Skip to main content

Οι έφηβοι κόβουν το αλκοόλ, αλλά αρχίζουν να τζογάρουν

Η πανελλήνια έρευνα στο σχολικό πληθυσμό για τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών (Έρευνα ESPAD) αποτελεί την 7η κατά σειρά πανελλήνια έρευνα στο μαθητικό πληθυσμό η οποία ξεκίνησε το 1984 από την Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνεχίζεται έως σήμερα από το ΕΠΙΨΥ, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα διαχρονικής παρακολούθησης της εξέλιξης του φαινομένου στη χώρα μας τα τελευταία 25 χρόνια, δείχνει ότι τα νέα παιδιά στην Ελλάδα αρχίζουν να συνειδητοποιούν την επικινδυνότητα της χρήσης ουσιών και της κατανάλωσης αλκοόλ, όμως μπαίνουν στο επικίνδυνο «μονοπάτι» του τζόγου.

Τα ευρήματα της έρευνας είναι λίγο ενθαρρυντικά, καθώς σύμφωνα με τους ερευνητές υπάρχει σαφής τάση σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, τόσο για το κάπνισμα όσο και για την κατανάλωση αλκοόλ ενώ, δείχνει να ανακόπτεται η διάδοση της χρήσης «ναρκωτικών». Παρόλα αυτά, παραμένει σε υψηλά επίπεδα η χρήση ουσιών, νομίμων ή παράνομων, από μια μερίδα εφήβων.

Ωστόσο, οι επιστήμονες του ΕΠΙΨΥ κατέγραψαν επιπρόσθετες απειλές τα τελευταία έτη, λόγω της εκτεταμένης χρήσης των ηλεκτρονικών συσκευών, έτσι τα νέα παιδιά έχουν αρχίσει να αποκτούν εξαρτήσεις σε άλλες συμπεριφορές, όπως η προσκόλληση στο διαδίκτυο, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και τα στοιχήματα.

Ακολουθούν τα ευρήματα της πρόσφατης μελέτης:

Κάπνισμα

Δύο στους 5 δεκαεξάχρονους (39,2%) έχουν καπνίσει έστω και μία φορά, ενώ όπως διαπίστωσαν οι ειδικοί τα παιδιά αυτά κάπνισαν το πρώτο του τσιγάρο σε ηλικία 13 ετών η και νωρίτερα. Καπνίζουν περισσότερα αγόρια από κορίτσια και οι διαφορές αυξάνονται με τη βαρύτητα του καπνίσματος.

Επίσης 1 στους 5 δεκαεξάχρονους έχει χρησιμοποιήσει ηλεκτρονικό τσιγάρο έστω και μία φορά.

Αναφορικά με το συστηματικό κάπνισμα σε σχέση με την ηλικία, διαπιστώθηκε ότι τα 13-14 έτη αποτελούν την ηλικία έναρξης καπνίσματος για την μειονότητα  (<2%) ενώ, ακολουθεί αλματώδης αύξηση έως την ηλικία των 17-18 ετών όπου καπνίζει ένας στους 4 (24,5%) και στην ηλικία των 19 πάνω από τους μισούς (51%).

Επίσης, οι συνήθειες του καπνίσματος δεν διαφέρουν σημαντικά ανά γεωγραφική περιοχή, με εξαίρεση το ηλεκτρονικό τσιγάρο όπου εκεί φαίνεται να έχουν πειραματιστεί περισσότεροι έφηβοι από το Νομό Θεσσαλονίκης.

Σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια οι ειδικοί παρατήρησαν ότι το 2015 φαίνεται να συνεχίζεται η μείωση που παρατηρείται την τελευταία 15ετία στους περισσότερους από τους δείκτες που αφορούν το κάπνισμα στους 16χρονους μαθητές στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικά, από το 1999 στο 2015 το ποσοστό καθημερινών καπνιστών υποδιπλασιάζεται από 23,4% σε 11,1%, ενώ για την ίδια χρονική περίοδο μειώνεται το ποσοστό εκείνων που καπνίζουν περισσότερα από 10 τσιγάρα την ημέρα («βαρείς» καπνιστές) από 10,5% σε 2,9%.

