Skip to main content

Ελληνική «ψήφος» στα ιαπωνικά ναυπηγεία

Νέες παραγγελίες πλοίων ξηρού φορτίου από τις Samos Steamship και Meadway Bulkers

Νέα πλοία μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου συμφώνησαν να χτίσουν στην Ιαπωνία Έλληνες πλοιοκτήτες, δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στο ιαπωνικό μοντέλο ναυπήγησης, παρά τη φθίνουσα δραστηριότητα εκεί, λόγω ισχυρού ανταγωνισμού

Ένας μεγάλος πελάτης των ιαπωνικών ναυπηγείων είναι η Samos Steamship, συμφερόντων της οικογένειας Ιγγλέση. Η ελληνική ναυτιλιακή εταιρεία πρόσθεσε τους τελευταίους μήνες τρία ακόμη πλοία στο βιβλίο παραγγελιών της. Ο λόγος για δύο bulk carriers, τύπου kamsarmax (χωρητικότητας 82.000 dwt), ένα εκ των οποίων θα κατασκευαστεί στο Sanoyas και το άλλο στο Oshima. Αμφότερα θα παραδοθούν στο στόλο έως το τέταρτο τρίμηνο του 2025.

Παράλληλα, η Samos Steamship συμφώνησε με το ναυπηγείο Sumitomo για ένα ακόμη tanker, τύπου aframax (χωρητικότητας 115.000 dwt), το οποίο θα είναι έτοιμο το δεύτερο τρίμηνο του 2025. Το συγκεκριμένο ναυπηγείο έχει αναλάβει την κατασκευή ενός ίδιου τύπου πλοίου για την εταιρεία, με εκτιμώμενο χρόνο παράδοσης το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Αυτά θα είναι και ορισμένα από τα τελευταία πλοία που θα χτίσει το Sumitomo, το οποίο ανακοίνωσε εσχάτως ότι θα εξέλθει της δραστηριότητας κατασκευής εμπορικών πλοίων.

Το orderbook της ελληνικής ναυτιλιακής περιλαμβάνει και ένα ακόμη VLCC, το οποίο αναμένεται να παραδώσει το JMU κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025.

Στον εν ενεργεία στόλο της Samos Steamship περιλαμβάνονται, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της, 24 πλοία, 16 εκ των οποίων είναι tankers και οκτώ bulk carriers.

Η Meadway Bulkers

Μία ακόμη εταιρεία που εμπιστεύεται τα ιαπωνικά ναυπηγεία είναι η Meadway Bulkers, συμφερόντων Γιώργου Δελαπόρτα.

Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα της, η εταιρεία ενίσχυσε το ναυπηγικό πρόγραμμα με δύο handysize bulkers (χωρητικότητας 40.050 dwt έκαστο), τα οποία θα κατασκευάσει το Namura και θα είναι έτοιμα έως το πρώτο τρίμηνο του 2026. Σημειώνεται ότι η εταιρεία έχει ένα υπό ναυπήγηση βαπόρι ίδιου τύπου στην ιαπωνική γιάρδα Onomichi Dockyard, το οποίο θα παραδοθεί εντός του τρέχοντος έτους.

Η ελληνική ναυτιλιακή στράφηκε, επίσης, στον ιαπωνικό όμιλο Tsuneishi, αλλά στο ναυπηγείο που διατηρεί ο ίδιος στην Κίνα (Zhoushan) για την κατασκευή τριών ultramaxes (χωρητικότητας 66.200 dwt έκαστο), με παραδόσεις έως και το τρίτο τρίμηνο του 2026.

Ο υφιστάμενος στόλος της Meadway Bulkers αποτελείται από 14 φορτηγά πλοία.

«Καμπανάκι» για τα ναυπηγεία

H αποχώρηση του Sumitomo από τη δραστηριότητα ναυπήγησης εμπορικών πλοίων ήταν ένα ακόμη «καμπανάκι» για την ανταγωνιστικότητα της Ιαπωνίας, συγκριτικά με τις τωρινές κραταιές δυνάμεις της Κίνας και της Νότιας Κορέας.

Τα ιαπωνικά ναυπηγεία ηγήθηκαν διεθνώς στην παραγωγή πλοίων και την τεχνολογία για ένα μεγάλο τμήμα των δεκαετιών ‘70, ‘80 και ‘90. Ωστόσο, σήμερα αντιστοιχούν μόλις στο 10% του παγκόσμιου βιβλίου παραγγελιών, την ώρα που η Κίνα κατέχει μερίδιο 49% και η Νότια Κορέα το 32%, σύμφωνα με στοιχεία του βρετανικού ναυλομεσιτικού οίκου Clarksons.

Τα τελευταία χρόνια κι άλλα μεγάλα ονόματα στην ιαπωνική ναυπηγική βιομηχανία έχουν αποσυρθεί μερικώς ή και ολοκληρωτικά από την αγορά. Η Mitsubishi Heavy Industries πούλησε το κύριο ναυπηγείο Koyagi Shipyard, η Mitsui E&S Shipbuilding έκλεισε το ναυπηγείο Chiba και η Sasebo Heavy Industries μετέβαλε τη δραστηριότητα από την κατασκευή στην επισκευή πλοίων.