Μετά τη σαρωτική νίκη του επικεφαλής του Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος Τουφάν Ερχιουρμάν στις «εκλογές» στα Κατεχόμενα, έναντι που απερχόμενου κατοχικού ηγέτη Ερσίν Τατάρ, τα βλέμματα είναι στραμμένα στην επόμενη μέρα για το κυπριακό.
Ενδεικτικά είναι τα μηνύματα που έστειλε τόσο η Αθήνα όσο και η Λευκωσία ενόψει της επικείμενης διευρυμένης άτυπη συνάντησης.
Το μήνυμα της Αθήνας
Με μήνυμά του ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης μετά τη νίκη Ερχιουρμάν σημείωσε ότι «η βούληση των Τουρκοκυπρίων να αναδείξουν ως νέο ηγέτη τους τον Τουφάν Ερχιουμάν ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο ελπίδας και προσδοκίας για την επανένωση του νησιού στη βάση των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και των Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Επανένωση που θα εγγυάται την ειρήνη και ευημερία Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια».
Πρόσθεσε δε ότι «το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, σε σύμπνοια με την Κυπριακή Δημοκρατία, κατέβαλε άοκνες προσπάθειες ώστε το Κυπριακό να επανέλθει, μετά από μια μακρά περίοδο αδράνειας, στην ατζέντα του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και να επανεκκινήσουν οι άτυπες συζητήσεις. Προσβλέπουμε στο να εργαστούμε από κοινού για το επόμενο βήμα στην επικείμενη διευρυμένη άτυπη συνάντηση. Οι διαιρέσεις δεν χωρούν στο σύγχρονο ταραγμένο διεθνές σκηνικό.
Η Κύπρος θα πρέπει να δώσει το οικουμενικό μήνυμα της σύνθεσης και της ενότητας.
Ο νικητής και ο «φόβος» Μπαχτσελί
Ο Τουφάν Ερχιουρμάν ο οποίος μεταξύ 2008 και 2010 ηγήθηκε των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού, είναι γνωστός -σύμφωνα με Κύπριους αναλυτές- για την εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη με τον Τατάρ ως προς τη λύση δύο κρατών στην Κύπρο και για αυτό τον λόγο ερμήνευσαν τα αποτελέσματα των χθεσινών εκλογών ως άτυπο «δημοψήφισμα».
Ο Ερχιουρμάν στο παρελθόν (2020) είχε ευθυγραμμιστεί με τη θέση του τέως τουρκοκύπριου ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί ο οποίος υποστήριζε την ιδέα μιας ομοσπονδιακής δημοκρατίας στην Κύπρο.
Ο Ακιντζί, ο οποίος δύο ημέρες πριν τις παράνομες εκλογές στα Κατεχόμενα στήριξε δημόσια την υποψηφιότητα του Ερχιουρμάν, είχε δηλώσει ότι «η ΤΔΒΚ, η οποία αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία, δεν πρόκειται να αναγνωριστεί ως ανεξάρτητο κράτος στο ορατό μέλλον».
«Δεν υποστηρίζω το να κυνηγάμε το αδύνατο ενισχύοντας ταυτόχρονα το status quo. Δεν θέλουμε ούτε να είμαστε μειονότητα στον νότο ούτε ένα υπο-κράτος πλήρως εξαρτώμενο από την Τουρκία».
Έκτοτε στο ίδιο πνεύμα, ο Ερχιουρμάν υποστήριξε ότι «η διεθνής συγκυρία δεν επιτρέπει την αναγνώριση της ΤΔΒΚ στη διεθνή σκηνή. Οι υποστηρικτές της λύσης δύο κρατών περιμένουν από όλα τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ και όλα τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ να αναγνωρίσουν την ΤΔΒΚ. Αυτό δεν είναι δυνατόν στη σημερινή πολιτική συγκυρία και θα μας καταδικάσει σε ένα απρόβλεπτο καθεστώς για αόριστο χρονικό διάστημα».
Επιπλέον τον Ιανουάριο του 2025 είχε δηλώσει δημόσια πως «θα μπορούσε να εξασφαλιστεί συναίνεση για μια χαλαρή ομοσπονδία ως λύση στο Κυπριακό» προσθέτοντας ότι «η ομοσπονδία δεν είναι ιδεολογική μας εμμονή, αλλά μια πραγματικότητα. Είναι το θέμα των επίσημων διαπραγματεύσεων και αναφέρεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας».
Ενδεικτικό του «φόβου» που ενέχει για την Άγκυρα η στάση που θα κρατήσει στο μέλλον ο Ερχιουρμάν ως προς το κυπριακό είναι η πρώτη αντίδραση που ήρθε από το στρατόπεδο Μπαχτσελί.
Ειδικότερα, ο Ισμαήλ Οζντεμίρ, Αναπληρωτής Πρόεδρος του MHP κοινοποίησε μια ανάρτηση στον λογαριασμό του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης X εκπροσωπώντας τη γνώμη του Μπαχτσελί ο οποίος ισχυρίστηκε ότι οι εκλογές διεξήχθησαν με «πολύ μικρή συμμετοχή».
«Η μοίρα των Τουρκοκυπρίων δεν μπορεί να αντιπροσωπευτεί από αυτή τη συμμετοχή. Ακόμα και αν τα αποτελέσματα των εκλογών ανακοινωθούν από την εκλογική επιτροπή, το κοινοβούλιο της ΤΔΒΚ πρέπει να συγκληθεί επειγόντως, να δηλώσει ότι τα αποτελέσματα των εκλογών και η επιστροφή στην ομοσπονδία είναι απαράδεκτα και να αποφασίσει την ένταξή της στην Τουρκική Δημοκρατία».
Η πρώτη δήλωση Ερχιουρμάν και η αντίδραση Τατάρ
Στην πρώτη του δήλωση μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, ο Ερχιουρμάν διαβεβαίωσε πως θα ασκήσει τα καθήκοντά του, ιδίως στην εξωτερική πολιτική, σε στενή διαβούλευση με την Άγκυρα, ενώ ο Τατάρ απέδωσε την ήττα του μεταξύ άλλων «σε εξωτερικούς παράγοντες, ειδικά από τη νότια Κύπρο και την ΕΕ, όλοι μαζί. Είναι φανερό ότι ήρθαν κάποιες ενισχύσεις [στον αντίπαλο], εμείς δεν τις είδαμε, αλλά ήρθαν, διοχετεύτηκε ελπίδα».
Από πλευράς του ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αρκέστηκε σε ένα συγχαρητήριο μήνυμα, ενώ ο Πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Χριστοδουλίδης εκτός από συγχαρητήρια επανέλαβε την ετοιμότητα, τη σταθερή πολιτική βούληση και την αποφασιστικότητά του να συνεχίσει να συμβάλλει στην προσπάθεια για την επανέναρξη των ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού, από το σημείο που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά, στο πλαίσιο της δεδηλωμένης προσήλωσης του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, κ. Αντόνιο Γκουτέρες.
Με το βλέμμα στραμμένο στη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν
Με αυτά τα νέα δεδομένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει η αυριανή συνάντηση του Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν στο Λουξεμβούργο μετά και την ξεκάθαρη απάντηση της Αθήνας στις επιθετικές δηλώσεις του επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας.
Υπενθυμίζεται ότι ο Χακάν Φιντάν σε δηλώσεις του σε τηλεοπτική συνέντευξη φανέρωσε για ακόμα μία φορά τον εκνευρισμό της Άγκυρας στον αποκλεισμό της από το πρόγραμμα SAFE, κατηγόρησε την Ελλάδα πως «διατηρεί αντιτουρκικό αίσθημα» ενώ έθεσε ανοιχτά το ζήτημα των χωρικών υδάτων.
«Στη γλώσσα της ειρήνης, επειδή το ζήτημα είναι πραγματικά πολύ απλό. Δεν δέχομαι 12 μίλια, εσείς δεν δέχεστε 6 μίλια. Στεκόμαστε, λοιπόν, σε ορισμένα σημεία, έχουν γίνει διερευνητικές συνομιλίες στο παρελθόν, έχουν καλυφθεί ορισμένες αποστάσεις. Το ζήτημα του Αιγαίου δεν είναι ένα άλυτο πρόβλημα. Όσο υπάρχει η βούληση, αυτό το πρόβλημα μπορεί να λυθεί», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Κάτι που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Αθήνας με τον Γιώργο Γεραπετρίτη να απαντά πως «η Ελλάδα ασκεί ενεργητική και συνεπή εξωτερική πολιτική που στηρίζεται στις οικουμενικές αξίες του διεθνούς δικαίου και δεν ετεροκαθορίζεται. Από τις αρχές αυτές δεν πρόκειται να αποστεί και όποιος ενοχλείται οφείλει να το αποδεχθεί, διότι υποδείξεις και μομφές δεν είναι αποδεκτές. Η Ελλάδα επιδιώκει εμπράκτως την ειρήνη και τις σχέσεις καλής γειτονίας, εντούτοις σε θέματα εθνικού συμφέροντος, δεν μπορεί να υπάρξει καμία συζήτηση».