Skip to main content

Στη δημοσιότητα η Εθνική Έρευνα Διατροφής στην Κύπρο

Της Ανθής Αγγελοπούλου

Τα αποτελέσματα της Εθνικής Έρευνας για τη Διατροφή του πληθυσμού της Κύπρου (EU-Menu) παρουσιάστηκαν την Παρασκευή 22 Μαρτίου από το Γενικό Χημείο του Κράτους (ΓΧΚ) και το Ερευνητικό και Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού (ΕΕΙΥΠ).

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κύπρος είναι μια από τις πρώτες Ευρωπαϊκές χώρες που υλοποίησε και ολοκλήρωσε με επιτυχία την Εθνική Έρευνα για τη Διατροφή.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ερευνητικού έργου “EU MENU” της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA), σύμφωνα με τις δικές της κατευθυντήριες οδηγίες μετά από έγκριση του Υπουργείου Υγείας, της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής Κύπρου και παραχώρησης άδειας πρόσβασης στα σχολεία από το Υπουργείο Παιδείας κατά την περίοδο 2014-2018, με χρηματοδότηση από την ΕΕ ύψους €200,000.

Στόχος ήταν, η καταγραφή των στοιχείων κατανάλωσης τροφίμων από τους Κύπριους πολίτες σύμφωνα με τις απαιτήσεις της EFSA, ώστε να είναι δυνατή η διενέργεια εκτίμησης της έκθεσης σε χημικούς κ.α. κινδύνους που μπορεί να έχει ο Κπριος καταναλωτής μέσω της τροφής, και  η διενέργεια εκτίμησης της πρόσληψης πολύ σημαντικών θρεπτικών συστατικών, για τα οποία μπορεί να έχει έλλειψη.

Στην έρευνα συμμετείχαν όλες τις ηλικίες ξεκινώντας από την βρεφική ηλικία έως και την ηλικία των 74 ετών, με τη συμμετοχή 848 παιδιών ηλικίας 0-9 ετών, 812 εφήβων και ενήλικων ηλικίας 10-74 ετών και 204 εγκύων.

Το Ερευνητικό και Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο Υγεία του Παιδιού (ΕΕΙΥΠ) ανέλαβε την συλλογή των διατροφικών συνηθειών και στοιχείων κατανάλωσης τροφίμων από 1,864 άτομα που συμμετείχαν στην έρευνα. Ενώ, το Γενικό Χημείο του Κράτους ανάλαβε την κωδικοποίηση των τροφίμων σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης των τροφίμων της EFSA, ώστε να είναι δυνατή η διενέργεια εκτιμήσεων της έκθεσης του πληθυσμού της Κύπρου σε χημικούς και άλλους κινδύνους και σε σημαντικά θρεπτικά συστατικά, κατά τρόπο ομοιόμορφο και συγκρίσιμο με τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ.

Αναφερόμενη στη μελέτη η Δρ. Στάλω Παπουτσού, Κλινική Διαιτολόγος Διατροφολόγος επεσήμανε τη σημαντικότητα των αποτελεσμάτων που αναμένονται, δεδομένου ότι θα βοηθήσουν στο να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα για την κατάσταση της υγείας στο νησί, έτσι ώστε οι ειδικοί να συντάξουν ένα συμβουλευτικό κείμενο για την καλυτέρευση της υγείας όλων.

Σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα παρατηρήθηκε ότι οι υπέρβαροι και οι παχύσαρκοι πληθυσμοί σε κάθε πόλη της Κύπρου κατανέμονται ως εξής:

24,4% υπέρβαροι και 26.7% παχύσαρκοι στην Πάφο, 21,5% υπέρβαροι και 18,4% παχύσαρκοι στη Λεμεσό, 28,,2% υπέρβαροι και 16,0% παχύσαρκοι στη Λάρνακα, 22,3% υπέρβαροι και 13,9% παχύσαρκοι στη Λευκωσία και τέλος 26,5% υπέρβαροι και 16,6% παχύσαρκοι στην Αμμόχωστο.

Στα προκαταρκτικά αποτελέσματα της έρευνας παρατηρήθηκαν τα εξής:

Το 42,2% των ανδρών ηλικίας 18-47 ετών  είναι υπέρβαροι και στις ίδιες ηλικίες το 31,1% είναι παχύσαρκοι ενώ, στις αντίστοιχες ηλικίες οι γυναίκες υπέρβαρες φτάνουν το 29,5% και οι παχύσαρκες το 32,0%.

Όσον αφορά την κατανάλωση αυξημένων υδατανθράκων όπως ψωμί, ζυμαρικά, ρύζι πατάτες κ.λπ., γαλακτοκομικών πλήρους λιπαρών και κόκκινου κρέατος οι ειδικοί παρατήρησαν ότι αυξάνεται κατά πολύ μετά την ηλικία των 13 ετών όπως επίσης και η κατανάλωση αλκοόλ.

