Skip to main content

Όμως οι αγορές…

Από την έντυπη έκδοση

Του Α. Δ.  Παπαγιαννίδη
[email protected]

Ενώ η τραγωδία της πυρκαγιάς στην Ανατολική Αττική εκφυλίζεται ως δημόσια πρόσληψη με την -από κάθε πλευρά- πολιτική της «αξιοποίηση», ένα πράγμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί αισιόδοξο (αν δεν κινδύνευε να θεωρηθεί μιθριδατισμός/αδιαφορία) είναι ότι η καθημερινότητα επανέρχεται. Ο κόσμος προσπερνάει. Ακόμη και στα καμένα, στη σκηνή της φρίκης, βλέπει κανείς να φωτογραφίζονται παραθεριστές, απλωμένες πετσέτες, μπάνιο. Ξενοδοχεία επανεκκινούν στην ευρύτερη περιοχή. Σε ένα άλλο επίπεδο, σχεδόν απορημένη αλλά παρατηρητική η «Handelsbatt» σημείωνε ότι παρά το σοκ (που κυκλοφόρησε σ’ όλον τον κόσμο) δεν υπήρξε ανάσχεση του τουριστικού ρεύματος προς Ελλάδα.

Επιστρέφουμε όμως πλησιέστερα στο αντικείμενο της στήλης. Την ώρα που γράφονταν οι τελευταίες λέξεις του προηγούμενου σημειώματος (της 2/8), υπήρχε ήδη η αίσθηση ότι οι αποδόσεις των ελληνικών χαρτιών κινδύνευαν να ξεφύγουν: ήδη, η επαναφορά πάνω από το 4% για το 10ετές και η εγκατάσταση του καημένου του πρόσφατου 7ετούς αρκετά πάνω από την απόδοση του 3,5% με την οποία πρωτοπερπάτησε (το βρίσκαμε στο 3,65%) δείχνουν όλο τον -αρνητικό- συμβολικό ρόλο που συσχετίζει κανείς με την αντίδραση των αγορών στις αποφάνσεις των διεθνών συντελεστών για την Ελλάδα.

Οι επιφυλάξεις του ΔΝΤ -διπλωματικά διατυπωμένες, το είδαμε, όμως επιφυλάξεις…-, μαζί άλλωστε και με τις πιο κωδικοποιημένες του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, βρήκαν αμεσότερη αντανάκλαση «στις αγορές» απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς με δεδομένη την αμφισβήτηση που έχουν οι απόψεις ΔΝΤ εκ των έσω. Ασφαλώς, μέρος της νευρικότητας των ελληνικών ομολόγων ανάγεται στη διατάραξη που γνωρίζουν (και μεταδίδουν) τα ιταλικά ομόλογα, αλλά και στη συνολική νευρικότητα της φάσης. Όμως, δηλώσεις όπως του Μάριο Ντράγκι για τη μη επιλεξιμότητα των ελληνικών χαρτιών στο «παράθυρο» της ΕΚΤ και τοποθετήσεις όπως του ΔΝΤ στο πλαίσιο της διαδικασίας του Άρθρου 4 για την ελληνική οικονομία παίζουν τον ρόλο τους.

Ανεξάρτητα από τις αντιρρήσεις που εκφράσθηκαν για τις απόψεις ΔΝΤ από την ελληνική πλευρά αλλά και από τις Βρυξέλλες, συνεχίζεται βέβαια και η εσωτερική αμφισβήτηση των επιδόσεων του Ταμείου σε θέματα όπως η ελληνική κρίση, η πολιτική της ανάγνωση, οι τεχνικές αυτοπαγιδεύσεις των τοποθετήσεών του. Είχαμε ήδη τα κατά καιρούς σχόλια του ΙΕΟ, του Γραφείου Ανεξάρτητης Αξιολόγησης του ΔΝΤ, το οποίο έχει ήδη ασχοληθεί (καλοκαίρι του 2016) με τα Προγράμματα για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, με αρκετά αιχμηρά σχόλια ενώπιον του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Ταμείου. Τότε, άλλωστε, ήταν που «ανεκαλύφθη» η υποχρέωση του Ταμείου να ενσωματώσει στις προσεγγίσεις του… την κοινωνική προστασία. 

Τώρα, το Ταμείο -και μάλιστα οι εκπρόσωποι των αναπτυσσόμενων χωρών που το βάρος τους αυξάνεται όσο υποχωρεί εκείνο της γηραιάς ηπείρου- καθιέρωσε και «εξωτερική αξιολόγηση» του ίδιου του ΙΕΟ/του Γραφείου Ανεξάρτητης Αξιολόγησης! Τριμερής ομάδα -με πρόεδρο τον Donald Kaberuka (Ρουαντέζος, διετέλεσε επί 10ετία πρόεδρος της Αφρικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης) και μέλη τον Σιγκαπουριανό Chia Den Jiun και τη Σουηδέζα Pernilla Meyersson- ξετίναξε τις πρακτικές του ΙΕΟ, και κατ’ επέκταση τις επιδόσεις του Ταμείου. Έχει χάζι να δει κανείς τις παρατηρήσεις αυτών των εξωτερικών αξιολογητών, όπως π.χ. το παράπονο ότι οι Εκθέσεις θα ‘πρεπε να είναι με σαφέστερη/κατανοητότερη διατύπωση («in plain English»), ή πάλι την προειδοποίηση ότι ακόμη και οι πρακτικές αυτοαξιολόγησης και εξωτερικής αξιολόγησης κινδυνεύουν να καταλήξουν αυτοαναφορικές (institutionalized). Έτσι νομιμοποιείται να διαβάζει κανείς επιφυλακτικά τα κατά καιρούς θέσφατα του ΔΝΤ, όπως π.χ. τη στήριξη που παρέσχε στους άκαμπτους κανόνες της Ευρωζώνης, ή και στην άλλοτε υπεραισιόδοξη κι άλλοτε υπεραπαισιόδοξη πρόγνωση για τις επιπτώσεις μέτρων (όπως τώρα οι περικοπές 1%+1% του ΑΕΠ για συντάξεις και φόρους) ή για τις επιδόσεις οικονομιών όπως η ελληνική.

Μ’ αυτό το φόντο, αποκτά λογικά μεγαλύτερη εμβέλεια η -ήπια, αλλά σαφής- διαφωνία των παρατηρήσεων της ελληνικής πλευράς στο πλαίσιο της διαβούλευσης βάσει του Άρθρου 4, που θεωρούν  ότι κακώς το Ταμείο περιέλαβε «ανεπαρκή αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη» μένοντας σε «βασικό σενάριο σύμφωνο με το αρνητικό» και να καταλήξει σε υπερβολική (πάντα κατά την ελληνική προσέγγιση) απαισιοδοξία όσον αφορά και τη δυνητική ανάπτυξη και τη δημοσιονομική πορεία. Αν αυτή ήταν η στάση/απάντηση της ελληνικής πλευράς όπως αποτυπώθηκε σε παρέμβαση του Έλληνα εκπροσώπου της χώρας Μιχάλη Ψαλιδόπουλου στο Ταμείο, αντίστοιχα κριτική στάθηκε και η παρέμβαση των Βρυξελλών καίτοι σε συγκρατημένους τόνους.

Όμως οι αγορές, μας λένε… (Μένει να δούμε την εξέλιξη στον χρόνο).