Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Δεν τόλμησε ο Κυρ. Μητσοτάκης να προχωρήσει σε διορθωτικές κινήσεις κάτω από τις πιέσεις οικονομικών και κομματικών συμφερόντων όπως ισχυρίζεται η αντιπολίτευση ή αλλαγή σχεδίων λόγω έξαρσης κορονοϊού και επιστροφής της ανασφάλειας στη δημόσια υγεία και την οικονομία;
Το βέβαιο είναι ότι ο σχεδιασμός των κυβερνητικών αλλαγών αλλιώς ξεκίνησε και αλλιώς κατέληξε. Ο κ. Μητσοτάκης σχεδίαζε ριζικές και δομικές αλλαγές στην κυβέρνηση, προσβλέποντας σε θετικές εξελίξεις σε δύο μέτωπα.
Πρώτον, να υπάρξει έγκαιρη συμφωνία των Ευρωπαίων ηγετών για το Ταμείο Ανάκαμψης.
Δεύτερον, ο κορονοϊός να οδηγηθεί σε ύφεση στο δεύτερο μισό του καλοκαιριού και η οικονομία να αρχίζει να δείχνει σημάδια ανάκαμψης.
Το πρώτο συνέβη, το δεύτερο όχι, με την ανασφάλεια τόσο για τη δημόσια υγεία όσο και για την οικονομία να επιστρέφει, δριμύτερη. Για κάποιο λόγο, απολύτως έγκυρες πληροφορίες αναφέρουν ότι το πρωθυπουργικό επιτελείο κινούνταν καθ΄ όλο το προηγούμενο διάστημα με τη βεβαιότητα ότι αρχές φθινοπώρου θα υπάρχει το εμβόλιο κατά του κορονοϊού. Ήταν πληροφορίες; Ήταν διαβεβαιώσεις ειδικών; Ήταν νέα από το μέτωπο των ερευνών στην Ελλάδα και διεθνώς; Ό,τι και αν ήταν οι προσδοκίες διαψεύστηκαν.
Σε αυτό το ανασφαλές τοπίο για τη δημόσια υγεία και τις αντοχές της οικονομίας, ο σχεδιασμός για ριζικές αλλαγές σε πρόσωπα αλλά και στη δομή της κυβέρνησης πήγε πίσω και επιλέχθηκε το «lifting» της κυβέρνησης.
Οι Στέλιος Πέτσας που με βάση τις διαρροές ήταν σίγουρος προς μετακίνηση και οι Γιάννης Βρούτσης, Χάρης Θεοχάρης, Λευτέρης Αυγενάκης που φέρονταν σίγουρη για αντικατάσταση, παρέμειναν στις θέσεις τους, όπως και όλοι οι υπουργοί.
Είναι αυτό αποτέλεσμα της απόφασης να μη γίνει τώρα ο ανασχηματισμός που σχεδιαζόταν αλλά αργότερα ή μήνυμα ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν επηρεάζεται από τις επιδιώξεις συστημάτων εντός ή εκτός ΝΔ;
Είναι αποτέλεσμα πιέσεων οικονομικών αλλά και κομματικών συμφερόντων που λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, για να εμφανίσει όμηρο τον πρωθυπουργό;
Η αξιωματική αντιπολίτευση υποστηρίζει, για παράδειγμα, ότι η αναβάθμιση των υφυπουργών Παπαθανάση και Σκυλακάκη σε αναπληρωτές, αποτελεί μήνυμα αποδοκιμασίας για τους υπουργούς Γεωργιάδη και Σταϊκούρα. Δεν είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός. Προφανώς του κ. Γεωργιάδη δεν του αρέσει το γεγονός ότι χάνει αρμοδιότητες τις οποίες αναλαμβάνει ο αναπληρωτής του, όπως και του κ. Σταϊκούρα δεν του αρέσει που ο αναπληρωτής του εμφανίζεται ισχυροποιημένος και υπουργός – κλειδί για τη διαχείριση του μεγάλου πακέτου του Ταμείου Ανάκαμψης.
