Η πλειονότητα των πολιτών πιστεύει ότι η Ελλάδα ωφελήθηκε από τη συμμετοχή τηςη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και επιθυμεί σε ποσοστό 69,1% την παραμονή της χώρας στην Ε.Ε. και το ευρώ, σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρείας Kappa Research η οποία παρουσιάστηκε σε εκδήλωση με τίτλο «Η Ευρώπη και η Ελλάδα στο σταυροδρόμι των προκλήσεων» που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής σε συνεργασία με το Ίδρυμα Hanns Seidel και το Goethe Institut Athen.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο Γενικός Διευθυντής της Kappa Research Τάσος Γεωργιάδης, οι πολίτες εκτιμούν ότι η χώρα μας ωφελήθηκε από τη συμμετοχή της στην ΕΕ σε ποσοστό 62,9%, έναντι 29,6% που εκτιμά ότι ζημιώθηκε.
Οι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι η χώρα ωφελήθηκε κυρίως στα θέματα κοινωνικής προόδου αλλά και στη διεθνή της θέση, ενώ ζημιώθηκε στον αγροτικό και εξαγωγικό τομέα. Από την έρευνα προκύπτει μεγάλη εμπιστοσύνη των Ελλήνων στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αλλά και η εκτίμηση ότι η συμβολή της χώρας μας στο ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι θετική (71%).
Είναι σημαντικό ότι εάν γυρίζαμε πίσω στον χρόνο της ένταξης μας στην ΕΕ, το 62,5% θα ψήφιζε θετικά σε ένα δημοψήφισμα. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα διαπιστώνουν ότι υπήρξε κερδοσκοπία κατά την ένταξη της χώρας στο Ευρώ, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία (69,1%) επιθυμεί συνολικά την παραμονή της χώρας στην ΕΕ και το Ευρώ.
Σε ένα πιθανό δημοψήφισμα σήμερα το 61,5% θα ψήφιζε Ευρώ, το 26,8% εθνικό νόμισμα, το 9% είναι αναποφάσιστο και το 2,7% αρνήθηκε να απαντήσει. Ξεκάθαρη είναι η εκτίμηση των πολιτών ότι με ένα ενδεχόμενο Grexit το μέλλον της χώρας θα είναι χειρότερο (67,9%).
Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η απαισιοδοξία των Ελλήνων για το μέλλον καθώς το 39,9% εκτιμά ότι μετά από 10-20 χρόνια η κατάσταση στη χώρα θα είναι ίδια με σήμερα, το 27,3% ότι η Ελλάδα θα είναι μια ανεπτυγμένη χώρα και 25,6% μια χώρα εξασθενημένη.
Την ανάγκη να αντιμετωπιστεί η κρίση στην Ευρώπη και να μπει σε μια τάξη το κοινό μας σπίτι καθώς οι διεθνείς και εσωτερικές προκλήσεις είναι μεγάλες και σύνθετες υποστήριξε ο Γενικός Διευθυντής του Goethe Institut Athen Ματίας Μακόφσκι στον χαιρετισμό του.
Η Πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής και πρώην Αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Ρόδη Κράτσα τόνισε τη σημασία που έχει η συνεργασία με τα γερμανικά πολιτικά Ιδρύματα στο πλαίσιο της κοινής μας πορείας με στόχο μία ενωμένη, δυνατή και αποτελεσματική Ευρώπη για όλους τους λαούς. Πρέπει οπωσδήποτε να προστατευθεί η ευρωπαϊκή μας πορεία από τους κλυδωνισμούς της κρίσης και την περιπέτεια στην οποία οδηγεί τη χώρα η κυβέρνηση. Οι παρατεταμένες «διαπραγματεύσεις» δεν βοηθούν αλλά απομακρύνουν τη χώρα από τη λύση και τις προοπτικές εξόδου από την κρίση.
O βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Γιώργος Κουμουτσάκος, εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο του κόμματος, εκτίμησε ότι το επόμενο διάστημα θα πρέπει να γίνουν καθοριστικές επιλογές απ’ όλους. «Είναι βέβαιο ότι η σημερινή Ευρώπη δεν είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών. Ωστόσο το γεγονός ότι η ΕΕ δεν είναι αυτή που θέλουμε δεν μπορεί να γίνει αφορμή αποδόμησης αλλά ευκαιρία βελτίωσης. Στη χώρα μας, πρέπει να επικρατήσει σοβαρότητα, υπευθυνότητα και ρεαλισμός που έλειψαν το τελευταίο διάστημα. Η συζήτηση περί δημοψηφίσματος είναι απόπειρα μετάθεσης ευθυνών από την πολιτική στους πολίτες. Η ρήξη θα είναι καταστροφή εξ ου και η εξεύρεση συμφωνίας είναι απόλυτη ανάγκη».
Ο Γενικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής Μενέλαος Δασκαλάκης παρουσιάζοντας το πρώτο πάνελ συζήτησης τόνισε ότι «η συγκυρία καθιστά τη σημερινή εκδήλωση άκρως ενδιαφέρουσα. Πέρα από τις τρέχουσες εξελίξεις βρισκόμαστε λίγες μόλις ημέρες από την υπογραφή της συνθήκης ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον πολιτικό που συνέδεσε το όνομα του όχι μόνο με την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη αλλά και με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση». Τόνισε πως πρόκειται για μια στρατηγική επιλογή της χώρας εξ ου και σήμερα η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού επιθυμεί την ισότιμη συμμετοχή μας στην ΕΕ.
