Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Η θεαματική απόκλιση μεταξύ προεκλογικού προγράμματος και μετεκλογικού αποτελέσματος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η αλλαγή στην ηγεσία της Ν.Δ., αλλά και η υψηλότερη εμπέδωση της πεποίθησης στην κοινή γνώμη ότι η ανάκαμψη περνά μόνο μέσα από την παραγωγή και την ανάπτυξη, θεωρούνται οι βασικοί παράγοντες που φαίνεται να ανατρέπουν το πολιτικό σκηνικό.
Καθοριστική αναμένεται να αποβεί η δυνατότητα τακτικής ψήφου των πολιτών με βάση τους προσωπικούς στόχους και τα δεδομένα που θα διαμορφώνονται μπροστά τους, λόγω της ελεύθερης δημοσίευσης δημοσκοπήσεων μέχρι και την τελευταία στιγμή.
«Δένει» η τάση αντιστροφής: Τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων που συγκλίνουν στην αλλαγή των δεδομένων που επικρατούσαν από τον περασμένο Ιανουάριο και μετά επαναλαμβάνονται επί 2 εβδομάδες, γεγονός που οδηγεί σε ασφαλή μεθοδολογικά συμπεράσματα τους φορείς ερευνών κοινής γνώμης, οι οποίοι ωστόσο εμφανίζονται επιφυλακτικοί για την εξέλιξη των τάσεων, υπό την επισήμανση ότι θα δημοσιεύονται έως την τελευταία στιγμή δημοσκοπήσεις.
«Αυτό σημαίνει ότι οι πολίτες θα έχουν τη δυνατότητα να σχηματοποιήσουν μια τακτική ψήφο. Κάποιοι θα πουν, για παράδειγμα, “το παράκανα” ή “δεν θέλω ντέρμπι”. Από εδώ και στο εξής θα δημιουργείται μια ταλάντωση των ποσοστών γύρω από την κεντρική τιμή που θα εξελίσσεται καθώς οδεύουμε προς την ημέρα των εκλογών», τονίζει στη «Ν» ο διευθύνων σύμβουλος της MRB Δημήτρης Μαύρος.
Το προφίλ της νέας κυβέρνησης: Με βάση τα ποσοστά που διαμορφώνονται αυτή την ώρα, φαίνεται ότι θα χρειαστούν τρία κόμματα, ένα «μεγάλο και δύο «μικρά», για τη συγκρότηση κυβέρνησης. Υπαρκτό είναι και το σενάριο που θα υποχρέωνε ουσιαστικά τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Ν.Δ. να συγκυβερνήσουν.
«Αν προκύψουν διαμάχες κατά τη διαπραγμάτευση για τον σχηματισμό κυβέρνησης ανάμεσα σε ένα “μεγάλο” και ένα “μικρό” κόμμα, αν σημειωθεί κάποιο ατύχημα που θα κρατήσει τελικά έξω από τη Βουλή ορισμένα από τα “μικρά” κόμματα ή αν διαμορφωθεί καθ’ οδόν κάποια νέα κατάσταση γύρω από τα προαπαιτούμενα στη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, τότε μπορεί να υπάρξει ένα σενάριο μεγάλου συνασπισμού. Ευρύτερα, αν ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. πετύχουν ποσοστά που δεν βρίσκονται κοντά στο 30% αλλά στο 25%, τότε είναι πιθανό να υποχρεωθούν να συγκυβερνήσουν», υπογραμμίζει ο κ. Μαύρος.
Τα αίτια της φθοράς ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ: Οι θετικές γνώμες κατά την αξιολόγηση της διαπραγμάτευσης από τους ψηφοφόρους έχουν περιοριστεί από το 51% στο 35%, χωρίς ακόμη να έχουν ξετυλιχθεί στο σύνολό τους οι επιπτώσεις από οικονομικές εξελίξεις όπως τα capital controls. «Η νέα συμφωνία αποκαλείται και επικοινωνιακά πλέον μνημόνιο, σηματοδοτώντας χαρακτηριστική ασυνέπεια σε σχέση με την επικοινωνιακή ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μεγάλη η φθορά της εικόνας της κυβέρνησης, αλλά και του Αλέξη Τσίπρα προσωπικά.