Αλκοόλ

 2 στους 3 μαθητές (66,2%%) ήπιαν μέσα στον τελευταίο μήνα και ένας στους 1 (7,6%) ήπιε με συχνότητα πάνω από 2 φορές την εβδομάδα, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας. Τα φύλα δεν διαφέρουν στην πρόσφατη κατανάλωση αλκοόλ, αλλά τα αγόρια αναφέρουν συχνή κατανάλωση σε υψηλότερο ποσοστό από τα κορίτσια (9,6% και 5,6%, αντίστοιχα). Τα αγόρια καταναλώνουν συχνότερα μπύρα, τα κορίτσια κρασί.

Ένας στους 10 μαθητές (9,9%) αναφέρει υπερβολική κατανάλωση (5 ή περισσότερων ποτών στη σειρά τουλάχιστον 3 φορές τον τελευταίο μήνα), τα αγόρια σε υψηλότερο ποσοστό συγκριτικά με τα κορίτσια (12,2% και 7,7%, αντίστοιχα). Μειώνεται από το 2011 στο 2015 το ποσοστό των εφήβων που αναφέρουν υπερβολική κατανάλωση τουλάχιστον 3 φορές τον τελευταίο μήνα,  από 13,3% σε 9,9%.

Ποσοστό 6,2% των μαθητών αναφέρουν ότι μέθυσαν τουλάχιστον 3 φορές τον τελευταίο χρόνο, αγόρια και κορίτσια σε παρόμοια ποσοστά. Μειώνεται σημαντικά από το 2003 στο 2015 το ποσοστό των 16χρονων που αναφέρουν ότι μέθυσαν τουλάχιστον 3 φορές τον τελευταίο χρόνο, από 10,9% σε 6,2%.

Ποσοστό 9,7% των εφήβων αναφέρουν ότι κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου οδήγησαν(σκούτερ, μηχανή, αυτοκίνητο ή άλλο μηχανοκίνητο όχημα) οι ίδιοι μετά από κατανάλωση αλκοόλ? σε ποσοστό 0,9% ενεπλάκησαν σε τροχαίο ενώ, οδηγούσαν οι ίδιοι μετά από κατανάλωση αλκοόλ. Ποσοστό 7,3% των εφήβων απαντούν για τον τελευταίο χρόνο ότι, εξαιτίας της κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών, είχαν σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλακτικό.

Τρεις στους 5 εφήβους (60,9%) αναφέρουν ότι ήπιαν κάποιο οινοπνευματώδες ποτό σε μπαρ, κλαμπ, καφετέρια ή εστιατόριο τουλάχιστον μία φορά κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα, ενώ ποσοστό 3,5% αναφέρει κατανάλωση τουλάχιστον 10 φορές κατά το ίδιο χρονικό διάστημα

Ναρκωτικά

Σύμφωνα με την έρευνα, 1 στους 4 μαθητές (28,6%) έχει κάνει χρήση (έστω και μία φορά) κάποιας παράνομης ουσίας, κυρίως κάνναβης, ενώ , η πλειονότητά τους έχει επαναλάβει τη χρήση. Σχεδόν ένας στους 4 (22,8%) θεωρεί το ίδιο για την κάνναβη (περισσότερο τα αγόρια), ενώ ένας στους 7 (14,2%) θεωρεί «εύκολη» την πρόσβαση σε συνταγογραφούμενα οπιοειδή παυσίπονα (περισσότερο τα κορίτσια). Σε ποσοστά κάτω του 10% αναφέρουν οι μαθητές εύκολη πρόσβαση σε ουσίες όπως η κοκαΐνη, η ηρωίνη, η έκσταση, οι αμφεταμίνες ή οι μεθαμφεταμίνες.

Αυξάνεται διαχρονικά το ποσοστό των εφήβων που θεωρούν «ακίνδυνη» τη χρήση κάνναβης. Σχεδόν ένας στους 9 16χρονους μαθητές (10,6%) αναφέρει χρήση κάποιας παράνομης ουσίας έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή (κυρίως κάνναβης), τα αγόρια σε υπερδιπλάσιο ποσοστό (14,8%) συγκριτικά με τα κορίτσια (6,5%).

