Μια νέα μελέτη που έγινε από το Ινστιτούτο CAMH και το Clinical Evaluative Sciences (ICES) δείχνει ότι μία στις 10 αυτοκτονίες στο Οντάριο του Καναδά, αφορούν άτομα που πάσχουν από σχιζοφρένεια καθώς και ότι αυτοί που πλήττονται πιο πολλοί είναι οι νέοι άνθρωποι.
«Μεταξύ των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους από αυτοκτονία, η διάγνωση της σχιζοφρένειας είναι σαφώς η πιο συχνή» λέει η Dr. Juveria Zaheer, πρώτη συγγραφέας της μελέτης και ερευνήτρια στο Ινστιτούτο CAMH’s for Mental Health Policy Research.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο «Schizophrenia Research», έδειξε ότι το 12% όλων των περιπτώσεων αυτοκτονίας περιλαμβάνει διάγνωση σχιζοφρένειας. Σύμφωνα με τους ερευνητές, περίπου το 1% του πληθυσμού πάσχει από σχιζοφρένεια.
Όπως ανέφερε η Dr. Zaheer , τα άτομα με σχιζοφρένεια που πέθαναν ήταν νέοι σε ηλικία σε σχέση με τα άτομα που αυτοκτόνησαν αλλά δεν έπασχαν από σχιζοφρένεια. Συγκεκριμένα, από την ομάδα ατόμων με σχιζοφρένεια 1 στους πέντε ηλικίας ήταν μεταξύ 25 και 34 ετών ενώ, από την ομάδα των ατόμων που δεν είχαν σχιζοφρένεια όταν αυτοκτόνησαν μόνο 1 στους 10 ήταν σε αυτές τις ηλικίες.
«Αυτό είναι συγκλονιστικό», λέει η Dr. Zaheer και συμπληρώνει «Πρέπει να τονίσουμε στους ειδικούς, τη σημασία της εκτίμησης του κινδύνου αυτοκτονίας στους νέους σε ηλικία ασθενείς με σχιζοφρένεια, ιδιαίτερα όταν είναι στα αρχικά στάδια της ασθένειας».
Τα στοιχεία για τη μελέτη πάρθηκαν από διάφορες βάσεις δεδομένων του Οντάριο και σύμφωνα με αυτά σε όλη την επαρχία, 5.650 άτομα αυτοκτόνησαν μεταξύ των ετών 2008-2012 εκ. των οποίων τα 663 άτομα είχαν διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια.
Εκτιμάται ότι το 90% των περιπτώσεων αυτοκτονίας συνδέονται με μια ψυχική ασθένεια. Ωστόσο, οι λόγοι για τους οποίους ένα άτομο αφαιρεί μόνο του τη ζωή του μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, λέει η Dr. Zaheer. Οι κίνδυνοι αυτοκτονίας ενδέχεται να διαφέρουν για όσους έχουν σχιζοφρένεια σε σύγκριση με αυτούς που έχουν άλλες ασθένειες και η εξέταση των προτύπων σε έναν πληθυσμό είναι ένας τρόπος για τον εντοπισμό αυτών των κινδύνων, σημειώνει.
Η νέα αυτή προσέγγιση έφερε στο προσκήνιο σημαντικά στοιχεία για τις επιπτώσεις της σχιζοφρένειας καθώς και για την πρόληψη των αυτοκτονιών. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, τα άτομα με σχιζοφρένεια είχαν μεγαλύτερη επαφή με το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, καθώς περισσότεροι από τους μισούς ζήτησαν βοήθεια για ένα πρόβλημα ψυχικής υγείας στις 30 ημέρες πριν από το θάνατο τους, ενώ, από την ομάδα που δεν είχε σχιζοφρένια μόνο το 1/4 είχε απευθυνθεί στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης.
«Αυτό το εύρημα δείχνει την ευκαιρία που έχουμε να παρέμβουμε και εγείρει το ερώτημα εάν υπάρχει κάποιος τρόπος για καλύτερη εκτίμηση της κατάστασης και διαχείρισης του κινδύνου αυτοκτονίας σε κάθε νέο άτομο με σχιζοφρένεια», λέει η Dr. Zaheer.
Οι αξιολογήσεις μπορεί να μην είναι κορυφαίες μεταξύ των κλινικών ιατρών, οι οποίοι επικεντρώνονται στη διαχείριση των ψευδαισθήσεων των ασθενών τους, σημειώνει. Αλλά επειδή οι νέοι με σχιζοφρένεια συμμετέχουν στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, οι κλινικοί ιατροί πρέπει να είναι πιο προσεκτικοί σχετικά με τον κίνδυνο αυτοκτονίας σε αυτούς τους ασθενείς.
Ο Dr. Paul Kurdyak, επικεφαλής συγγραφέας και επιστήμονας της CAMH και του ICES, εξηγεί τον πιθανό αντίκτυπο αυτών των ευρημάτων στην πράξη.
«Στο Οντάριο, όπως και σε άλλες επαρχίες, έχουμε περιφερειακά προγράμματα έγκαιρης παρέμβασης για την παροχή υπηρεσιών για νέους που παρουσιάζουν το πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο» σημειώνει και συμπληρώνει. «Τα προγράμματα αυτά είναι οι ιδανικοί τρόποι για την ενσωμάτωση της τυποποιημένης αξιολόγησης και διαχείρισης αυτοκτονιών, για να μειώσουμε, ελπίζουμε, το υψηλό ποσοστό αυτοκτονίας νέων από την έναρξη της ασθένειας».