Skip to main content

Προανακριτική: Τι ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την αναφορά του στον εισαγγελέα Αρείου Πάγου

Την παρέμβαση του εισαγγελέα Αρείου Πάγου για τη μη εκτέλεση του εντάλματος βίαιης προσαγωγής που έχει εκδώσει η πλειοψηφία της Προανακριτικής Επιτροπής κατά του προστατευόμενου μάρτυρα με τις κωδική ονομασία «Μάξιμος Σαράφης», αφού αυτή θα οδηγούσε ευθέως σε άρση του καθεστώτος προστασίας, ζητούν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – μέλη της Επιτροπής, με αναφορά που κατέθεσαν σήμερα.

Οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητούν το ίδιο να ισχύσει και για την μάρτυρα με την κωδική ονομασία «Αικατερίνη Κελέση» σε περίπτωση που, όπως όλα δείχνουν, ακολουθήσει την ίδια τακτική.

Την αναφορά κατέθεσαν η γραμματέας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, Όλγα Γεροβασίλη και ο εισηγητής της Κ.Ο., Σπύρος Λάππας.

«Ήρθαμε να αποδώσουμε έγγραφο διαμαρτυρίας ζητώντας την προστασία της νομιμότητας την οποία παραβιάζει η πλειοψηφία της Προανακριτικής Επιτροπής. Η προστασία των μαρτύρων και το ειδικό πρόγραμμα προστασίας τους προβλέπει συγκεκριμένη διαδικασία αλλά δυστυχώς γίνεται απόπειρα αποκάλυψης του προσώπου τους για να αρχίσει η βιομηχανία διώξεων σε βάρος τους» δήλωσε ο κ. Λάππας.

Όπως σημείωσε ο ίδιος, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει απευθυνθεί σε όλα τα διεθνή όργανα για να καταγγείλει τη συμπεριφορά της Επιτροπής. «Εάν οι μάρτυρες αυτοί εξεταστούν με οποιονδήποτε άλλο τρόπο εκτός από αυτόν που προβλέπει ο νόμος, είναι σίγουρη η καταδίκη της χώρας μας» πρόσθεσε. Μάλιστα ο κ. Λάππας, εκθέτοντας στη σοβαρότητα του θέματος, αναφέρθηκε σε δύο θανάτους και μία απόπειρα αυτοκτονίας που έχουν ήδη σχετιστεί με την υπόθεση της, όπως είπε.

Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της επιδοθείσας αναφοράς:

«Προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Βασίλειο Πλιώτα.

Αξιότιμε κ. Εισαγγελεύ του Αρείου Πάγου,

Κατά τη λειτουργία της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διερεύνηση τυχόν εγκλημάτων που έχουν τελεστεί από τον πρώην Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Δημ. Παπαγγελόπουλο κατά την άσκηση των καθηκόντων του λαμβάνουν χώρα πρακτικές, εκ μέρους της πλειοψηφίας του οργάνου, που παραβιάζουν όσα προβλέπονται σχετικά με την προστασία μαρτύρων σε ελληνικά και ευρωπαϊκά νομικά κείμενα καθώς και όσα έχουν κριθεί από την ευρωπαϊκή και ελληνική νομολογία. Φαλκιδεύεται έτσι το πλαίσιο των δικονομικών ρυθμίσεων που έχει τεθεί για την προστασία εκείνων που στο πλαίσιο διερεύνησης εγκλημάτων διαφθοράς καταθέτουν στοιχεία που αφορούν ισχυρούς κοινωνικοοικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες.

Τα παραπάνω αποτελούν συνέχεια της σταθερής αδιαφορίας της πλειοψηφίας της Επιτροπής για την τήρηση των ορίων των αρμοδιοτήτων της έναντι της Ολομέλειας της Βουλής των Ελλήνων και, βάσει της διάκρισης των εξουσιών, έναντι των οργάνων της τακτικής Δικαιοσύνης, οδηγώντας τη ακόμη και σε παρεμβάσεις στα έργα των τελευταίων.

