Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Καγκελάριο υπό προθεσμία χαρακτηρίζουν πολλοί αναλυτές τη Μέρκελ, μετά την απόφασή της να μη διεκδικήσει εκ νέου την αρχηγία στο CDU. Η άτυπη διαρχία που θα προκύψει από το συνέδριο των Χριστιανοδημοκρατών -άλλος στην καγκελαρία, άλλος στην ηγεσία του κόμματος- ενισχύει τις ανησυχίες για αδρανοποίηση της Γερμανίδας καγκελαρίου στη διεθνή σκηνή. Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ εγκαταστάθηκε στον Λευκό Οίκο, οι φιλελεύθεροι στράφηκαν προς την Άγκελα Μέρκελ βλέποντας στο πρόσωπό της «τον ηγέτη του ελεύθερου κόσμου», χαρακτηρισμό πάντως που εκείνη έσπευσε να απορρίψει.
Η μετριοπαθής και συναινετική της στάση και η ακλόνητη πίστη της στην πολυμέρεια την κατέστησαν ντε φάκτο ανάχωμα στον «τραμπισμό» και τη διακήρυξη του Αμερικανού προέδρου «Πρώτα η Αμερική». «Αφήνει ένα κενό, του ηγέτη των δυτικών δημοκρατιών», σύμφωνα με τον Cas Mudde, Ολλανδό πολιτικό επιστήμονα του University of Georgia των ΗΠΑ. Στο πλαίσιο της Ευρώπης, η Άγκελα Μέρκελ είχε ουσιαστικό ρόλο ως μεσολαβητής, ιδιαίτερα κατά την ελληνική οικονομική κρίση 2010-2015 και στην ευρωπαϊκή απάντηση στην προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014. Η αποχώρησή της απειλεί να αυξήσει ακόμη περισσότερο τις αβεβαιότητες στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι ήδη αποδυναμωμένη από τις δύσκολες διαπραγματεύσεις για το Brexit, καθώς και τις εντάσεις που έχουν προκαλέσει οι μεταναστευτικές ροές. Στο οικονομικό επίπεδο, η ανακοίνωση της αποχώρησής της έρχεται σε μια ακόμη πιο δύσκολη στιγμή, με την κρίση που έχει προκαλέσει στην Ένωση ο ιταλικός προϋπολογισμός, σύμφωνα με το διεθνές ερευνητικό κέντρο Capital Economics.
Την ίδια στιγμή που οι προκλήσεις αυτές γίνονται όλο και μεγαλύτερες, η Μέρκελ κινδυνεύει να τεθεί υπό «ομηρία» από το ίδιο της το κόμμα. Η Γερμανίδα καγκελάριος είχε δηλώσει παλαιότερα ότι κόμμα και καγκελαρία πρέπει να έχουν την ίδια ηγεσία. Τώρα, μετά την απόφασή της να μη διεκδικήσει ξανά την προεδρία του CDU, η Μέρκελ κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με «εχθρική» ηγεσία μέσα στο ίδιο της το κόμμα.
Ήδη η ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Φρίντριχ Μερτς έχει προσελκύσει το έντονο ενδιαφέρον των γερμανικών ΜΜΕ, καθώς θεωρείται η κατ’ εξοχήν «αντι-Μέρκελ» υποψηφιότητα για το συνέδριο του Δεκεμβρίου. Ο Μερτς αποχώρησε από την κεντρική πολιτική σκηνή το 2009, έχοντας διατελέσει ως το 2002 επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των χριστιανικών κομμάτων(CDU/CSU), για να αναλάβει στη συνέχεια υψηλόβαθμες θέσεις σε επιχειρήσεις.
Ο Μερτς θήτευσε μεταξύ άλλων ως διευθύνων σύμβουλος στον γνωστό αμερικανικό επενδυτικό κολοσσό Black Rock. Συνήθως στην Ευρώπη και πολύ περισσότερο στη Γερμανία η πολιτική ήταν αυτή που οδηγούσε σε θέσεις-κλειδί στον επιχειρηματικό τομέα (βλέπε Σρέντερ και Gazprom) και όχι το αντίστροφο. Αν εκλεγεί στην ηγεσία του CDU, πιθανότατα να φθάσει και στην καγκελαρία, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή «περιστρεφόμενων θυρών» για τα πολιτικά ήθη στη Γερμανία.
Προς το παρόν πάντως το ενδιαφέρον των ΜΜΕ επικεντρώνεται περισσότερο στο γεγονός ότι οι σχέσεις Μερτς – Μέρκελ έχουν προ πολλού διαρραγεί, όταν εκείνη τον εκτόπισε το 2002 από την προεδρία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των CDU/CSU στη γερμανική Βουλή. «Εάν εκλεγεί ο Μερτς στο συνέδριο του κόμματος, είναι πιθανό αυτό να σημάνει και το γρήγορο τέλος της καγκελαρίας της Μέρκελ. Και τουλάχιστον, όπως έχουν τα πράγματα σήμερα, φαίνεται να έχει καλές πιθανότητες να επικρατήσει», γράφει η «Suddeutsche Zeitung» σε άρθρο της με τίτλο «Ο αντι-Μέρκελ».
Ο Μερτς έσπευσε πάντως να δηλώσει χθες στους δημοσιογράφους πως είναι πιστός Ευρωπαίος και οπαδός των στενότερων δεσμών με τις ΗΠΑ. «Το CDU χρειάζεται εγρήγορση και ανανέωση. Το CDU χρειάζεται να κοιτάξει μπροστά, να αντιπαρατεθεί πολιτικά, κάτι που κατά την άποψή μου σημαίνει ότι το CDU πρέπει να ξεκαθαρίσει περισσότερο την ταυτότητά του» επισήμανε ο Μερτς.
Να φύγει το SPD
Το 52% των Γερμανών πιστεύει πως το SPD πρέπει να εγκαταλείψει τον κυβερνητικό συνασπισμό, μετά την ανακοίνωση της Μέρκελ ότι δεν θα διεκδικήσει την ηγεσία του CDU αλλά θα παραμείνει καγκελάριος μέχρι το 2021, σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρείας Civey. Η δημοσκόπηση διενεργήθηκε μεταξύ 28 και 30 Οκτωβρίου. Στην περίπτωση που το SPD αποχωρήσει, η κυβέρνηση χάνει την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία.