Skip to main content

Αλ. Τσίπρας: Στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ η ανατροπή της τάσης του brain drain

«Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε αυτά τα τέσσερα χρόνια να αυξήσει σε ποσοστό και σε απόλυτους αριθμούς τα κονδύλια που διατίθενται για την έρευνα κι έκανε προσπάθειες για να αντιστρέψει το brain drain, δηλαδή τη φυγή στο εξωτερικό, από ανάγκη, του πιο πολύτιμου δυναμικού της χώρας» είπε ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στη διάρκεια συνάντησής του με νέους ερευνητές και επιστήμονες στο Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος», με θέμα «από το brain drain στο brain gain».

Ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι είχε επισκεφθεί τον «Δημόκριτο» πριν από πέντε χρόνια, το 2014, θέλοντας να αναδείξει το πρόβλημα του «brain drain». Ο ίδιος τόνισε ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε από την πρώτη στιγμή ως ένα από τα σημαντικότερα στοιχήματα να αντιστρέψει αυτή την τάση και σημείωσε πως για την αντιμετώπισή του χρειάζονται πολιτική βούληση και κονδύλια και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκανε πολλά σε αυτόν τον τομέα, χωρίς να παραγνωρίζει ότι έχουν να γίνουν πολύ περισσότερα πράγματα ακόμα.

Ο πρωθυπουργός είπε ότι δεν πρέπει να δαιμονοποιείται η επιλογή των νέων να αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις και πως όσοι έφυγαν από ανάγκη κι από επιλογή και δεν έχουν ευκαιρίες μπορούν να επιστρέψουν, να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην πατρίδα και να συμβάλουν στην προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της Ελλάδας.

«Το κρίσιμο είναι να υπάρχει πάντοτε η πόρτα της επιστροφής ανοιχτή για κάθε επιστήμονα που για δικούς του λόγους επιλέγει να πάει στο εξωτερικό» υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας.

Είπε, επίσης, ότι το πιο σημαντικό είναι πως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να αυξήσει τις δαπάνες από τον δημόσιο προϋπολογισμό για την έρευνα από το 2015, μέσα σε πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Όπως επισήμανε, οι δαπάνες ήταν στο 0,8% του ΑΕΠ κι έφτασαν κοντά στο 1,2% του ΑΕΠ στον προϋπολογισμό. «Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι από το 1 δισ. 450 εκατομμύρια έχουμε ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ ετησίως σήμερα από τον δημόσιο προϋπολογισμό» ανέφερε ο πρωθυπουργός.

Ο ίδιος άσκησε κριτική σε προηγούμενες κυβερνήσεις και ιδίως σε αυτές που είχαν δημοσιονομική δυνατότητα γιατί δεν είχαν την πολιτική βούληση να αυξήσουν τις δαπάνες για την έρευνα, την καινοτομία, τις νέες τεχνολογίες. «Το ποσοστό των δαπανών κάτω από το 1% του ΑΕΠ για την έρευνα υπήρχε και όταν δεν είχε μπει η χώρα στην κρίση, αλλά το μεγάλο όραμα στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν να κάνουμε Ολυμπιακούς Αγώνες» σημείωσε και συμπλήρωσε: «Ενδεχομένως κι αυτό είχε την αξία του, όμως θα πρέπει να αναρωτηθούμε όταν υπήρχε η δημοσιονομική δυνατότητα και το περιθώριο να επενδύσουν στη νέα γνώση, στις νέες τεχνολογίες, στην καινοτομία, στην έρευνα, αφού όλοι διαπιστώνουμε ότι αυτό είναι ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της χώρας, γιατί δεν υπήρξε ποτέ η πολιτική βούληση;» διερωτήθηκε.

Κατά τον κ. Τσίπρα, η υποτίμηση των ελληνικών πανεπιστημίων, των ερευνητικών κέντρων, των επιστημόνων και των ερευνητών ήταν μια γενικευμένη τάση τα προηγούμενα χρόνια, «η οποία “λέει” ότι εφόσον δεν μπορούμε να αναβαθμίσουμε το παραγόμενο εκπαιδευτικό έργο στα δημόσια ελληνικά πανεπιστήμια, ας μην δουλέψουμε ή ας μην ψάξουμε να βρούμε πόρους για να τα ενισχύσουμε, αλλά ας επιτρέψουμε και τη δημιουργία ιδιωτικών». Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την αντίθεση του με αυτή τη λογική, λέγοντας: «Πιστεύω ότι και το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα – με όλα τα προβλήματα και τις παθογένειες που έχει και πρέπει να δουλέψουμε για να το διορθώσουμε – από το δημοτικό ως το λύκειο, αλλά και τα ελληνικά πανεπιστήμια, έχουν σημαντικές δυνατότητες τις οποίες μπορούμε να αξιοποιήσουμε».

Σημείωσε, επίσης, πως, «αντί να λέμε ευχολόγια κάθε φορά που συζητάμε για τους νέους που έφυγαν στο εξωτερικό, οφείλουμε τουλάχιστον να συνομολογήσουμε ότι πρέπει να αποτελέσει εθνικό στόχο και στρατηγική η Ελλάδα να ξεχωρίσει στους τομείς της καινοτομίας, της έρευνας και της νέας τεχνολογίας, όπως τα κατάφεραν, με σημαντικά αποτελέσματα, χώρες που ίσως είχαν μικρότερες δυνατότητες από την Ελλάδα».

«Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε τώρα είναι να σταματήσουμε συλλογικά, ως κοινωνία, να υποτιμούμε τις δυνατότητες που έχουμε ως κοινωνία, που έχουμε ως χώρα και να υποτιμούμε το ίδιο μας το εκπαιδευτικό σύστημα» τόνισε ο πρωθυπουργός, κατά την ομιλία του στον «Δημόκριτο».