Ο ίδιος χρεώθηκε την επιλογή Βαρουφάκη και μια σειρά λαθών έως το δημοψήφισμα, το αποτέλεσμα του οποίου διαχειρίστηκε με “περίεργο” τρόπο. Η κοινή γνώμη προσεγγίζει ως τερατώδη ασυνέπεια τον συγκεκριμένο χειρισμό. Ανέμενε ότι θα κεφαλαιοποιούσε με κάποιον τρόπο το “όχι”. Αυτό που στην ουσία λένε οι πολίτες για τον τέως πρωθυπουργό δεν είναι “με κορόιδεψε”, αλλά “γιατί μου το ‘πε, αφού δεν μπορούσε”», σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της MRB.
Η αλλαγή «φρουράς» στη Ν.Δ.: Η τοποθέτηση του Βαγγέλη Μεϊμαράκη στην ηγεσία της Ν.Δ. λειτούργησε εκ των πραγμάτων ως στοιχείο ανανέωσης για το κόμμα. Ο ίδιος δείχνει να χτίζει πάνω σε αυτή την εξέλιξη. Σύμφωνα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων, η δημοφιλία του εμφανιζόταν στην αρχή αργά και σταθερά αυξανόμενη, γεγονός που του επέτρεψε να συναντήσει στη διαδρομή τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος είχε υποχρεωθεί σε πολύ μεγάλη πτώση. Η δημοφιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ έχει πατήσει αισθητά φρένο στην κατηφόρα, αλλά εξακολουθεί να δέχεται πτωτικές πιέσεις, σε αντίθεση με τη δημοφιλία του προέδρου της Ν.Δ. ο οποίος ανεβάζει μεγαλύτερες στροφές.
«Ο κόσμος αναζητά αντισυστημικό λόγο, τον οποίο περιμένει από δύο είδη πολιτικών. Τον νέο, ο οποίος εξ ορισμού επικοινωνεί αντισυστημικά, και τον μπρουτάλ, ο οποίος λέει και δυο κουβέντες παραπάνω.
Ο νέος πρόεδρος της Ν.Δ. τα λέει έξω από τα δόντια και παρουσιάζει μια θετική γραφικότητα στα επίθετα που χρησιμοποιεί, τα οποία ο κόσμος βλέπει ως προϊόν ντομπροσύνης. Εν προκειμένω, λοιπόν, το “νέο απέναντι στο παλιό” αντιπαρατίθεται με την “ντομπροσύνη απέναντι στον καιροσκοπισμό και την ανεπάρκεια”, όπως διατυπώνονται τα διλήμματα του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ. αντίστοιχα», επισημαίνει ο κ. Μαύρος.
Οι προτεραιότητες του εκλογικού σώματος: Πέντε θέματα καθορίζουν κυρίως τη στάση του εκλογικού σώματος, μετά από αντίστοιχη μέτρηση αλλά και σύνδεση με το στοιχείο της πρόθεσης ψήφου. Πρόκειται κατά σειρά προτεραιότητας για την «ανάπτυξη της οικονομίας», τη «διασφάλιση του εισοδήματος», το «εκπαιδευτικό σύστημα», την «ιατροφαρμακευτική περίθαλψη» και το «δημόσιο χρέος».
Σε επίπεδο προσώπων, οι 4 πρώτοι παράγοντες έχουν ως εξής: «τα “πιστεύω” και ο λόγος του με αγγίζουν» (Αλ. Τσίπρας), «αποτελεσματικότητα διακυβέρνησης» (Β. Μεϊμαράκης), «υποστηρίζει τα συμφέροντα των πολιτών» (Αλ. Τσίπρας), «εμπνέει σταθερότητα» (Β. Μεϊμαράκης). Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι Αλέξης Τσίπρας και Βαγγέλης Μεϊμαράκης μοιράζονται ισόποσα τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
Η εμπιστοσύνη στην Ευρώπη: Σε ιδιαίτερα δεινή κατάσταση βρίσκεται η σχέση εμπιστοσύνης της ελληνικής κοινής γνώμης προς την Ευρώπη. Οπως προκύπτει από τις αντίστοιχες μετρήσεις ανάμεσα σε συνολικά 22 θεσμούς (μεταξύ άλλων, ένοπλες δυνάμεις, αστυνομία κ.λπ.), η Ε.Ε. κατέχει την 4η θέση από το τέλος της κατάταξης. Χειρότερα τοποθετούνται μόνο οι ΗΠΑ, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Ειδικότερα, την Ε.Ε. εμπιστεύεται μόνο το 13%. Το 22% τοποθετείται ενδιάμεσα και το 64% δεν την εμπιστεύεται.
Η απήχηση της ΛΑΕ: Η μέτρηση της MRB καταδεικνύει για τη ΛΑΕ ένα ποσοστό της τάξης του 5% με την αναγωγή. Στο ερώτημα «τι ποσοστό νομίζετε ότι θα λάβει η ΛΑΕ», που συνιστά ένα είδος παράστασης νίκης, το ποσοστό κινείται μεταξύ 5% και 8%. Αυτή την εβδομάδα τα ποσοστά της ΛΑΕ εμφανίζονται στάσιμα. Σημειωτέον, οι μετρήσεις περιλαμβάνουν την ενσωμάτωση της Ζωής Κωνσταντοπούλου στο κόμμα, χωρίς ωστόσο να έχει ξετυλιχθεί ακόμη ο ακριβής ρόλος της και άρα η ακριβής επίδραση στα ποσοστά.
Το Ποτάμι και η 3η θέση: Οι μετρήσεις καταδεικνύουν ότι το Ποτάμι, το οποίο εμφανίζει μικρές διαρροές προς τη Ν.Δ. και έπειτα προς τον ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να καταβάλει μεγάλη προσπάθεια αν θέλει να κατακτήσει την 3η θέση από τη Χρυσή Αυγή, η οποία διατηρεί τη δυναμική της. «Τώρα που όλα τα κόμματα μοιάζουν “μνημονιακά”, διαμορφώνεται ένα σκεπτικό στην κοινή γνώμη, σύμφωνα με το οποίο “αφού όλοι ψηφίζουν μνημόνιο, γιατί να ψηφίσω Ποτάμι;”. Η διάσταση που υπάρχει στον αντίποδα είναι “το νέο έναντι του παλιού”, η οποία ωστόσο δεν φαίνεται να έχει εμπεδωθεί ακόμη ως δίλημμα», παρατηρεί ο κ. Μαύρος.
Η ποιοτική μεταβολή στο ΠΑΣΟΚ: Μπροστά στον μέσο, σαφώς «συναισθηματικό», ψηφοφόρο των ημερών, η τοποθέτηση της Φώφης Γεννηματά στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ερμηνεύεται ως το στοιχείο εκείνο το οποίο δείχνει να διασφαλίζει την είσοδο του ΠΑΣΟΚ στην επόμενη Βουλή «με μεγαλύτερη σιγουριά και από τον Ιανουάριο», ανεξαρτήτως της σύμπραξης με τη ΔΗΜΑΡ. Οπως άλλωστε επισημαίνει μια σειρά πολιτικών αναλυτών, πρόκειται για τη μοναδική γυναίκα – πολιτικό αρχηγό, στοιχείο με συμβολική σημασία.
Η τύχη των ΑΝΕΛ: Η είσοδος των ΑΝΕΛ στην επόμενη Βουλή προβάλλει, σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα, πιο δύσκολη από ποτέ. Το κόμμα εμφανίζει διαρροές κυρίως προς τη Ν.Δ. και την αδιευκρίνιστη ψήφο.
Η έκπληξη της Ενωσης Κεντρώων: Το κόμμα του Βασίλη Λεβέντη ξεκίνησε με θηριώδη δυναμική, επιτυγχάνοντας με την αναγωγή ένα ποσοστό που ξεπερνούσε το 5,5%. Το αποτέλεσμα αυτό σχετίζεται κυρίως με την απήχηση στις ηλικίες μεταξύ 18 και 34. Πάντως, από τις τελευταίες μετρήσεις προκύπτουν πιέσεις στα ποσοστά της Ενωσης Κεντρώων.