Από την έντυπη έκδοση
Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Καθώς θα μετριέται ο χρόνος μέχρι το Eurogroup της σημερινής ημέρας και την έκβαση είτε άχαρου συμβιβασμού είτε ενός ακόμη αδιεξόδου μπορεί να τραυματίζει -πάντως τα κυβερνητικά έδρανα!-, όμως εκείνο που ορθότερα συγκεφαλαιώνει το τι παίχτηκε σ’ όλη αυτή τη διαδρομή είναι η κατάθεση Πάνου Σκουρλέτη, πριν μια εβδομάδα, σε κομματική/νεολαιίστικη εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ στον Πειραιά. «Ζούμε σε συνθήκες μιας διαρκούς πολιτικής ήττας».
Για να μην αδικούμε τους ανθρώπους, ο Π. Σκουρλέτης δεν στάθηκε μόνον σ’ αυτήν τη διατύπωση – η οποία θα μπορούσε αλλιώς να εκληφθεί μέχρι και ως υπόσκαψη της διαπραγματευτικής ομάδας των τελευταίων μηνών (δεν αποτελεί μυστικό ότι η τακτική Ευκλείδη Τσακαλώτου στοχοποιείται από πολλούς, εσωκομματικά) αν μη και ως αμφισβήτηση του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα και της χαμένης του ευκαιρίας να βρεθεί με γραβάτα…
Αντίθετα, πάσχισε να χτίσει πάνω σ’ αυτήν την παραδοχή των συνθηκών «διαρκούς πολιτικής ήττας» και της συνακόλουθης διαπίστωσης ότι «είμαστε αναγκασμένοι διαρκώς να κάνουμε συμβιβασμούς» μια διαφοροποίηση -μολαταύτα- της κυβέρνησης από την αντιπολίτευση. Πώς; Με το ότι οι μεν μπορούν (και θέλουν) «να διακρίνουν ποιες είναι οι μικρές έστω δυνατότητες να σώζουν ή να κερδίζουν πράγματα από τη συμφωνία με τους θεσμούς» , ενώ οι δε «υπεραμύνονται των προγραμμάτων λιτότητας». Μ’ αυτήν τη βάση επιδιώχθηκε να αποσεισθεί η αιτίαση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «υιοθετεί τις προτάσεις του αντιπάλου», πράγμα που θα αποτελούσε «το πρώτο βήμα μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς»…
Όμως, ας μείνουμε στην κεντρική σκηνή! Εδώ, μετά και το θρόισμα από την επίσκεψη του Γάλλου ΥΠΟΙΚ Μπρουνό Λεμέρ στην Αθήνα -κομιστή της «γαλλικής πρότασης» για απεμπλοκή στο μέτωπο του ελληνικού χρέους, δηλαδή για εκείνο που ήδη στις Βρυξέλλες δημιουργεί θόρυβο ως Plan Macron/Σχέδιο προσέλευσης του νέου Γάλλου προέδρου, με αυτοδύναμη πλέον πλειοψηφία, στο κέντρο των ευρωπαϊκών πραγμάτων (με αληθινή «πρώτη» του στην Κορυφή της 22ας Ιουνίου, σημειωτέον)- έχουμε μια εικόνα δυσάρεστη πλην σαφή. Όπου καθένας από τους κεντρικούς συντελεστές μονόχνοτα επιδιώκει τα δικά του – επιτυχώς.
Η Γερμανία (=ο φίλος Βόλφγκανγκ Σόιμπλε) επιδιώκει να μην υπάρξει στο Eurogroup τίποτε -ούτε καν wording/λογάκια στο ανακοινωθέν- που να ενοχλήσει την προεκλογική καμπάνια (όθεν και η μάχη να παραμείνει το «if necessary»). Το ΔΝΤ (= η Κριστίν Λαγκάρντ) να βοηθήσει μεν τη Γερμανία, αλλά χωρίς να δεσμευτεί να φέρει στο Δ.Σ. την πρόταση για συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα πριν παραμετροποιηθούν πειστικά τα στοιχεία βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Το ιερατείο της ΕΚΤ -τελευταίος χρησμός εκείνος του Μπενουά Κερέ, που ζήτησε «αποφασιστική ενέργεια» του Eurogroup για την Ελλάδα- να κατοχυρώσει το ότι οποιαδήποτε απόφαση της Φραγκφούρτης περί QE κ.λπ. θα είναι αυτοτελής. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (= ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, αλλά και ο Πιερ Μοσκοβισί που τόσο το παλεύει «να έχει ρόλο», όμως υπό την προσεκτική καθοδήγηση -αμφότεροι…- του Γερμανού διευθυντή του Γραφείου Γιούνκερ Μάρτιν Σελμάγιερ, στον οποίο ο ίδιος ο Γιούνκερ αναφέρεται ως «το τέρας») να δείξει ότι κι αυτή έχει ρόλο εποικοδομητικό στο ελληνικό ζήτημα. Ο Εμανουέλ Μακρόν, τέλος, να δείξει ότι θα φέρει τη δική του προστιθέμενη αξία στα ευρωπαϊκά: ένα πλοκάμι αυτής είναι ακριβώς το Plan Macron, που οι δικοί μας προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν ως «αναπτυξιακό πακέτο», το οποίο μάλιστα πηγαίνει χέρι με χέρι με πρωτοβουλία Ευρωπαϊκής Επιτροπής/Βρυξελλών. (Και η Ελλάδα; Παρακαλώ, όχι αδιάκριτες ερωτήσεις!)
Πλην όμως, εκτός από ένα είδος «ΕΣΠΑ κρίσης» που περιγράφαμε και στο σημείωμα της περασμένης Δευτέρας (11/6) και που θα βοηθούσε να στραφεί -επιτέλους!- η έμφαση στον παρονομαστή του λόγου χρέους/ΑΕΠ, οι αναφορές σε σύνδεση του ρυθμού ανάπτυξης που θα πιάνει η ελληνική οικονομία με την ελάφρυνση χρέους έχουν αγκάθια. Παράδειγμα: Οτιδήποτε ρυθμός κάτω του 1,3% του ΑΕΠ θα θεωρείται ότι «ανοίγει» ελάφρυνση (υπό την έννοια… παράτασης της αποπληρωμής), τη στιγμή που το ΔΝΤ μιλάει για 1,1% μακροπρόθεσμη τάση του ελληνικού ΑΕΠ. Άλλο αγκάθι: Το Plan Macron κινδυνεύει να αφήσει πίσω την πολύ πιο «βαριά» συζήτηση για μετάβαση του χρέους σε σταθερά επιτόκια. Κυριότερο όμως το άλλο: Ο νέος Γάλλος πρόεδρος προπαντός κινείται για έναν μεγάλο ανασχεδιασμό της Ευρώπης, για ένα καινούργιο grand bargain. Μη γίνει η διαχείριση του ελληνικού ζητήματος πειραματόζωο ΚΑΙ αυτού!