Της Ανθής Αγγελοπούλου
Νέα μελέτη διαπίστωσε ότι το επίμονο στρες που νιώθουμε και δυστυχώς δεν κάνουμε τίποτα να το αποβάλλουμε, μπορεί να προκαλέσει σημαντική βλάβη στον εγκέφαλο μας, όπως την απώλεια μνήμης καθώς και συρρίκνωση του εγκεφαλικού υλικού.
Σύμφωνα με άρθρο της Medical Doctor, Clinical Pharmacologist, Ananya Mandal MD, οι συγγραφείς της νέας μελέτης, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Neurology, επεσήμαναν ότι τα υψηλότερα επίπεδα στρες μεταφράζονται σε αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα.
Εξηγώντας τα ευρήματα της μελέτης, η Δρ Sudha Seshadri, καθηγήτρια Νευρολογίας στο UT Health του San Antonio, τόνισε ότι ένα αυξημένο επίπεδο κορτιζόλης στο αίμα μπορεί να προβλέψει το μέγεθος του εγκεφάλου, τη λειτουργία και την απόδοση του ατόμου όταν αντιμετωπίζει γνωστικές εξετάσεις.
Όπως είπε, στη μελέτη διαπίστωσαν ότι υπήρχε απώλεια μνήμης και συρρίκνωση του εγκεφάλου σε σχετικά νέους ανθρώπους, πολύ πριν εμφανιστούν συμπτώματα, από την ύπαρξη συνεχόμενου στρες.
Ο επικεφαλής συγγραφέας Dr. Justin B. Echouffo-Tcheugui, βοηθός καθηγητή ιατρικής στο Johns Hopkins, τόνισε επίσης, ότι τα συμπτώματα απώλειας μνήμης που σχετίζονται με το άγχος και βλάβης του εγκεφάλου μπορεί να μην είναι εμφανή μέχρι να έχουν ήδη γίνει πολλές βλάβες.
Τα επίπεδα κορτιζόλης συνδέονται με την απώλεια μνήμης
Οι ειδικοί έχουν επισημάνει στο παρελθόν, ότι η ορμόνη του άγχους η κορτιζόλη αυξάνεται στο αίμα όταν ένα άτομο αντιμετωπίζει συνεχείς απειλές που κάνουν το σώμα να είναι «ετοιμοπόλεμο» για να τις αντιμετωπίσει. Αυτή η ορμόνη διακόπτει έπειτα αρκετές σωματικές λειτουργίες και επικεντρώνεται στον «αναμενόμενο κίνδυνο». Και ενώ, έπειτα από μια κρίση στρες τα επίπεδα κορτιζόλης που είναι υψηλά πρέπει να πέσουν και οι λειτουργίες του σώματος να επανέλθουν στο φυσιολογικό, σε κάποια άτομα αυτό δεν συμβαίνει, τα επίπεδα κορτιζόλης παραμένουν υψηλά και πυροδοτούν συνεχόμενες απειλές για το σώμα. Αυτό οδηγεί σε προβλήματα όπως έντονο άγχος, εμφάνιση καρδιακών παθήσεων, έναρξη κατάθλιψης, αύξηση ή απώλεια βάρους, δυσκολία στον ύπνο, πονοκεφάλους, δυσκολία συγκέντρωσης και γενικά σε καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από τους επιστήμονες ως «μετεωρολογική βλάβη» για τον οργανισμό μας. Επιπλέον, όπως λένε, ο εγκέφαλος επηρεάζεται περισσότερο επειδή είναι ζωτικής σημασίας να λαμβάνει θρεπτικά συστατικά για να λειτουργεί κανονικά.
Μάλιστα, προηγούμενες μελέτες που ασχολήθηκαν με τη σχέση μεταξύ των επιπέδων κορτιζόλης και της απώλειας μνήμης εστίασαν ως επί το πλείστον σε ηλικιωμένους, καθώς αποτελεί την πιο επισφαλής ομάδα για προβλήματα απώλειας μνήμης. Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που εξετάζει τη σχέση των επιπέδων κορτιζόλης και απώλειας μνήμης σε νεότερα άτομα καθώς όπως λέει η Δρ.Sheshadri οι συμμετέχοντες είχαν μέσο όρο ηλικίας τα 48 έτη.
Επιπλέον, ενώ οι παλαιότερες μελέτες επικεντρώθηκαν σε μια περιοχή του εγκεφάλου – τον ιππόκαμπο – που αποτελεί την έδρα της μνήμης, για να ανιχνεύσουν τη συσχέτιση της απώλειας μνήμης και της κορτιζόλης, αυτή η μελέτη εξέτασε με μαγνητική MRI του εγκεφάλου, όλο το πεδίο.