Στις γυναίκες ηλικίας από 18-64 ετών, το 55% ανέφερε ότι έτρωγε πρωινό καθημερινά, το 10% ότι λάμβανε συμπληρώματα διατροφής, το 77,6% ότι απείχε από το κάπνισμα, το 12,2% απείχε από το κόκκινο κρέας, το 45,1% δεν νήστευε ποτέ, το 20,7% κατανάλωνε γαλακτοκομική κατά την περίοδο νηστείας, ένα 22% έκανε αυστηρή νηστεία, ένα ποσοστό 32,4% ακολουθούσε το πρότυπο της μεσογειακής διατροφής, ένα 36,4% κατανάλωνε καθημερινά σχεδόν σοκολάτα (ή μία φορά την εβδομάδα) και ένα 48,2% μπισκότα.

Στις γυναίκες ηλικίας 65-74 ετών,  την αυστηρή νηστεία την ακολουθεί το 63,6% με το 25% να έχει πλήρη συμμόρφωση σε αυτήν. Το 20,5% καταναλώνει γαλακτοκομικά στη νηστεία, το 3,4% απέχει από το κρέας, το 12,5% δεν νηστεύει και το 34,6% ακολουθεί το πρότυπο της μεσογειακής διατροφής.

Στους άνδρες ηλικίας 18-64 ετών το 49,1% ανέφερε ότι έτρωγε πρωινό καθημερινά, το 9,7% ότι λάμβανε συμπληρώματα διατροφής, το 48% ότι απείχε από το κάπνισμα, το 72.5% δεν νήστευε ποτέ, το 2% κατανάλωνε γαλακτοκομικά κατά την περίοδο νηστείας, ένα 20.4% έκανε αυστηρή νηστεία, το 5,1% δεν έτρωγε κρέας στη διάρκεια νηστείας, το 31,6% ακολουθούσε το πρότυπο της μεσογειακής διατροφής, ένα 39% κατανάλωνε τηγανιτό κρέας και ένα 40,4% fast food.

Στους άνδρες από 65-74 ετών,  παρατηρήθηκε ότι αυστηρή νηστεία έκανε το 32,8%, κατανάλωσε γαλακτοκομικά στη νηστεία το 9,8%, απείχε από το κρέας στη νηστεία το 3,7%, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό 53,7% δεν νήστευε καθόλου και ένα 37,7% ακολουθούσε μεσογειακή διατροφή.

Συμπληρώματα διατροφής και έγκυες

Αναφορικά με τα συμπληρώματα διατροφής κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης το 70% των γυναικών που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο παραδέχθηκαν ότι λάμβαναν κάποια μορφής συμπληρώματα, είτε αυτά ήταν πολυβιταμίνες για εγκύους, είτε σίδηρος και ασβέστιο, είτε ωμέγα 3 λιπαρά, ή μαγνήσιο κ.λπ.

Θηλασμός

Στο θέμα του θηλασμού το 42% των γυναικών θήλαζε από 1-5 μήνες το μωρό ενώ, ένα 26% από 6 – 12 μήνες και ένα 19% καθόλου.

Η διατροφή στα παιδιά

Αναφορικά με την ποιότητα διατροφής σύμφωνα με τη μεσογειακή διατροφή σε παιδιά και εφήβους διαπιστώθηκε ότι σε ποσοστό 27,2% ήταν καλή, σε ποσοστό 55,4% ήταν μέτρια και σε ποσοστό 17,4% ήταν κακή.

Για παράδειγμα στη νηπιακή ηλικία το 85% κατανάλωνε εβδομαδιαίως όσπρια, το 76% μαγειρεμένα λαχανικά το 36% ωμά και το 5% fast food.

Στις ηλικίες 3-9 ετών εβδομαδιαία το 79% κατανάλωνε όσπρια, το 48% μαγειρεμένα λαχανικά και το 42% ωμά ενώ η κατανάλωση fast food έφτανε το 21%.

Στους εφήβους εβδομαδιαία το 79% κατανάλωνε όσπρια, το 46% μαγειρεμένα λαχανικά και το 40% ωμά ενώ η κατανάλωση fast food έφτανε το 34%.

Σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας κ. Κωνσταντίνο Ιωάννου, η καταγραφή των στοιχείων κατανάλωσης τροφίμων από τους Κυπρίους πολίτες, με τρόπο όμοιο με όλα τα κράτη μέλη, θα βοηθήσει στην εκτίμηση της έκθεσης που μπορεί να έχουν οι Κύπριοι καταναλωτές μέσω της τροφής τόσο σε χημικούς ή άλλους κινδύνους, όσο και στην εκτίμηση της πρόσληψης πολύ σημαντικών θρεπτικών συστατικών, για τα οποία μπορεί να έχουν έλλειψη.