O Ευρωβουλευτής της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης Βαυαρίας και αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Χανς Σέιντελ, Μάρκους Φέρμπερ σχολίασε ότι οι επιτυχίες της Ελλάδας αναιρέθηκαν εν μία νυκτί. Τα επιτεύγματα της προηγούμενης κυβέρνησης εξανεμίστηκαν, οι δημοσιονομικές προοπτικές είναι χειρότερες, οι οικονομικοί δείκτες έχουν επιδεινωθεί και σήμερα μιλούν πολλοί ξανά για Grexit.
«Πλέον χρειάζεται ακόμα περισσότερη προσπάθεια για να προοδεύσει η χώρα καθώς τα αποτελέσματα δεν έρχονται με έναν μαγικό τρόπο. Πρέπει να ληφθούν νέα μέτρα που να αντιμετωπίζουν τις νέες προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας. Η σημερινή κυβέρνηση δεν καταλαβαίνει ότι δεν γίνεται να παρουσιάζει ως νέες προτάσεις μέτρα τα οποία είχαν ήδη ληφθεί από την κυβέρνηση Σαμαρά» σημείωσε.
Ο κ. Φέρμπερ ανέφερε ότι «είναι η ώρα από κοινού να απομακρυνθούμε από τον γκρεμό. Αντίθετα από κοινού μπορούμε να απομακρυνθούμε από τον γκρεμό. Διαμήνυσε ότι «από την στιγμή που δεν υπάρχει νέα συμφωνία με τους εταίρους, ισχύει η προηγούμενη. Αυτή είναι ο τρόπος λειτουργίας στην ΕΕ. Και οι Γερμανοί πολίτες αντιδρούν σε πολλές πολιτικές επιλογές αλλά αυτοί είναι οι κανόνες της ΕΕ, με αυτούς μπορούμε να προχωρήσουμε. Είναι απογοητευτικό 100 μέρες νέας διακυβέρνησης να μην υπάρχει ούτε ένα απτό αποτέλεσμα. Είναι επικίνδυνο. Εδώ δεν παίζουμε παιχνίδι ποιος έχει αντοχή ή θάρρος να πάει κοντά στον γκρεμό. Υπάρχει αλληλεγγύη, υπάρχει θέληση για βοήθεια αλλά πρέπει να υπάρξει και αυτοβοήθεια για να βρεθεί λύση».
Αποφασιστικότητα για μεταρρυθμίσεις από την ελληνική πλευρά, πολιτική κατανόηση από τους εταίρους ζήτησε ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Κωστής Χατζηδάκης. Υποστήριξε ότι θα ήταν λάθος να επιβεβαιωθεί μια ανάσχεση του μεταρρυθμιστικού κύματος, ένα «ξήλωμα του πουλόβερ» με σκοπό είτε την ικανοποίηση συντεχνιακών αιτημάτων είτε την εκπλήρωση προεκλογικών απωθημένων. Χαρακτήρισε επίσης άδικο για τις θυσίες των Ελλήνων ότι πλέον δεν γίνεται συζήτηση για την ολοκλήρωση του προγράμματος, αλλά για το περιεχόμενο του τρίτου Μνημονίου που η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να υπογράψει.
Η Ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Μαρία Σπυράκη εκτίμησε ότι είναι άμεση ανάγκη να υπάρξει ένας έντιμος συμβιβασμός, να βρεθεί λύση για το χρηματοδοτικό κενό καθώς η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει στις αγορές. Γι’ αυτή τη συμφωνία πρέπει να αναλάβει την ευθύνη η κυβερνητική πλειοψηφία. Οφείλει η κυβέρνηση να σταθεί στο ύψος της.
Ο οικονομολόγος Τζενς Βαστιάν πρώην στέλεχος της Task Force εκτίμησε ότι υπάρχει ένα σαφές μήνυμα που επιβεβαιώνεται και από τη δημοσκόπηση η οποία παρουσιάστηκε στην εκδήλωση για άμεση αλλαγή πλεύσης της κυβέρνησης. Το δημοψήφισμα δεν είναι λύση αλλά μια επιλογή υψηλού ρίσκου και για την Ελλάδα και για την Ευρωζώνη. Διαπιστώνεται μια εντεινόμενη απομόνωση της Ελλάδας εντός της ΕΕ και αυτό είναι πολύ ανησυχητικό για την εξέλιξη των πραγμάτων. Υπάρχει μια μειούμενη προθυμία των εταίρων να στηρίξουν την Ελλάδα, λόγω της στάσης και της διγλωσσίας της κυβέρνησης. Η συνέχιση αυτού του «θεάτρου» δεν είναι καλή ούτε για την Ελλάδα, ούτε και για την Ευρώπη. «Ο χρόνος τελειώνει και ελπίζω ότι το ελληνικό δράμα δεν θα γίνει ελληνική τραγωδία».