Skip to main content

ΑΠΘ: Μέση αύξηση 20% στα επίπεδα των περισσότερων μετάλλων στην Αν. Αττική μετά την πυρκαγιά

Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της μελέτης και την «επιστημονικά ορθή εικόνα» της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης στο Μάτι Αττικής μετά την καταστροφική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου 2018 επιχειρεί να δώσει το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του ΑΠΘ, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος CROME (Μεσογειακό Δίκτυο Περιβάλλοντος και Υγείας), που συντονίζει.

Το εν λόγω εργαστήριο προέβη σε εκτεταμένη δειγματοληψία σε περισσότερα από 30 σημεία σε όλη την έκταση της Ανατολικής Αττικής, που περιλαμβάνει τις περιοχές Μάτι, Νέο Βουτζά, Άγιο Ανδρέα και Ραφήνα. Ελήφθησαν δείγματα εδάφους, σύμφωνα με το σχετικό πρότυπο πρωτόκολλο της Αμερικανικής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος, και δείγματα επιφανειακών νερών, άμμου από την παραλία και ιζήματος από τα παράλια ύδατα.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημοσθένη Α. Σαρηγιάννη, διευθυντή του Τομέα Τεχνολογιών, όπου υπάγεται το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής ΑΠΘ, τα δείγματα αυτά αναλύθηκαν για παρουσία μετάλλων και μεταλλοειδών, οργανοχλωριωμένων ενώσεων, πολυαρωματικών υδρογονανθράκων, διοξινών και φουρανίων, που, σύμφωνα με τη θεωρία, ήταν πιο πιθανό να εκλυθούν από την πυρκαγιά στο Μάτι. Οι αναλύσεις έγιναν τόσο από το εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής, όσο και από το εθνικό ινστιτούτο ερευνών της Ισπανίας και το ινστιτούτο Josef Stefan της Σλοβενίας, διεθνή κέντρα με πολυετή πείρα και διαπίστευση στις σχετικές αναλύσεις και εθνικά κέντρα αναφοράς, με διαφορετικές τεχνικές, ώστε να διασφαλιστεί η πιστότητα και η πληρότητα των μετρήσεων σύμφωνα με το πρωτόκολλο του επιστημονικού προγράμματος CROME.

«Μέχρι σήμερα τα μόνα αποτελέσματα που είναι πλήρως διαθέσιμα και έχουν επαληθευθεί είναι τα αποτελέσματα των αναλύσεων σχετικά με τα μέταλλα. Τα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά στις οργανικές ενώσεις στα δείγματα υπό ανάλυση δεν είναι ακόμη διαθέσιμα. Αναμένεται να έχουμε την πλήρη εικόνα σχετικά με τη συνολική επιβάρυνση του εδάφους και των επιφανειακών νερών στην περιοχή μέχρι το τέλος Ιανουαρίου 2019» αναφέρει ο καθηγητής.

Όπως εξηγεί, τα μέχρι τώρα επαληθευμένα αποτελέσματα σχετίζονται μόνο με τα μέταλλα και τα μεταλλοειδή. «Από τις μέχρι τώρα αναλύσεις, και συγκρίνοντας τις τιμές που μετρήθηκαν στην καμένη περιοχή με τις αντίστοιχες τιμές σε μη καμένα εδάφη, παρατηρήθηκε ελεγχόμενη αύξηση (της τάξης του 20% κατά μέσον όρο) των επιπέδων των περισσότερων μετάλλων. Πέρα από τις μεταβολές της μέσης τιμής ανάμεσα στις περιοχές από τις οποίες πέρασε η φωτιά και σε αυτές από τις οποίες δεν πέρασε, ενδιαφέρον παρουσιάζει η χωρική διακύμανση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από την πυρκαγιά, η οποία προκύπτει συγκρίνοντας τις μετρημένες τιμές σε δύο καμένες περιοχές με τις αντίστοιχες μετρήσεις στο έδαφος μη καμένων, αλλά γεωλογικά συναφών περιοχών. Με τον τρόπο αυτό θα μπορέσουμε να ταυτοποιήσουμε πιθανές περιοχές που χρήζουν περαιτέρω παρεμβάσεων για τον πλήρη καθαρισμό τους. Τα συμπεράσματα αυτά, όμως, θα πρέπει να βγουν όταν θα έχουμε διαθέσιμα τα πλήρη αποτελέσματα των μετρήσεων, συνεκτιμώντας τον σωρευτικό κίνδυνο από την περιβαλλοντική έκθεση σε μέταλλα και οργανικές ενώσεις που εκλύθηκαν από την πυρκαγιά, δηλαδή στο τέλος Ιανουαρίου 2019» επισημαίνει ο καθηγητής Δημοσθένης Α. Σαρηγιάννης.

naftemporiki.gr