Ήδη, η παραπάνω στάση εκτάκτως εντείνεται κατά απαράδεκτο για το κράτος δικαίου τρόπο, με κίνδυνο απαξίωσης του σημαντικού για την καταπολέμηση της διαφθοράς στη χώρα και διεθνώς κατοχυρωμένου θεσμού των προστατευομένων μαρτύρων. Παρότι με απόφαση της αρμόδιας δικαστικής αρχής έχει χορηγηθεί καθεστώς προστασίας σε μάρτυρες που κατέθεσαν στοιχεία για την «υπόθεση του σκανδάλου Novartis», η πλειοψηφία της Επιτροπής με ενέργειές της αίρει στην πράξη τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αποτελεσματική τήρηση και εφαρμογή αυτής της απόφασης. Αυτό γίνεται με το ότι οι εν λόγω μάρτυρες καλούνται να έρθουν ενώπιος ενωπίω με μέλη της Επιτροπής που προέρχονται από κοινοβουλευτικές ομάδες στις οποίες ανήκουν εκείνοι τους οποίους έχουν, υπό την ιδιότητα του προστατευόμενου μάρτυρα, καταγγείλει για πράξεις διαφθοράς, χωρίς την τήρηση κανενός αποτελεσματικού μέτρου προστασίας τους. Η Επιτροπή αρνείται ακόμη και να εφαρμόσει τους νόμιμους δυνατούς τρόπους που περιγράφονται στην υπ’ αρ. 42926οικ/2018 Υ.Α. (ιδίως άρθρο 11 παρ. 3), που θα διασφάλιζαν ότι δεν θα αρθούν έμμεσα τα μέτρα που έχουν λάβει οι δικαστικές αρχές για την προστασία εκείνων που κρίθηκε από τις ίδιες ότι προσκόμισαν στοιχεία που συμβάλλουν στην αναζήτηση της αλήθειας. Εξάλλου, στις αποφάσεις της αυτές προβαίνει η Επιτροπή χωρίς να λαμβάνει υπόψη της ότι, βάσει του Κανονισμού της Βουλής, η ίδια μπορεί να ενεργεί ως προανακριτικός υπάλληλος που έχει μόνο τις αρμοδιότητες του εισαγγελέα όταν ενεργεί προκαταρκτική εξέταση και καμία άλλη δικαιοδοτική/ αποφασιστική αρμοδιότητά του. Μετά, δε, την απόφαση των ίδιων των προστατευομένων μαρτύρων να απέχουν από μια διαδικασία που δεν τους προστατεύει, η πλειοψηφία της Επιτροπής έφτασε στο σημείο να αναλάβει μέχρι και την έκδοση ενταλμάτων βίαιης προσαγωγής τους∙ ενέργεια που αν πραγματοποιηθεί είναι ευνόητο ότι θα κατατείνει στην πλήρη και εν τοις πράγμασι κατάρρευση κάθε προστατευτικού για αυτούς μέτρου.

Με τα παραπάνω επέρχεται βαθιά ρωγμή στη συνεκτική δράση της δικαστικής αρχής και στην επιτυχή συνύπαρξη των τακτικών δικαστικών αρχών και της Βουλής όταν ασκούν παράλληλα τις αρμοδιότητές τους για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Η άσκηση τέτοιων των καθηκόντων από μια Επιτροπή της Βουλής δεν μπορεί να γίνεται με τρόπο που προκαλεί ζημία στις δικονομικές ενέργειες που έχουν ασκήσει οι λειτουργοί της τακτικής Δικαιοσύνης. Με τη στάση της η πλειοψηφία της Επιτροπής όχι μόνο θέτει σε κίνδυνο ζωτικά συμφέροντα των προστατευομένων μαρτύρων, όπως αυτά κρίθηκαν από τη δικαστική αρχή κατά το χρόνο που τους χορηγήθηκε η σχετική προστασία, αλλά προκαλούνται περαιτέρω σοβαροί κίνδυνοι δικονομικών βλαβών στην αποδεικτική διαδικασία που εξακολουθεί αναφορικά με την αποκάλυψη της αλήθειας σε άλλες υποθέσεις, ιδίως στη μείζονος ενδιαφέροντος «υπόθεση του σκανδάλου Novartis», που παράλληλα, εν όλω ή εν μέρει, βρίσκονται στα χέρια των τακτικών οργάνων της Δικαιοσύνης, μέσω της ακύρωσης του ανεξάρτητου έργου τους και της ματαίωσης των αποφάσεών τους.

Ενόψει όλων των παραπάνω, μετά την παρούσα αναφορά μας, προκύπτει άμεση ανάγκη, να ασκήσετε κάθε αρμοδιότητα εποπτείας που έχετε έναντι των υφιστάμενων σας εισαγγελικών οργάνων και έναντι των αστυνομικών αρχών (άρθρα 24 και 25 ν. 1756/1988), προκειμένου να ζητήσετε τη μη εκτέλεση των παράνομων και καταχρηστικών ενταλμάτων βίαιης προσαγωγής που έχει εκδώσει η πλειοψηφία της Επιτροπής κατά των προστατευομένων μαρτύρων με τις κωδικές ονομασίες «Αικατερίνη Κελέση» και «Μάξιμος Σαράφης», αφού αυτή θα οδηγούσε ευθέως σε άρση του καθεστώτος προστασίας που έχει αναγνωριστεί σε αυτούς από όργανο της εισαγγελικής αρχής στην οποία προΐστασθε κατά προφανή καταστρατήγηση της συνταγματικά κατοχυρωμένης (άρθρο 26 Συντ.) αρχής της διάκρισης των εξουσιών.

Με εκτίμηση

Οι βουλευτές

Αυγέρη Θεοδώρα

Γκιόλας Ιωάννης

Λάππας Σπυρίδων

Ξανθόπουλος Θεόφιλος

Πολάκης Παύλος

Ραγκούσης Ιωάννης

Τζανακόπουλος Δημήτρης».