Από την άλλη, η αξιωματική αντιπολίτευση, όπως και η καραμανλική πτέρυγα της ΝΔ που από χθες βρίσκεται «στα κάγκελα» λαθεύει – και εκτίθεται – όταν επιχειρεί να παρουσιάσει τον καθηγητή Τσακλόγλου, ως νεοφιλελεύθερη επιλογή που «δείχνει» εφαρμογή μνημονιακών επιλογών. Ο κ. Τσακλόγλου, αφενός είναι γνωστό ότι προέρχεται από την κεντροαριστερά, είναι γνωστό ότι έχει θητεύσει δίπλα στον Λουκά Παπαδήμο, τον Γιάννη Στουρνάρα τον Γιώργο Παπανδρέου, ήταν πρόεδρος του ΣΟΕ και ως τέτοιος συμμετείχε στο EuroWorkinGroup την δύσκολη τριετία 2012-2015. Δεν φημίζεται για τις νεοφιλελεύθερες απόψεις του, αλλά μάλλον για το αντίθετο και αποτελεί μία επιλογή του κ. Μητσοτάκη που δείχνει ότι παρά τις πιέσεις και τις αντιδράσεις, ο ίδιος δεν εγκαταλείπει τη διεύρυνση προς την κεντροαριστερά, όπως και τον δίαυλο επικοινωνίας με το επιστημονικό προσωπικό της χώρας, του Έλληνες τεχνοκράτες.
Οι χθεσινές επιλογές του κ. Μητσοτάκη, με τους ισχυρισμούς της αξιωματικής αντιπολίτευσης περί υποχώρησης του πρωθυπουργού σε συμφέροντα οικονομικά και κομματικά ή της λεγόμενης καραμανλικής πτέρυγας περί «συγκυβέρνησης Μητσοτάκη – Σημίτη» να μένει να αποδειχθούν, περιλαμβάνουν ξεκάθαρα πολιτικά μηνύματα.
Πρώτον, ο πρωθυπουργός είναι ανήσυχος για τη δημόσια υγεία και τα δημόσια οικονομικά και έκανε κινήσεις με τις οποίες ελπίζει σε καλύτερα αποτελέσματα.
Δεύτερον, η έκθεση Πισσαρίδη και η διαχείριση του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελούν πλέον κυβερνητικές στρατηγικές και έγινε ήδη η αρχή της προσαρμογής στο κυβερνητικό σχήμα, σε αυτήν την κατεύθυνση. Θα ολοκληρωθεί, λένε οι πληροφορίες, στον κανονικό ανασχηματισμό που θα γίνει ότι θα είναι ορατό το μέλλον.
Τρίτον, με τις πιέσεις οικονομικών ή κομματικών συμφερόντων να παίζουν και αυτές τον ρόλο τους στο πολιτικό παιχνίδι, ο κ. Μητσοτάκης δείχνει ότι έχει κάποιες σταθερές τόσο στην επιλογή των προσώπων όσο και στην επιλογή των πολιτικών, αποφεύγοντας την καθημερινή τριβή. Έβαλε, για παράδειγμα, νέα ή αναβάθμισε πρόσωπα εκεί που θεωρούσε ότι έχει προβλήματα (οικονομία, επενδύσεις, εργασία) και επέλεξε στελέχη που μάλλον δεν είναι αρεστά στο κομματικό στελεχικό δυναμικό, όπως έκανε και στις αρχικές του επιλογές. Παράλληλα βέβαια, υπουργοποίησε και δύο βουλευτές, έτσι ώστε να κρατά ανοικτό και αυτόν τον δίαυλο επικοινωνίας, όπως και τις αναγκαίες ισορροπίες.
Τέταρτον, με τις χθεσινές του επιλογές, ο πρωθυπουργός δείχνει ότι οι πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο – ακόμα και όντως αποτέλεσαν – δεν αποτελούν πλέον υπαρκτό πολιτικό σενάριο. Τουλάχιστον όσο δεν υπάρχει σενάριο κατάρρευσης για τη δημόσια υγεία και την οικονομία.