Ένας στους 11 μαθητές (9,1%) αναφέρει χρήση κάνναβης έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή. Οι μισοί εξ αυτών (4,6%) επανέλαβαν τη χρήση της ουσίας ≥3 φορές, υψηλότερο ποσοστό αγοριών (6,4%) από ότι κοριτσιών (2,8%). Ποσοστό 4,1% αναφέρουν χρήση κάνναβης κατά τις 30 τελευταίες ημέρες πριν από την έρευνα, τα αγόρια σε υψηλότερα ποσοστά από τα κορίτσια.

Σύμφωνα με του ερευνητές, δεν παρατηρείται σημαντική μεταβολή στο ποσοστό των 16χρονων μαθητών που αναφέρουν χρήση και επανάληψη της χρήσης κάνναβης κατά τη διάρκεια της τελευταίας 8ετίας.  Εντούτοις σημαντικά υψηλότερο ποσοστό εφήβων αναφέρουν χρήση κάνναβης το 2015 συγκριτικά με πριν από μία 12ετία, (από 5,7% το 2003 σε 9,1% το 2015 για χρήση έστω και μια φορά σε όλη τη ζωή).

Επίσης, 1 στους 8 μαθητές (12,5%) ανέφερε ότι έκανε χρήση εισπνεόμενης ουσίας, όπως κόλα, βενζίνη κ.λπ., και ένα ποσοστό 4,2% ότι έκανε χρήση ηρεμιστικών ή υπνωτικών. Τέλος , ένα 2,5% έκανε χρήση νέων ψυχοδραστικών ουσιών όπως συνθετική κάνναβη.

Internet και ηλεκτρονικά παιχνίδια

Η έρευνα έδειξε ότι πάνω από 2 στους 3 μαθητές σε ποσοστό 68% είναι στο διαδίκτυο κάθε μέρα όλη την εβδομάδα ενώ 1 στους 4 (23,9%) ανέφερε ότι χρησιμοποιεί το διαδίκτυο τουλάχιστον 4 ώρες καθημερινά από Δευτέρα – Πέμπτη ενώ από Παρασκευή – Κυριακή 1 στους 6 χρησιμοποιεί το διαδίκτυο (17,6%) για τουλάχιστον 6 ώρες. Τα κορίτσια είναι σε υψηλότερα ποσοστά χρήστριες από ότι τα αγόρια ενώ, όταν οι έφηβο ρωτήθηκαν τι βλέπουν στο διαδίκτυο απάντησαν σε συντριπτικό ποσοστό ότι είναι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε μικρότερα ποσοστά, ότι κατεβάζουν μουσική και προγράμματα, βλέπουν ταινίες ή αναζητούν πληροφορίες για τη μελέτη τους ή ότι κάνουν απλά σερφάρισμα.

Τα αγόρια όπως διαπιστώθηκε ασχολούνται κυρίως με πολεμικά παιχνίδια και παιχνίδια στρατηγικής αντίθετα τα κορίτσια προτιμούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σε κλίμακα πάντως ειδικής εκτίμησης που χρησιμοποίησαν οι ερευνητές διαπιστώθηκε ότι 1 στους 3 μαθητές έχει υψηλή βαθμολογία προσκόλλησης με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα παιχνίδια.

Τζόγος

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας ένας στους επτά 16χρονους (14,6%) παίζει ή στοιχηματίζει χρήματα τουλάχιστον 2 φορές το μήνα. Το ποσοστό των αγοριών είναι δεκαπλάσιο από ότι των κοριτσιών καθώς, ανέρχεται στο 26,9% όταν τα κορίτσια είναι στο 2,6%. Από την αξιολόγηση των απαντήσεων, με την ειδική κλίμακα που χρησιμοποίησαν οι ερευνητές, διαπιστώθηκε ότι, 1 στους 12 κινδυνεύει να πάθει παθολογική εξάρτηση με τον τζόγο ενώ, το 2,9% θα μπορούσε ήδη να θεωρηθεί «παθολογικά εξαρτώμενος» από τον τζόγο.

Να σημειωθεί ,ότι στόχος της έρευνας ESPAD είναι να μελετήσει την επικράτηση και τα χαρακτηριστικά της χρήσης νόμιμων και παράνομων εξαρτησιογόνων ουσιών και να διερευνήσει ευρύτερα θέματα της συμπεριφοράς των μαθητών όπως τις φιλικές σχέσεις, τη βίαιη συμπεριφορά, τη σχολική απόδοση, τα κοινωνικο-οικονομικά και ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά των μαθητών, κτλ.