Όσο πιο υψηλά τα επίπεδα κορτιζόλης τόσο μεγαλύτερη η απώλεια μνήμης
Συγκεκριμένα στη μελέτη έλαβαν μέρος 2.231 άτομα τα οποία δεν είχαν συμπτώματα άνοιας. Στους συμμετέχοντες δόθηκαν πολλές γνωστικές εξετάσεις ενώ υποβλήθηκαν και σε ψυχολογικές εξετάσεις για να ανιχνεύσουν οι ειδικοί τις ικανότητες σκέψης και μνήμης τους.
Επίσης, συμμετείχαν στην μακροχρόνια μελέτη καρδιάς Framingham, η οποία χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Καρδιάς, Πνεύμονος και Αίματος (το οποίο παρακολουθεί τα άτομα και τις μελλοντικές τους γενιές στο Framingham της Μασαχουσέτης από το 1948). Τα μεμονωμένα αρχεία μετρήθηκαν πάλι μετά από ένα διάστημα 8 ετών. Τα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα μετρήθηκαν πριν από το πρωινό (όταν τα επίπεδα είναι υψηλότερα) και ακολούθως διεξήχθη σάρωση με μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου.
Επιπροσθέτως, λήφθηκαν υπόψη παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα όπως η ηλικία, το φύλο, ο δείκτης μάζας σώματος, η πίεση του αίματος, το κάπνισμα, το εκπαιδευτικό καθεστώς, το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο κ.λπ..
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι εκείνοι που είχαν τα υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης είχαν τη μεγαλύτερη απώλεια μνήμης.
Η μελέτη έδειξε επίσης ότι τα άτομα με αυξημένο επίπεδο κορτιζόλης είχαν επίσης περισσότερες βλάβες σε μέρη του εγκεφάλου που μεταφέρουν τις πληροφορίες σε διάφορα μέρη του εγκεφάλου – το corona radiata και το τμήμα μεταξύ δύο ημισφαιρίων του εγκεφάλου – το corpus callosum.
Εκείνοι με υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης είχαν επίσης μικρότερο εγκεφαλικό ιστό και έτσι μειώθηκε η εγκεφαλική τους ικανότητα.
Ο συνολικός όγκος εγκεφάλου ήταν 88,7 και 88,5 σε άτομα με φυσιολογικά επίπεδα και υψηλά επίπεδα κορτιζόλης αντίστοιχα.
Οι ειδικοί επεσήμαναν, ότι αυτές οι αλλαγές εμφανίζονται σε μεσήλικα άτομα καθώς με το πέρας της ηλικίας υπάρχει πιθανότητα περισσότερης συρρίκνωσης του εγκεφάλου και περισσότερης απώλειας μνήμης.
Διαπίστωσαν επίσης, ότι οι γυναίκες φάνηκαν να επηρεάζονται χειρότερα από την κορτιζόλη της ορμόνης του στρες από ότι οι άνδρες καθώς το μέγεθος του εγκεφάλου τους συρρικνώθηκε περισσότερο από το άγχος και συμπλήρωσαν, ότι πιθανόν τα οιστρογόνα να είναι αυτά που διαδραματίζουν κάποιο ρόλο σε αυτό.
Οι ειδικοί συστήνουν να μειώσουμε το άγχος από τη ζωή μας
Σύμφωνα με τη Δρ. Sheshadri, αυτή είναι μια μελέτη που αφορά τη σύνδεση μεταξύ των επιπέδων κορτιζόλης και της απώλειας μνήμης και όχι μια μελέτη που εστιάζει στις αιτίες και τα αποτελέσματα αυτών. Ωστόσο, διαφάνηκε καθαρά ότι υπάρχει άρρηκτη σχέση μεταξύ του στρες και της απώλειας μνήμης γι αυτό όπως είπε, οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν αλλαγές στον τρόπο ζωής για να μειώσουν το άγχος τους.
Ενώ, ο καθηγητής Echouffo-Tcheugui συμπλήρωσε, ότι το επόμενο βήμα θα είναι μια προοπτική μελέτη για να δουν πώς το άγχος μεταβάλλει τη λειτουργία του εγκεφάλου. Πρόσθεσε επίσης, ότι μπορεί να είναι πολύ νωρίς για να εξετάσει κανείς την «παρέμβαση» για την εξάλειψη των ζημιών που σχετίζονται με το άγχος. Η πρόληψη και η μείωση του στρες θα ήταν μια πιο έξυπνη επιλογή, όπως είπε και οι πιο ενδεδειγμένες μέθοδοι για τη μείωση του άγχους περιλαμβάνουν τον επαρκή ύπνο, την άσκηση και το διαλογισμό.
Πηγές:
http://n.neurology.org/content/early/2018/10/24/WNL.0000000000006549