Skip to main content

To τέλος των ψευδαισθήσεων

Από την έντυπη έκδοση

Deutsche Welle

Μια σύγκριση της Ελλάδας πριν από τέσσερα χρόνια με τη σημερινή κάνει σε σχόλιό της η γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine Zeitung», εστιάζοντας στο τέλος των ψευδαισθήσεων.

Ο σχολιογράφος επιλέγει να αναφέρεται στο σχόλιό του στις Ελληνίδες, «μιας και τελευταία δεν ακούει κανείς πολλά γι’ αυτές», σημειώνοντας βέβαια ότι όσα γράφει αφορούν και τους Έλληνες συμπολίτες τους. Όπως σημειώνει, πριν από τέσσερα χρόνια η Ελλάδα κράτησε την Ευρώπη και τον χρηματοπιστωτικό κόσμο σε αγωνία. «Ο Αλέξης Τσίπρας και ο υπ. Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης ισχυρίζονταν ότι θα έδιωχναν την κρίση από τη χώρα απλά με μαγικό τρόπο. Πολλές Ελληνίδες τους πίστεψαν. Πρέπει να είχαν, για να ειπωθεί απλά, μια ασυνήθιστη σχέση με την πραγματικότητα. Κατά τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης Τσίπρα αυτό εκδηλώθηκε πιο ξεκάθαρα από ποτέ τον Ιούλιο του 2015» αναφέρεται στο σχόλιο, παραπέμποντας στο δημοψήφισμα και στα επακόλουθά του.

«Τέσσερα χρόνια αργότερα έγιναν ξανά εκλογές στην Ελλάδα και τώρα η κατάσταση φαίνεται εντελώς διαφορετική» αναφέρει ο σχολιογράφος, σημειώνοντας ότι νικητής βγήκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, οπαδός του «οικονομικού φιλελευθερισμού» που «εκφράζει την αξιοπιστία και τη σοβαρότητα». Στον προεκλογικό αγώνα του ο Μητσοτάκης «απέφυγε τις μεγάλες υποσχέσεις», ενώ δεν θέλει «να τινάξει στον αέρα, όπως κάποτε ο Τσίπρας» τις συμφωνίες με τους δανειστές.

Σε πολιτικούς που υπόσχονται θαυματουργές θεραπείες πιστεύουν μόνο λίγοι πια στην Ελλάδα, γράφει το σχόλιο, σημειώνοντας ότι μόλις ένα μικρό ποσοστό των ψηφοφόρων ανήκει σε αυτούς, όσοι δηλαδή ψήφισαν το νέο κόμμα του Γιάνη Βαρουφάκη «ο οποίος εξακολουθεί να μιλά όπως πριν από τέσσερα χρόνια». Από την άλλη πλευρά «ο Αλέξης Τσίπρας θα μπορούσε να θεωρηθεί πιο έξυπνος. Μπορεί κανείς να τον εμπιστευτεί πια ότι προσπαθεί τώρα να ξαναβρεί τον εαυτό του στην αντιπολίτευση. Ήδη μια φορά το κατάφερε. Από αριστερός επαναστάτης στην αρχή έγινε ένας αριστερός πραγματιστής. Με αυτόν τον ρόλο θα μπορούσε να επιβιώσει πολιτικά».