει ότι επιθυμεί μία πραγματική αμυντική ένωση και στηρίζει την ιδέα της Κομισιόν για ευρωστρατό, με τη Γαλλία όμως να έχει ηγετικό ρόλο. Η αποχώρηση της Βρετανίας από την κοινότητα του δίνει την ευκαιρία να το πετύχει.Η Γερμανίδα καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, αναγνωρίζει ότι η Γαλλία μπορεί να προσφέρει πολλά στον τομέα της ασφάλειας.
Αν και στο παρελθόν είχε αφήσει να εννοηθεί ότι δεν θέλει στο πεδίο αυτό μία γαλλογερμανική συμμαχία τόσο ισχυρή, που να αποδεσμεύει τις ΗΠΑ από την ήπειρο, μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ξεκαθάρισε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να πάρει σε κάθε μέτωπο την τύχη στα χέρια της. Θα μπορούσε, ωστόσο, να έρθει σε σύγκρουση με το Παρίσι, εάν ο Μακρόν κινηθεί, όπως εκτιμά μερίδα πολιτικών αναλυτών, με γνώμονα το μότο «Η Γαλλία πρώτα». Η πρόσφατη απόφασή του να βάλει φρένο στη συμφωνία που θα έδινε στους Ιταλούς τον έλεγχο των γαλλικών ναυπηγείων STX έδωσε ένα τέτοιο μήνυμα, όπως σχολιάστηκε έντονα και στον γερμανικό Τύπο. Την ώρα που μιλούσε για τη δημιουργία ενός ισχυρού «Ευρωπαίου πρωταθλητή» στον τομέα των ναυπηγείων, επέλεγε την εθνικοποίηση, δείχνοντας να μην εμπιστεύεται έναν βασικό εταίρο, τη Ρώμη. Μένει να φανεί εάν η απόφαση αυτή αποτελεί πρόγευση για το πώς θα κινηθεί και σε άλλους τομείς.